Arsenic and old lace (1944)

"Μόλις ανακάλυψε πως οι αγαπημένες θείες του έχουν δηλητηριάσει τον 13ο φίλο τους! " Μια μαύρη ξεκαρδιστική κωμωδία με τον Κάρι Γκραντ
Arsenic and old lace (1944) - κριτική ταινίας

Με τρέλα (και δαντέλα)

Τί να πρωτοπεί κανείς για την επική μαύρη θεατρική κωμωδία που μετέφερε άψογα στη μεγάλη οθόνη ο Φράνκ Κάφκα; Ο Κάρυ Γκραντ πουλά την τρέλλα του και εμείς την αγοράζουμε όσο όσο. Κυνισμός, ειρωνία και χιούμορ σε ένα τρελλό τρελλό performance με γρήγορες και σπιρτόζες ερμηνείες. Βγαλμένο από μιαν άλλη εποχή, το (μακάβριο μεν ξεκαρδιστικό δε) γέλιο βγήκε από τον...παράδεισο. Φυσικά εκτός τόπου και χρόνου, οπότε το χιούμορ είναι από oldschool έως και παλιομοδίτικο.

O «υπερβολικός» Grant, στη λογική του παραλόγου, προσπαθεί να πείσει τις θειάδες του να μη βάζουν αρσενικό στο κρασί των μουσαφιραίων, κάτι που μαθαίνει μόλις την πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής του, στο γάμο του. Οι γεροντοκόρες θειές, αντικρούουν τις κατηγορίες υποστηρίζοντας ότι επιτελούν κοινωνικό έργο, απαλάσσοντας την κοινωνία από μίζερα μοναχικά παράσιτα... Ο αδερφός του, νομίζει ότι είναι ο Τεοντόρ Ρούσβελτ....Ο άλλος του αδερφός, ως άλλος Frankenstein, o ψυχοπαθής Raymond Massey είναι όλα τα λεφτά, αλλά και ο Peter Lorre ως πλαστικός χειρούργος Dr Einstein ως το τέλειο δίδυμο γιατρού-ψυχωτικού δολοφόνου.

Ο Φράνκ Κάφκα, δεν αποφεύγει τις υπερβολές, σιχαίνεται το μινιμαλισμό, και αντί για νερό στο κρασί του, ρίχνει ...φαρμάκι! Και στάζει! Μια τρελλη τρελλή οικογένεια και ο Γκράντ έτοιμος να φωνάξει «.. το σόι μου»!! Ρομαντική και ντεμοντέ, η ταινία ωστόσο βλέπεται ακομα και το 2012 σε θερινό και συνοδεία σπιτικής κατά προτίμηση βανίλιας (υποβρύχιο) ή γλυκού του κουταλιού.

Ειρήνη Κατσαρά


ΑΘΗΝΑΙΑ

Πεμ.-Τετ.: 20.45/23.00


ΣΙΝΕ ΨΥΡΡΗ

Πεμ.-Τετ.: 20.50/23.00

Πρώτη δημοσίευση: 19 Jul 2012, 11:35
Ενημέρωση: 25 Jul 2012, 20:21
Τίτλος:
Arsenic and old lace (1944) (Αρσενικό και παλιά δαντέλα)
Είδος: 
Σκηνοθεσία: 
Χώρα: 
Έτος: 
Διάρκεια: 
118
Εταιρία διανομής: 
Release: 
19 Ιουλίου 2012

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Baghead, από την Spentzos Baghead, από την Spentzos