Mε τον πρρώτο Σκαθαρροζούμη του 1988, ο Τιμ Μπάρτον μας σύστησε στον ιδιαίτερο και σκοτεινό του καλλιτεχνικό κόσμο και άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του για όσα θα επακολουθούσαν.
36 χρόνια μετά επιστρέφει στο ζοφερό μα και παιχνιδιάρικο σύμπαν του Σκαθαροζούμη, με το "Beetlejuice Beetlejuice", προσθέτοντας ελάχιστα στον μύθο του πρώτου φιλμ, εξερευνώντας τις ζωές των πρωταγωνιστών του στην παρούσα φάση της ζωής του, μετά από τόσα χρόνια και πως εμπλέκονται ξανά στην παράλληλη διάσταση του Σκαθαροζούμη.
Είναι ξεκάθαρο ωστόσο ότι ο Μπάρτον ποντάρει πολλά στη νοσταλγία όσων αγάπησαν το πρώο φιλμ και επενδύει στην σχεδόν σίγουρη εισπρακτική επιτυχία, παρά ελάχιστα.
Θα τον περιμέναμε πολύ πιο ρισκαδόρο και εφευρετικό από τη στιγμή που το κινό το έχει σίγουεο σε έναν βαθμό και όχι μια εν μέρει ανακύκλωση ιδεών, εκτός φυσικά κάποιων διασκεδαστικών στιγμών που, οκ, ο Μπάρτον είναι, αδύνατο να μη σου τις προσφέρει.
Οι "παλιοσειρές" του καστ (Κίτον, Ράιντερ, Ο'Χάρα) το διασκεδάζουν, οι νέες εμφανίσεις γνωστών σταρ (Ορτέγα, Νταφόε, Θερού, Μπελούτσι) κάποιες είναι πετυχημένες, κάποιες άλλες ασύμβατες με τη ροή του φιλμ.
Μπαρτομενιές χαριτωμενιές λοιπόν, κέφι και χαβαλέ να γίνεται αρκετέ]ς ευρημστικές ιδέες αλλά και άλλες τόσες όμως λιγότερο εύστοχες, με το φιλμ να υπενθυμίζει ότι ο Ταμ Μπαρτον μπορεί να το παλεύει με διάφορές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια, αλλά χωρίε μεγάλη επιτυχία. Μεταξύ μας, η τελευταία πραγματικά καλή (και όχι απλά χαριτωμένη) ταινία του, ήταν μάλλον το Sweeney Todd, 17 χρόνια πριν.
Το είπαμε όμως και στην αρχή: η αισθητική του σε συνδυασμό με τη νοσταλγία για το πρωτότυπο, θα φέρουν αρκετό κόσμο στις αίθουσες και σε αρκετούς/ες θα αρκέσουν για ένα ευχάριστο δίωρο.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων