Aνάλυση: «Καλιγκάρι». Ιστορία και ορατό

Published: 14 Mar 2021, 13:56

Στο MOVE IT εξετάζουμε ταινίες του πρόσφατου (ή όχι και τόσο) παρελθόντος, υπό ένα διαφορετικό οπτικό πρίσμα και αποκρυπτογραφούμε την εικονολογία του φιλμ.  Ο Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Αραμπατζής, περνάει από το μικροσκόπιό του αυτή την φορά τον γερμανικό κινηματογραφικό εξπρεσσιονισμό και το «Εργαστήριο του Δρ. Καλιγκάρι»

<a href="/en/apopseis-arthra/analysi-o-arhon-toy-kakoy-o-antifronon-skinothetis-sta-synora/69755">Aνάλυση - «Ο Άρχων του κακού»: ο αντιφρονών σκηνοθέτης στα σύνορα</a>ΣΧΕΤΙΚΑAνάλυση - «Ο Άρχων του κακού»: ο αντιφρονών σκηνοθέτης στα σύνορα

Με την περίφημη ταινία, ίσως τη σημαντικότερη του Γερμανικού κινηματογραφικού εξπρεσσιονισμού, το «Εργαστήριο του Δρ. Καλιγκάρι» (1920) του Robert Wiene,  έχουμε μια σύνοψη των επιτευγμάτων του κινηματογράφου έως την εποχή της παραγωγής της και, ταυτόχρονα, μια ρήξη στη σφαίρα του ορατού όπως αυτή η τελευταία προσδιορίζεται στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής κουλτούρας.  Το γεγονός ότι ο Σίγκφριντ Κρακάουερ πρότεινε το φιλμ ως ορόσημο σε μια πορεία από τον Καλιγκάρι στον Χίτλερ, στο ομώνυμο βιβλίο του, καταδεικνύει την εξω-κινηματογραφική αξία του. Η Λόττε Άισνερ, από τη μεριά της, ανέλυσε το φιλμ ως προγραμματικό της Δαιμονικής Οθόνης, στο επίσης ομώνυμο βιβλίο της, ως μέρος δηλαδή της ανήσυχης κληρονομιάς της ασεβούς γερμανικής ψυχής. Ωστόσο, η ταινία εκφεύγει τόσο της πολιτικής όσο και της πολιτιστικής διερεύνησης για να αγγίξει τη σφαίρα αυτού που θα ονομάζαμε αρχέτυπα.

Κατ’αρχάς το συνοπτικό μέρος: η ταινία δείχνει με αρκετά ξεκάθαρο τρόπο τις αλλαγές στον τρόπο εμπειρικής πρόσληψης, για τις οποίες ο κινηματογράφος συνιστά, ταυτόχρονα, την ένδειξη και ένα αποτελεσματικότατο όργανο. Αντί ο βωβός κινηματογράφος να αποτελεί ένα σύνθεμα αφηγηματικής και εικαστικής δημιουργίας, όπως μπορεί κανείς αυτονόητα να υποθέσει ότι είναι, συνιστά μάλλον μια δικτύωση εμπειρικών προσλήψεων που αναμορφώνουν τον κόσμο κατά τα προτάγματα μιας ακραίας τεχνο-επιστημονικής επικυριαρχίας. Ο κινηματογράφος ως μέσον (medium) δεν είναι η αναπαράσταση επιμέρους θεματογραφιών αλλά, στο σύνολό του, αποτελεί το μήνυμα μιας ριζικής αλλαγής στο ανθρωπολογικό μοντέλο του ισχύοντος πολιτισμού. Η συνοπτική αυτή δύναμη της ταινίας οφείλεται σε μια πληθώρα λόγων: στην ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που ευαισθητοποίησε τους πλέον οξυδερκείς δέκτες των αλλαγών, στη γερμανική φιλοσοφική κληρονομιά οπωσδήποτε, στην αντιπαράθεση με την αμερικάνικη κινηματογραφία, κ.ά. Το γεγονός ότι ο κινηματογράφος ήταν ακόμη βωβός και δεν είχε κάνει τη στροφή προς το θέατρο που επέφερε η εισαγωγή του ήχου, επέτρεπε την πιο διαυγή αντίληψη των παραμέτρων της «μηντιακής» φύσης του.

Υπό αυτή την προοπτική, η τελευταία σκηνή της ταινίας η οποία διαδραματίζεται σε ένα φρενοκομείο και η οποία θέτει ότι η σειρά των φόνων που διέπραξε ο υπνοβατών Τσέζαρε εκτελώντας τις προσταγές του Δρ.Καλιγκάρι δεν ήταν παρά μέρος των παραληρημάτων ενός τροφίμου του ιδρύματος, δεν αποτελεί μια δήθεν αλλοίωση του «πολιτικού» μηνύματος της ταινίας, αντικαθιστώντας την παραβολική σημασία της  από μια καθησυχαστική σύγκρουση του πραγματικού με το φαντασιακό, αλλά αντίθετα κάνει απτή τη δύναμη του νέου μέσου να πλάθει τον ψυχισμό. Το όνομα του οργάνου των φόνων, Τσέζαρε=Καίσαρ, είναι σημείο της αναδυόμενης αυτοκρατορικής ισχύος που κάνει ώστε να μετατρέπεται το αυτόνομο σε ετερόνομο. Τέλος, τα παραμορφωμένα σκηνικά της ταινίας είναι απόδειξη ότι ακόμη και ένα πλήρως αλλοιωμένο περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει μέρος ενός κανονιστικού αφηγήματος. 

Ο δεύτερος παράγων της αξίας της ταινίας έχει να κάνει με το ζήτημα της ρήξης στο πλαίσιο της ιστορικής δράσης. Αντί η αντίληψη της τελευταίας να ορίζεται από το δίπολο: ιστορικό υποκείμενο-ιστορική πράξη, έχουμε εδώ τον εικονολογικό αναστοχασμό μιας καίριας στροφής στην κατάσταση των ιστορικών πραγμάτων. Μια αυτονόητη, ίσως, ιδέα θα ήταν ότι ο κινηματογράφος μπορεί να απεικονίζει με τις ιδιαιτερότητες και τις αδυναμίες του μια κάποια ιστορική δράση. Πιθανώς, η όποια απεικόνιση να παραμορφωνόταν από τις εκάστοτε ισχύουσες προκαταλήψεις αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά τμήμα μιας ορισμένης ιδέας περί αναπαράστασης η οποία θέτει αυτή την τελευταία ως μέτρια ικανοποιητικό αναδιπλασιασμό του πραγματικού. Το ορατό δεν είναι, κατ’αυτή την έννοια, παρά ένα πέπλο που πίσω του ενυπάρχουν οι πραγματικές σχέσεις της πραγματικότητας τις οποίες μπορούμε βέβαια να ανακαλύψουμε με θετικό τρόπο. Ο «Καλιγκάρι», ωστόσο, προχωρεί με θάρρος στην κατάδειξη της πραγματικότητας του νέου ορατού της μηντιακής δικτύωσης. Η διάσταση πραγματικότητας-αναπαράστασης που έχει μεταφυσική καταγωγή αντικαθίσταται από την κατάδειξη της κυρίαρχης (καισαρικής) πραγματικότητας της αναπαράστασης. Που τοποθετείται στο εξής, λοιπόν, η ιστορική δράση; Όχι στο επίπεδο της πράξης αλλά στο διάμεσο χώρο μεταξύ των αναπαραστάσεων που δεν κατοικείται από ιστορικώς δρώντα υποκείμενα αλλά είναι αυτός ο ίδιος υπο-κείμενος στη δύναμη των αναπαραστάσεων.

Γιώργος Αραμπατζής

Ο Γιώργος Αραμπατζής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ΣΕΠ (ΕΑΠ). Ασχολείται με την εικονολογία και έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα για τον κινηματογράφο.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos