Σύνοψη: Το καλοκαίρι των δεκαέξι χρόνων του, ο Alexis, κατά την διάρκεια μιας εκδρομής με σκάφος στην θάλασσα στις ακτές της Νορμανδίας, γλιτώνει το ναυάγιο χάρη στην ηρωική επέμβαση του δεκαοκτάχρονου David. Ο Alexis μόλις γνώρισε τον φίλο των ονείρων του.
Αλλά θα κρατήσει άραγε το όνειρο περισσότερο από ένα καλοκαίρι; Το καλοκαίρι του ’85.
Άποψη: Έπειτα από ένα διάλειμμα με ένα πιο στιβαρό, σοβαρό και κάπως πιο ακαδημαϊκό δράμα, το Grace a Dieu που κέρδισε το βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 2019, o Φρανσουά Οζόν επιστρέφει στα γνώριμα εδάφη του, δηλαδή σε camp, κιτς μίξεις ειδών με θέμα την σεξουαλικότητα, τις σχέσεις των ανθρώπων και τα πάθη τους.
Επιστρέφει μάλιστα σε θεματικές που έχουμε δει σε ταινίες της αρχής της καριέρας του, όπως η μικρού μήκους A Summer Dress (1996) και η μεγάλου μήκους Criminal Lovers (1999). Ένας άνισος σκηνοθέτης που δεν κατορθώνει πάντα να πετύχει αυτός ακριβώς που θέλει αλλά πάντοτε έχει μια δική του ταυτότητα την οποία προσαρμόζει σε ό,τι και αν αναλάβει. Εν προκειμένω, διασκευάζει ελεύθερα το Dance on My Grave (1982) του Άγγλου συγγραφέα Aidan Chambers, τίτλος που προέρχεται από την επιθυμία του 18χρονου αγοριού να χορέψει στον τάφο του ο 16χρονος, όταν πεθάνει.
Κατ΄αρχάς, η ταινία δεν σκοπεύει να δημιουργήσει μια αίσθηση μυστηρίου, για το αν κάποιος πεθαίνει, ποιος, από ποιόν, μιας και από την πρώτη σκηνή ξέρουμε τι συμβαίνει, με τον 16χρονο να αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο με την μορφή voice over ότι τον ενδιαφέρει πολύ ο θάνατος και γι΄αυτό αυτοχαρακτηρίζεται παλαβός. Έχει μια μανία με την Αίγυπτο, τους τάφους και τις μούμιες και στο εφηβικό του δωμάτιο έχει μια αφίσα της ταινίας The Awakening (1980) με τον Charlton Heston, για μια μούμια που ζωντανεύει.
Το «καλοκαίρι του 85» ενδιαφέρεται είναι περισσότερο μια ταινία ενηλικίωσης και εφηβικού έρωτα, ένα Call Me By Your Name με μυστήριο και θάνατο, ή μια ομολογία αγάπης στο σινεμά του Eric Rohmer και του ανάλογου γαλλικού σινεμά της ραστώνης. Σαφώς το μυστήριο υπάρχει και τροφοδοτεί κάπως την ιστορία, διότι ξέρουμε από την αρχή στο περίπου τι συμβαίνει αλλά όχι τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνει, και έτσι ο κίνδυνος και ο φόβος είναι δύο αισθήματα που καιροφυλακτούν.
Ο Ozon συνδέεται με τους ήρωες και τους αισθάνεται, προσπαθεί να τους πλάσει όσο πιο ειλικρινά και ρεαλιστικά γίνεται και το πετυχαίνει σε σημαντικό βαθμό. Το camp και κιτς στοιχείο μοιάζει τρομερά αρμονικό με την χρονική στιγμή στην οποία τοποθετείται, τα 80s και έτσι δεν ξενίζει ακόμα και όσους δεν είναι φαν της συγκεκριμένης αισθητικής.
Οι Felix Lefebvre και Benjamin Voisin, ως τα δύο ερωτευμένα αγόρια, υποδύεται εξαιρετικά τους χαρακτήρες τους, τον έφηβο Alexis, που τώρα μαθαίνει τον εαυτό του, και πέραν της εγγύτητάς του με την έννοια του θανάτου, διακατέχεται από ζήλεια και ανασφάλεια, ο έρωτας για εκείνον δεν είναι ένα τόσο απλό πράγμα. Από την άλλη, ο ενήλικος πλέον David, ένας Γάλλος James Dean των 80s, αναζητά την εμπειρία και την ποικιλία και όχι τόσο μια σταθερή σχέση. Σχέση συγκρουσιακή και παθιασμένη που ασχέτως της οποιασδήποτε κατάληξης, θα κρατούσε το ενδιαφέρον του θεατή ακόμα και αν λειτουργούσε μόνο ως ρομάντζο ή ένα ήπιο μελόδραμα, είδη με τα οποία έχει ασχοληθεί ξανά.
Αλλά, όπως είπαμε, ο Ozon αρέσκεται στο να παίζει με τα είδη και στο «Ete ’85» του βγαίνει, αποτελώντας μια από τις καλύτερες ταινίες του των τελευταίων χρόνων.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων