Πλοκή: Μια νεαρή γυναίκα που εργάζεται σε βιβλιοπωλείο στο Παρίσι ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας. Όταν ένα ταξίδι στην Αγγλία την φέρνει κοντά στον κόσμο της Τζέιν Όστεν, αρχίζει να βλέπει αλλιώς τον εαυτό της και τη ζωή της. Ανάμεσα σε νέες εμπειρίες, θα αναζητήσει την αλήθεια πέρα από τις ιστορίες που την καθόρισαν.
Άποψη: Είναι αρκετά αναζωογονητικό το να βλέπεις μετά από καιρό μια ρομαντική κομεντί που να μην είναι πρωταγωνίστρια π.χ. η Sydney Sweeney ή η Lindsay Lohan. Όπως εξίσου αναζωογονητικό η ταινία να πετυχαίνει τον σκοπό της αποφεύγοντας τα «σάλια» και με μερικά κλισέ τα οποία καταλήγουν παραδόξως να σου αρέσουν.
Η Camille Rutherford στον ρόλο της Agathe ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε η ταινία για να σου παρουσιάσει εύστοχα μία “πληγωμένη” συγγραφέα που ξαναψάχνει τα πατήματά της. Στο πασίγνωστο βιβλιοπωλείο Shakespeare and Company της Γαλλίας, συναντάμε την Agathe λοιπόν με τον κολλητό της Felix. Μία σχετικά αστεία προσωπικότητα και πολύ αληθινή καθώς θυμίζει σε όλους το πώς μπορεί να θολώσει η γραμμή του έρωτα και της φιλίας.
Στο σπίτι της Jane Austen , το οποίο αποτελεί και προορισμό της πρωταγωνίστριάς μας, συναντάμε τον Todd και την Beth, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι το οποίο δίνει μία πανέμορφη ανθρώπινη διάσταση στην πλοκή. Ο Todd πάσχοντας από ήπιας μορφής άνοια δίνει της δική του «πινελιά» με τον κωμικοτραγικό του χαρακτήρα κάνοντας το κοινό να γελάει και να συγκινείται ταυτόχρονα. Ο γιος του, o Oliver, αν και κλειστός χαρακτήρας, με τα κωμικά του στοιχεία σε κερδίζει εξαρχής, από το πρώτο πλάνο που συμμετέχει.
Η μουσική επιμέλεια ήταν ότι έπρεπε: χαμηλή, μελωδική και ρομαντική. Συνόδευσε τόσο όμορφα την «λογοτεχνική» πλοκή που ψάχνεις μετά στο google “Jane Austen a gâché ma vie soundtracks” . Τα τοπία της ταινίας —κυρίως στην αγγλική ύπαιθρο— προσφέρουν φυσική ομορφιά και μια αίσθηση γαλήνης που ταιριάζει απόλυτα με το ύφος της ιστορίας. Είναι προσεκτικά επιλεγμένα και κινηματογραφημένα.
Η σκηνοθεσία παραμένει σταθερή: χωρίς σκηνοθετικά κόλπα, στηρίζεται σε καθαρές συνθέσεις και γωνίες, δίνοντας έμφαση στις σχέσεις και στα βλέμματα. Παρ’ όλα αυτά κάπου εκεί που απολαμβάνεις την ταινία σου συνειδητοποιείς ότι κάτι σε χαλάει.. και δεν είσαι σίγουρος καν τι! Είναι το γεγονός ότι ίσως καμιά φορά η αφήγηση έκανε «κοιλιά» ; Είναι το ότι ήθελες να γνωρίσεις περισσότερο τους δεύτερους χαρακτήρες αλλά δεν έδωσαν χώρο; Τέλος πάντων, πας, την βλέπεις και περνάς καλά, αυτό μετράει.
Δεν είναι μια ταινία που διεκδικεί κάτι παραπάνω από αυτό που είναι — και σε αυτό βρίσκεται η δύναμή της. Κινείται με συνέπεια στο ύφος της, αποφεύγει τις ευκολίες του είδους και καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο συναίσθημα και την απλότητα. Παρά τις μικρές αφηγηματικές αδυναμίες, διατηρεί μια ενιαία, καθαρή αισθητική και αφήνει μια αίσθηση πληρότητας.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων