Χαβιέ Μπαρδέμ-Πενέλοπε Κρουζ: «Μεγαλοφυής ο Φαραντί»
Ο Ασγκάρ Φαραντί επέστρεψε με το «Everybody knows», την πρώτη ταινία της φιλμογραφίας του, στην οποία δεν πρωταγωνιστούν Ιρανοί ηθοποιοί. Ο βραβευμένος με 2 Όσκαρ δημιουργός, έστησε ένα ισπανόφωνο καστ και μια ιστορία που απευθύνεται σε και δομείται από μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα. Δύο από τα αστέρια του πρωταγωνιστικού καστ, ο Χαβιέ Μπαρδέμ και η Πενέλοπε Κρούζ δεν κατάφεραν να κρύψουν τον θαυμασμό τους για τον Ιρανό σκηνοθέτη:

Πενέλοπε Κρουζ
- Πώς γνωριστήκατε με τον Ασγκάρ Φαραντί;
Μου αρέσουν πάρα πολύ οι ταινίες του Ασγκάρ, ιδιαίτερα το «Ένας χωρισμός», που για μένα είναι πραγματικό αριστούργημα. Μου τηλεφώνησε και μου είπε πως ήθελε να γυρίσει μια ταινία στην Ισπανία και πως με σκεφτόταν για έναν ρόλο. Το τηλεφώνημά του ήταν ένα από τα καλύτερα πράγματα που μου έχουν συμβεί σε όλη μου την καριέρα. Τον θαυμάζω. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους δημιουργούς. Είναι ένας καλός άνθρωπος, πολύ ξεχωριστός και εξαιρετικά ευαίσθητος.
- Τι σκεφτήκατε όταν διαβάσατε το σενάριο;
Ο Ασγκάρ μου εκμυστηρεύτηκε την ιστορία σχεδόν πέντε χρόνια πριν. Η αλήθεια είναι πως μέσα στην πάροδο του χρόνου η ιστορία εξελίχθηκε και τη μοιράστηκε μαζί μας κομμάτι κομμάτι, καθώς ο Χαβιέ κι εγώ είχαμε ήδη συμφωνήσει να συμμετάσχουμε στην ταινία μαζί του. Αυτό που ήθελε να πει μέσω της ιστορίας ήταν πολύ ενδιαφέρον. Κατά κάποιον τρόπο αυτή η οικογένεια λειτουργεί ως μία μεταφορά για το τι συμβαίνει γύρω μας. Μας λέει πως αν υποφέρει ένα μέλος μιας οικογένειας, τότε όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας υποφέρουν επίσης.
- Ποια είναι η Λάουρα;
Η Λάουρα είναι μια πολύ ξεχωριστή γυναίκα, η οποία έχει περάσει πολλά. Αναγκάστηκε να πάρει μερικές πολύ δύσκολες αποφάσεις οι οποίες είχαν να κάνουν με άλλους ανθρώπους. Κι αυτό το γεγονός είναι κάτι που τη βαραίνει μέσα της. Όλοι μας κουβαλάμε το βάρος των εμπειριών μας και των τραυμάτων μας. Η Λάουρα είναι μια γυναίκα που κρύβει ένα μεγάλο μυστικό και ξαφνικά αναγκάζεται να αντιμετωπίσει μια κρίση. Η κατάσταση αυτή την αναγκάζει να αποκαλύψει το μυστικό της και με αυτόν τον τρόπο να βγουν στην επιφάνεια πράγματα τα οποία αγωνιζόταν να παραμείνουν θαμμένα. Τα παραπάνω εξηγούν για ποιον λόγο ο συγκεκριμένος χαρακτήρας της Λάουρα ήταν ο πιο περίπλοκος που χρειάστηκε να παίξω στην καριέρα μου.
- Πώς ήταν να δουλεύετε με τον Ασγκάρ Φαραντί;
Όλα πήγαν εξαιρετικά καλά. Τα γυρίσματα κράτησαν σχεδόν τέσσερις μήνες. Και μέσα σε αυτούς τους τέσσερις μήνες συνέβησαν πάρα πολλά πράγματα. Ο Ασγκάρ είναι πολύ απαιτητικός αλλά είναι επίσης πολύ καλός στο να εξηγεί αυτό που θέλει. Ζητάει πολλά από εσένα αλλά το κάνει με τακτ. Το αποτέλεσμα είναι πως θέλεις πάντοτε να δίνεις τον καλύτερο εαυτό σου. Είναι πολύ εμπνευσμένος. Φωτίζει το δρόμο για να σε μεταφέρει εκεί που θέλει και το κάνει με κομψότητα επειδή είναι ένας πραγματικός καλλιτέχνης. Είναι ένα είδος ιδιοφυΐας, μια διαφορετική φυλή, προικισμένος με εξαιρετική ευαισθησία. Άνθρωποι όπως αυτός είναι σπάνιοι. Είναι σε θέση να συγκινήσει τους ανθρώπους βαθιά με τον τρόπο που λέει τις ιστορίες του, με αυτό που μεταφέρει. Και το κάνει με τέτοια ταπεινοφροσύνη. Δεν ισχυρίζεται ότι είναι προφήτης, αλλά για μένα είναι πολύ περισσότερο από ένας απλός σκηνοθέτης.

Χαβιέ Μπαρδέμ
- Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις όταν διαβάσατε το προσχέδιο του σεναρίου;
Ο Ασγκάρ δουλεύει πάνω σε ιδέες, σχέδια, ιστορίες. Διάβασα λοιπόν 20 ή 30 σελίδες που είχε γράψει, στις οποίες είχε επισυνάψει μια πολύ αναλυτική και λεπτομερή σύνοψη. Ήταν σαν σενάριο χωρίς τους διαλόγους. Έτσι, η αρχική μου αντίδραση ήταν ότι μου άρεσε πραγματικά η ιστορία, η ατμόσφαιρα και ιδίως οι σχέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες. Όπως και στις προηγούμενες ταινίες του έτσι και σε αυτήν, ασχολείται με τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας αλληλεπιδρά με τους άλλους. Και μιλάει και για το παρελθόν, το οποίο ανεβαίνει στην επιφάνεια και μπορεί να προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στη ζωή στο παρόν. Και πετυχαίνει ένα εξαιρετικά πιστό πορτρέτο ισπανικών συμπεριφορών. Το γεγονός ότι αυτό προέκυψε από κάποιον μη Ισπανό σκέφτηκα πως ήταν μεγαλοφυές.
- Πώς δουλέψατε με τον Φαραντί προκειμένου να δώσετε σάρκα και οστά στον χαρακτήρα που υποδύεστε;
Όταν ο Ασγκάρ ολοκλήρωσε το σενάριό του ξεκινήσαμε να συζητάμε σχετικά με τον χαρακτήρα αλλά και τις πρόβες. Ανυπομονούσα να κάτσω μαζί του και να αρχίσω να τον ακούω. Ο τρόπος με τον οποίο καθοδηγεί τους ηθοποιούς του και κατασκευάζει τις ταινίες του αποτελούν αποδείξεις της ιδιοφυΐας του. Όσο κάναμε πρόβες, οι οποίες κράτησαν δύο με τρεις βδομάδες, ανακάλυψα πως είχε το χάρισμα να δίνει χρώμα και λούστρο στη δουλειά των ηθοποιών του. Για μένα η ταινία αποτέλεσε την ευκαιρία να ανακατευτώ με ανθρώπους των οποίων τη δουλειά θαυμάζω ή με τους τους οποίους έχω ξαναδουλέψει, όπως ο Έντουαρντ Φερνάντεζ, εννοείται η Πενέλοπε και ο Ρικάρντο Νταρίν, με τον οποίο δεν είχα παίξει ποτέ ξανά μαζί και αποτελεί για μένα έναν από τους καλύτερους ηθοποιούς στον κόσμο. Το να βρίσκομαι στο ίδιο τραπέζι με όλους αυτούς και να βλέπω πως ο Ασγκάρ σκιαγραφούσε τους χαρακτήρες, πως μας ζητούσε να επικεντρωθούμε σε κάποιες πολύ συγκεκριμένες λεπτομέρειες, μέσω των οποίων ο καθένας καταλάβαινε την ουσία του χαρακτήρα του, απλά λάτρεψα την εμπειρία.
- Πείτε μας δυο λόγια για τον χαρακτήρα που υποδύεστε, τον Πάκο.
Είναι ένας άνθρωπος που ζει σε ένα χωριό, ακόμα κι αν έχει επαφές με την πόλη. Έχει δουλέψει πολύ σκληρά προκειμένου να βρεθεί εκεί που βρίσκεται. Έχει γεννηθεί στο σπίτι στο οποίο ζει η οικογένεια της Λάουρα. Σιγά σιγά άρχισε να καλλιεργεί τη γη και να φροντίζει τον αμπελώνα. Στην αρχή της ταινίας νιώθει πλήρης τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική του ζωή. Μετά, όμως, κάτι συμβαίνει, κάτι που εξαιτίας του έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά από απαιτήσεις: ψυχολογικές, συναισθηματικές, σωματικές και ηθικές. Έτσι, η ζωή του αλλάζει. Ξαφνικά, το παρελθόν του έρχεται στο προσκήνιο και συγκρούεται με το παρόν του. Ο χαρακτήρας του Πάκο είναι γεμάτος αποχρώσεις και στρώματα με τον τρόπο που έχει γραφτεί και, ελπίζω, με τον τρόπο που έχει ερμηνευτεί.
- Σας δυσκόλεψε κάποια σκηνή περισσότερο από τις άλλες;
Πιστεύω πως αυτή είναι μια πολύπλοκη ταινία, έτσι όμως είναι εντέλει κάθε ταινία για τον ένα λόγο ή τον άλλο. Εδώ, το κεντρικό θέμα δημιουργεί μεγάλη συναισθηματική ένταση. Καμία σκηνή δεν ήταν εύκολη. Για την ακρίβεια, ο Ασγκάρ μας έδινε οδηγίες για το πως να παιχτεί μια σκηνή, έβλεπε πως αυτή λειτουργούσε και αν ήθελε να δοκιμάσει κάτι άλλο ή να δώσει έμφαση σε κάτι, άλλαζε τις λεπτομέρειες. Τίποτε δεν αποτελούσε θέσφατο και ποτέ δεν είπε «έτσι πρέπει να είναι αυτό». Ίσα ίσα, ο Ασγκάρ αγαπάει τη ζωή και αυτό που θέλει είναι κάθε σκηνή να είναι αληθινή, να μπορεί να υπάρξει στην πραγματική ζωή

ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων