Σύνοψη: Οι ανέμελες μέρες τελειώνουν για τον 18χρονο Τοντόν, όταν αναγκάζεται να αναλάβει μόνος του την φροντίδα της μικρής αδελφής του. Αναζητώντας τρόπο να τα βγάλει πέρα, αποφασίζει να φτιάξει το καλύτερο τυρί της περιοχής για να κερδίσει τον αντίστοιχο αγροτικό διαγωνισμό.
Άποψη: Στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο, η Λουίζ Κουρβουαζιέ στήνει μια γλυκόπικρη αγροτική κομεντί στρεφόμενη στην περιοχή Κοντέ στα σύνορα Γαλλίας και Ελβετίας όπου και μεγάλωσε ως παιδί.
Οι πιο πολλοί νέοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν ως αφετηρία τα προσωπικά τους βιώματα ώστε μέσω αυτών να φτιάξουν μια αισθαντική και ρομαντική διαδρομή ένωσης παρελθόντος και παρόντος κάτι που πολύ επιτυχημένα κάνει η τριαντάχρονη σκηνοθέτρια σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα γαλλικά σκηνοθετικά ντεμπούτα των τελευταίων χρόνων.
Βραβευμένη με δύο Σεζάρ και με συμμετοχή στο Ένα Κάποιο Βλέμμα των Καννών, η ταινία ακολουθεί τα δύο αδέρφια με μια τρυφερότητα και με μια φωτογραφία που δοξάζει τα χρώματα της περιοχής, συνδυάζοντας τα ευαίσθητα και εσωστρεφή καλοκαίρια του Ρομέρ με την τραχύτητα των γαλλικών λαϊκών κωμωδιών, χωρίς ποτέ να κατευθύνεται ξεκάθαρα προς την μία ή στην άλλη κατεύθυνση, στήνοντας αντίσκηνο σε μια αιχμή κάπου ανάμεσα.
Το κατά πόσο θα κερδίσει ή όχι στον διαγωνισμό τις τριάντα χιλιάδες που διεκδικεί είναι ήσσονος σημασίας. Το κομβικό είναι η πορεία μέχρι εκεί, η δική του Ιθάκη που αντί για Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες ή οργισμένους Ποσειδώνες, έχει την ανέχεια, την επιβίωση, την συνύπαρξη των δύο αδελφών και την συνειδητοποίηση του πατρικού ρόλου που καλείται να υπηρετήσει ο μεγαλύτερος και βέβαια η διαδικασία στησίματος της παραγωγής του τυριού.
Η Κουρβουαζιέ έχοντας πιθανόν συναναστραφεί αντίστοιχα άτομα, κοιτάζει με φροντίδα και ενσυναίσθηση τον Τοντόν και την αδερφή του, με μια γνήσια αγάπη, σε ένα σινεμά γεννημένο για να αγαπηθεί ως μια feelgood ιστορία που παρά την αναμενόμενη έκβασή του και τα ηθογραφικά κλισέ από τα οποία δύσκολα ξεφεύγει, προσφέρει μια εμπειρία αληθινής και ταυτόχρονα μαγικής ζωής.
Μια ζωή που όπως η πραγματική, ταλανίζεται από την αβεβαιότητα και το τραύμα, από την καλοσύνη και την κακία.
Έτσι, και ο κεντρικός χαρακτήρας κατορθώνει να είναι συμπαθής και αντιπαθής στην ίδια σκηνή, να γελάς και να συμπάσχεις με τα πάθη του αλλά και να αγανακτείς με κάποιες αποφάσεις του. Ένας γνήσιος λαϊκός τύπος ερμηνευμένος έξοχα από έναν μη επαγγελματία ηθοποιό που προσφέρει μια αδιαμεσολάβητη ματιά στην γαλλική επαρχία, στημένη κάπου ανάμεσα στην καλοκάγαθη αγροτιά και στην παραβατικότητα και την πονηριά.
Αυτό που ζητά η σκηνοθέτρια από τον ήρωά της είναι πίστη στον εαυτό τoυ. Αυτό πετυχαίνει και με εμάς, να πιστέψουμε στον Τοντόν και να τον ακολουθήσουμε στο ταξίδι του.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων