Με φόντο μια σφύζουσα μουσική σκηνή και έντονες πολιτισμικές αναταραχές, ένας μυστηριώδης 19χρονος από τη Μινεσότα καταφτάνει στη Νέα Υόρκη με την κιθάρα και το επαναστατικό του ταλέντο, προορισμένος να αλλάξει την πορεία της αμερικανικής μουσικής.
Καλλιεργεί στενές σχέσεις με εμβληματικούς μουσικούς του Γκρίνουιτς Βίλατζ και εκτοξεύει την καριέρα του, που κορυφώνεται με μια πρωτοποριακή και αμφιλεγόμενη εμφάνιση.
O Tιμοτέ Σαλαμέ υποδύεται τον Μπομπ Ντίλαν.
To 1961, ο πιτσιρικάς Ντίλαν φτάνει στη Νέα Υόρκη με στόχο να συναντήσει τον νοσηλευόμενο Γούντι Γκάθρι και να του παρουσιάσει (μαζί και στον φίλο του Πιτ Σίγκερ που στη συνέχεια τον βοήθησε στο ξεκίνημά του μέχρι να γίνει ο μουσικός που κατέληξε) ένα τραγούδι που έγραψε γι’ αυτόν. Αυτή είναι η αρχή της ταινίας του Τζέιμς Μάνγκολντ που ασχολείται με τα πρώιμα χρόνια του θρύλου της φολκ, Μπομπ Ντίλαν, μέχρι την εποχή που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ηλεκτρική κιθάρα και παρά τις αντιρρήσεις από τους αμετανόητους φαν, έγραψε ιστορία και άλλαξε πίστα στην καριέρα του.
Αυτό το κομμάτι της ταινίας είναι και το πιο ηλεκτρισμένο ίσως και το πιο ενδιαφέρον και συμβαίνει δυστυχώς (ή ευτυχώς) προς το τέλος.
Ως τότε απολαμβάνουμε μια εξαιρετική ανασύσταση της εποχής, τα πρώιμα τραγούδια και τις δράσεις του άγουρου Μπομπ Ντίλαν, που έστω και αν δεν έγιναν έτσι ακριβώς όπως τα παρακολουθούμε, μπορείς να τα αποδεχθείς σαν μια υποκειμενική μυθοπλασία που προφανώς απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν έζησαν τον Ντίλανν την εποχή του, ένα νεότερο κοινό που έχει ακούσει (και εκτιμήσει ή όχι) ορισμένα θρυλικά του τραγούδια.
Έτσι μάλλον εξηγείται και το γεγονός πως κατά την διάρκεια και φυσικά μετά το τέλος του φιλμ, ο Ντίλαν παραμένει "A complete unknown" σε όσους δεν τον γνωρίζουν (καλά), δεν μαθαίνουμε τα βιώματά του, από που εμπνεύστηκε για να γράψει τα πρώτα τραγούδια του, αγνοούνται σχεδόν οι πολιτικές πεποιθήσεις του Ντίλαν (αυτογκόλ), τονίζονται -αναμενόμενα- οι live εμφανίσεις του (και πολύ προσεγμένα όσον αφορά στο μουσικό κομμάτι), ενώ όσον αφορά στην προσωπική του ζωή και την ιδιότροπη συμπεριφορά του, ο σκηνοθέτης Μάνγκολντ δεν ξύνει πληγές και ειδικά το ερωτικό τρίγωνο που πάει να δημιουργηθεί με την Σίλβι Ρούσο (η κοπέλα στο εξώφυλλο του album «The Freewheelin’ Bob Dylan») και την επίσης σταρ της φολκ Τζόαν Μπαέζ δεν αποδεικνύεται λειτουργικό για την ουσιαστική προσέγγιση προς τον ήρωα.
Η ερμηνεία του Σαλαμέ όμως είναι όσο cool ακριβώς απαιτείται, επίσης την Μόνικα Μπάρμπαρο δεν την περιμέναμε τόσο φυσικά μαγνητική, αντιθέτως περίμεναμε τον Έντουαρντ Νόρτον σταθερά εξαιρετικό (σε ότι κάνει εν πάση περιπτώση).
Πάντως, μπορεί να είναι κάπως αφαιρετικά μινιμαλιστική και όχι τόσο ευρηματική η συγκεκριμένη κινηματογραφική βιογραφία, είναι όμως κατασκευασμένη με ευαισθησία (και θαυμασμό) προς τον Ντίλαν και δεν θα την χαρακτήριζες σε καμία περίπτωση αγιογραφία, κάτι μάλλον παράξενο καθώς ο ίδιος ο Ντίλαν έχει δώσει την έγκρισή του.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων