Μια υπόσχεση

Μια υπόσχεση - κριτική ταινίας

Δυστυχώς ο Πατρίς Λεκόντ δεν διαθέτει τον λυρισμό του Μαξ Οφίλς ("To γράμμα μιας άγνωστης") ή το εικαστικό μεγαλείο και το υποδόριο σουρεαλιστικό χιούμορ του Ουές Άντερσον (The Grand Budapest Hotel"), επομένως η πορεία της συγκεκριμένης κινηματογραφικής διασκευής στο μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ, ήταν λίγο πολύ προδιαγεγραμμένη.

Ο αθεράπευτα out of date ρομαντισμός που διαπερνά μέχρι το μεδούλι την σχέση του πρωταγωνιστικού διδύμου και που φαντάζει (με ένα γλυκό μειδίαμα πάντως στην άκρη των χειλιών...) αναστρέψιμα γραφικός, δεν θα μπορούσε να δυστυχήσει περισσότερο στην σκηνοθετική ματιά ενός δημιουργού που σχεδόν με απόλυτη συνέπεια (ας εξαιρέσω τα "Εραστής της Κομμώτριας", "Ridicule", "Man on the train" και το εκτός συναγωνισμού "Suicide shop") στις 40 ταινίες της καριέρας του, καταπιέζει εκ πεποιθήσεως τα όποια πάθη και τις επιθυμίες των ηρώων του και τους οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ένα ατάραχο, σχεδόν αποστειρωμένο (αν και κομψά ειδωμένο) κοινωνικό αλισβερίσι με τον περίγυρό τους.

Ο Λεκόντ εδώ διασκευάζει τελείως ανέμπνευστα τη νουβέλα του Αυστριακού λογοτέχνη, δεν προκύπτει σχεδόν από πουθενά σεναριακά ότι ο έρωτας της Λότε και του Φρίντριχ θα μπορούσε ποτέ να αντέξει τόσα χρόνια απόστασης, ενώ την ίδια στιγμή οι εντελώς νερόβραστοι πρωταγωνιστές του (η υπερτιμημένη Ρεμπέκα Χολ και ο Ρίτσαρντ -Ρομπ Σταρκ- Μάντεν, ο οποίος πρέπει κάποια στιγμή να αποδείξει ότι αξίζει να δηλώνει στην εφορία επάγγελμα ηθοποιός) δεν καταφέρνουν καν να συντονιστούν, να αλλάξουν μερικές ματιές που να σημαίνουν κάτι, να υποκριθούν μια υποψία χημείας βρε αδερφέ, τίποτα. Ο Άλαν Ρίκμαν βέβαια ξεχωρίζει στο ρελαντί, αλλά αυτό δεν φαντάζει και τόσο δύσκολο, δεδομένων των συνθηκών.

Αξιοπρεπής αναπαράσταση της εποχής, κομψή προσέγγιση, αλλά παντελής έλλειψη πάθους, εντελώς ασυγχρόνιστο με την εποχή που δημιουργήθηκε, δείχνει ικανό να συγκινήσει κάποιες ρομαντικές ψυχές, αρκεί βέβαια να ζουν έναν αιώνα πριν.

Υπόθεση:
Γερμανία, 1912. Ένας ταπεινής καταγωγής νεαρός άντρας, βρίσκει δουλειά σε ένα εργοστάσιο χάλυβα. Ο ιδιοκτήτης, Καρλ, εντυπωσιασμένος από τη δουλειά του, κάνει το νεαρό γραμματέα του. Καθώς η υγεία του Καρλ επιδεινώνεται και παραμένει εσώκλειστος στο σπίτι του, μεταφέρεται κι ο νεαρός μαζί, για να συνεχίσει τη δουλειά του. Εκεί γνωρίζει την κατά πολύ νεότερη σύζυγο του αφεντικού του, μια πανέμορφη και συνεσταλμένη γυναίκα. Όσο ο καιρός περνά, την ερωτεύεται σφόδρα, αλλά δεν τολμά να αποκαλύψει τα συναισθήματα του. Όταν ο Καρλ ανακοινώνει ότι θα τον στείλει να επιβλέψει τα ορυχεία του στο Μεξικό, η πληγωμένη αντίδραση της συζύγου του, θα αποκαλύψει ότι κι εκείνη έχει αισθήματα για το νεαρό άντρα- δε μπορεί όμως να εκφραστεί παρουσία του άρρωστου συζύγου της. Του δίνει μια υπόσχεση- όταν επιστρέψει σε δύο χρόνια, θα είναι δική του. Οχτώ χρόνια αργότερα, με εκατομμύρια νεκρούς και την Ευρώπη σε χαλάσματα, εκείνος επιστρέφει στην πατρίδα του, και στη γυναίκα που ελπίζει ότι τον περιμένει ακόμα. Έχει αντέξει όμως ο έρωτας τους το βίαιο πέρασμα του χρόνου; 

Σημείωμα σκηνοθέτη

    Πρόκειται για μια στοιχειωτική, έντονα συναισθηματική ταινία.

    Στοιχειωτική, γιατί ο φωτισμός, τα σκηνικά, ο τρόπος κινηματογράφισης, ο ρυθμός, όλα μεταφέρουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα ιλιγγιώδη συναισθήματα της ιστορίας. Η προβληματισμένη γοητεία μιας ταινίας προέρχεται από τη διευθέτηση των σκηνικών και των αντικειμένων στο χώρο.

    Έντονη, γιατί το μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ είναι ένα θαύμα της συνοπτικότητας- λες και ο συγγραφέας αποφάσισε να ξεφορτωθεί οτιδήποτε δεν τροφοδοτούσε άμεσα την ιστορία και το συναίσθημα που αυτή μας μεταφέρει. Η προσαρμογή του σεναρίου, που γράψαμε μαζί με το Ζερόμ Τονέρε, σέβεται την επιθυμία να παραμείνει στα απολύτως απαραίτητα.

    Συναισθηματική, γιατί γι’αυτό πρόκειται εξάλλου: την επιθυμία ενός εραστή. Να αγαπάς χωρίς να γνωρίζεις αν υπάρχει περίπτωση να αγαπηθείς κι εσύ. Να ονειρεύεσαι χωρίς να μπορείς να εκφράσεις τα όνειρα σου. Να το κρατάς μυστικό, αλλά να σε κρατά ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα. Το μυθιστόρημα του Τσβάιχ θέτει ένα μεγαλειώδες ερώτημα: αντέχει η επιθυμία ενός εραστή στο πέρασμα του χρόνου;

    Καθώς προσεγγίζω την ταινία, γνωρίζω πως η προσοχή μου θα κινητοποιείται από «τα μικρά τίποτα που μας οδηγούν».

   Κάτι ακόμη πολύ σημαντικό, είναι η επιλογή της γλώσσας. Θα ήταν χαζό να γυρίσω την ταινία στα Γαλλικά, καθώς η ιστορία αφορά τη Γερμανική πραγματικότητα  σε ένα πολύ συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο (την απαρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου). Για λίγο, σκέφτηκα από σεβασμό προς το Τσβάιχ,  να γύριζα την ταινία στα Γερμανικά. Αλλά εκτός του ότι δε μιλούσα τη γλώσσα, δε θα ήταν παράλογο για ένα Γάλλο σκηνοθέτη να γυρίσει στα Γερμανικά μια ταινία βασισμένη σε μυθιστόρημα του Τσβάιχ;

    Με τη σύμφωνη γνώμη και των παραγωγών, αποφασίσαμε να γυρίσουμε την ταινία στα Αγγλικά , μια γλώσσα που επιτρέπει στον Αντώνιο να λέει «Σ’αγαπώ» στην Κλεοπάτρα, και το Φρόυντ να χαιρετά το Γιουνγκ με ένα «Τι κάνεις;», χωρίς να αφήνει κανέναν έκπληκτο.

    -Πατρίς Λεκόντ

 

Πρώτη δημοσίευση: 7 Μαΐου 2015, 17:38
Ενημέρωση: 14 Μαΐου 2015, 15:42
Συντάκτης: 
Τίτλος:
Μια υπόσχεση (Une promesse)
Σκηνοθεσία: 
Έτος: 
Διάρκεια: 
94
Εταιρία διανομής: 
Release: 
7 Μαϊου 2015

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Feelgood
24061
Tanweer
6684
Tanweer
5357