Γιάννης Μπλέτας: "Τίποτα τελικά δεν μένει ατιμώρητο"

Δημοσίευση: 1 Σεπτεμβρίου 2018, 13:03
Συντάκτης:

Ο Γιάννης Μπλέτας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Είναι απόφοιτος Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο, καθώς και της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν. Παράλληλα με τις σπουδές του, την υποκριτική και τη συγγραφή θεατρικών έργων, ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο. Το 2016 προβλήθηκε online η πρώτη του ταινία μικρού μήκους, με τίτλο ‘Η Ομπρέλα’. Την επόμενη χρονιά, ακολούθησαν τα φιλμ ‘Το Ταξίδι’ (3 βραβεία), ‘Βάλσαμο’, καθώς και ‘Τα Γεμιστά’, η ταινία που έχει ήδη τιμηθεί με 9 βραβεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό: μεταξύ άλλων, Βραβείο “Νέοι σκηνοθέτες’’ (Διεθνές Φεστιβάλ Ψηφιακού Κινηματογράφου Αθηνών, 2018),  Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Σεναρίου (Melbourne City Independent Film Festival 2018), Βραβείο Φωτογραφίας  σε Ταινία (Hollywood Moving Pictures Film Festival 2018). Φέτος, ολοκλήρωσε άλλες δύο ταινίες μικρού μήκους, το ‘Armatoloi’ και το ‘Τάμα’. Με αφορμή το δεύτερο, μιλάει στο MOVE IT (www.moveitmag.gr):

  • Ποια ήταν η στιγμή εκείνη όπου αποφάσισες ότι ήθελες να γίνεις κινηματογραφιστής, ενώ έχεις σπουδάσει φιλολογία και υποκριτική;

Πρακτικά όταν πήρα στα χέρια μου μια κάμερα, όσο φοιτούσα ακόμη στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, καθώς χρειάστηκε να ετοιμάσω μια σειρά από βίντεο για ένα πρότζεκτ. Ένα μήνα αργότερα κατάφερα να κάνω πραγματικότητα μια ιδέα που είχα στο μυαλό μου για αρκετά χρόνια: μια ταινία μικρού μήκους με τίτλο “Η ομπρέλα”, η οποία προβλήθηκε διαδικτυακά και έθιγε ένα σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο: την εγκατάλειψη των ζώων συντροφιάς. Η ταινία είχε ανταπόκριση και έλαβα αρκετά θετικά σχόλια. Εκείνη τη στιγμή, λοιπόν, αποφάσισα ότι θέλω να ασχοληθώ πιο σοβαρά με τον κινηματογράφο, σε επίπεδο συγγραφής και σκηνοθεσίας. Οι σπουδές μου, βέβαια, με έχουν βοηθήσει αρκετά σε αυτό το κομμάτι.

  • Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης για το “Τάμα”, τη νέα σου ταινία, και τι  επιθυμείς να αποκομίσει ο θεατής από αυτήν;

Η πραγματική διαδικασία ενός τάματος στον Άγιο και μια φανουρόπιτα, το περασμένο καλοκαίρι, για την χαμένη μου ταυτότητα, την οποία ευτυχώς μου την “φανέρωσε” όντως λίγο καιρό μετά. Τίποτα τελικά δεν μένει ατιμώρητο και υπάρχει δικαιοσύνη. Θες είναι το σύμπαν, είναι η μοίρα, είναι ο ίδιος ο Θεός, θες ο “τροχός”; Είναι ένα ηθικό δίδαγμα που μαθαίνουμε από μικρά παιδιά. Ο κάθε θεατής, βέβαια, μπορεί να καταλάβει και κάτι διαφορετικό επιπροσθέτως και αυτό είναι που είναι γοητευτικό στη δουλειά μου, να μην υπάρχει “έτοιμη” τροφή.

  • Γιατί επέλεξες ως ‘σκηνικό’ ένα ορεινό χωριό, που μοιάζει έρημο, καθώς εμφανίζονται αποκλειστικά και μόνο οι ήρωες της ταινίας; Πόσο εξυπηρετεί η συγκεκριμένη τοποθεσία, τα αμιγώς εξωτερικά γυρίσματα, καθώς και η απουσία λοιπών προσώπων, την ίδια την ιστορία και τα θέματα που θίγει; Θα μπορούσε να εκτυλίσσεται με ανάλογη δυναμική σε ένα αστικό περιβάλλον ή τότε θα μιλάγαμε για μια τελείως διαφορετική ταινία;

Σίγουρα σε ένα αστικό περιβάλλον θα ήταν μια άλλη ταινία. Η ορεινή τοποθεσία, το πέτρινο σκηνικό, οι ήρωες που συζητούν για πρώτη φορά για ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα, σε έναν έρημο εξωτερικό χώρο. Φαινομενικά έρημο τουλάχιστον, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι οτιδήποτε λέγεται σε ένα χωριό σε εξωτερικό χώρο, δύσκολα μένει κρυφό. H αυγουστιάτικη κάψα, επίσης:  “βράζει ο τόπος”, όπως ακριβώς βράζουν και οι πρωταγωνιστές της ταινίας. Στο ζουμί τους. Δημιουργείται ένα κλίμα δυσφορίας, γι’ αυτό και οι ηθοποιοί συμπεριφέρονται άνευρα, σχεδόν κανείς δεν φτάνει στο σημείο να φωνάξει. Οι άνθρωποι στα χωριά, ειδικά στα ορεινά, είναι πιο ωμοί, αλλά και πιο αυθεντικοί.

  • Κουβαλώντας την εμπειρία που έχεις αποκτήσει από τις προηγούμενες πέντε ταινίες σου, πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η διαδικασία των γυρισμάτων, έχοντας μάλιστα άμεση εμπλοκή στην παραγωγή;

Το “Τάμα” για μένα είναι η πιο ώριμη δουλειά μου, αλλά και αντικειμενικά, η πλέον απαιτητική. Αρχικά λόγω δυσκολίας σεναρίου. Γνώρισα τον Γιάννη Χατζηκυριάκο στο περιθώριο των γυρισμάτων ενός αγγλικού σίριαλ στο Λονδίνο και ήρθα σε επαφή με τον τρόπο γραφής του. Το σενάριο μετατράπηκε σε ένα πολύ συμπυκνωμένο κείμενο, σχεδόν λακωνικό. Μια λέξη μπορεί ερμηνευτικά να αντιστοιχεί σε 15, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά στον ελληνικό κινηματογράφο, καθώς υπάρχει μια τάση να φλυαρούμε. Στο σενάριο ακόμη έχουμε προσέξει πολύ, με τη βοήθεια του Γιάννη, τη σημειολογία του, με βάση τους ήρωες και τα όσα νιώθουν, αλλά δεν αποκαλύπτουν ευθέως, δημιουργώντας ένα σημειολογικό παζλ όπου όλα τα κομμάτια του, επικοινωνούν μεταξύ τους. Στη συνέχεια, χρειάστηκε να κάνουμε αρκετές πρόβες, ακριβώς λόγω αυτής της δυσκολίας. Τα γυρίσματα έγιναν μέσα Οκτωβρίου, ο καιρός δεν βοήθησε ιδιαίτερα, παρ' όλο που έγιναν στην Κρήτη. Φυσούσε αρκετά. Παράλληλα, ψεκάζαμε συνεχώς τους ηθοποιούς με νερό, ώστε να φαίνονται ιδρωμένοι. Έτσι, όταν κάθε ηθοποιός τελείωνε το γύρισμά του, κουκουλωνόταν. Ακόμη, τεχνικά η ταινία ήταν δύσκολη, καθώς όλες οι σκηνές του παρελθόντος είναι μονοπλάνα. Επομένως, όλες αυτές τις είχαμε χορογραφήσει. Αξίζει να αναφέρω ότι το μεγάλο άγχος μου ήταν η μεγάλη σκηνή του τραπεζιού, που έπρεπε να βγει και εκείνη μονοπλάνο. Ακριβώς όμως επειδή είχαμε κάνει τόσες πολλές πρόβες και το είχαμε χορογραφήσει, πέτυχε με την πρώτη η λήψη, σε μια απαιτητική σκηνή, όπου ενώ οι ηθοποιοί δεν λένε πολλά, υπάρχει μεγάλη επικοινωνία, ο καθένας προς όλους. Μην ξεχνάμε ωστόσο, το δεδομένο του εξωτερικού χώρου: τα πάντα είναι απρόβλεπτα. Με την πρώτη όμως, είχαμε το ενιαίο πλάνο, διάρκειας μάλιστα σχεδόν 5 λεπτών, και δεν χρειάστηκε δεύτερο take. Τότε, τολμώ να πω ότι ένιωσα περήφανος για την προεργασία και τη σωστή δουλειά που είχαμε κάνει. Προέκυψαν και άλλες δυσκολίες, αλλά το θέμα είναι πόσο έτοιμος είσαι να τις αντιμετωπίσεις.

  • Στην ταινία δεν συμμετέχουν γνωστοί ηθοποιοί. Ήταν σκόπιμη αυτή η επιλογή ή από ανάγκη; Πώς κατέληξες στους συγκεκριμένους - επαγγελματίες και ερασιτέχνες – ηθοποιούς και ποια ήταν η σκηνοθετική σου οδηγία προς εκείνους, σε συνδυασμό με τους κοφτούς και συχνά επαναλαμβανόμενους διαλόγους, τις σιωπές, τους φυσικούς ήχους και το συγκεκριμένο μοντάζ;

Ήταν σκόπιμη η συγκεκριμένη επιλογή ηθοποιών. Ήθελα στην ταινία να εμφανίζονται πιο ‘παρθένα’ άτομα, ώστε να μπορώ να τους πλάσω εκ του μηδενός, αν και οι πιο πολλοί ασχολούνται χρόνια με το θέατρο εντός και εκτός Κρήτης. Έπρεπε να είναι συνδεδεμένοι με το περιβάλλον, όχι επιφανειακά. Δώσαμε ακόμη ιδιαίτερη έμφαση στις φυσιογνωμίες των ηθοποιών που θα ενσάρκωναν αυτούς τους ρόλους. Νομίζω ότι στην ταινία εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι σιωπές και όσα δεν λέγονται. Το κείμενο, όπως αναφέρθηκε, είναι κοφτό και συχνά επαναλαμβάνεται. Η μουσική από τα τζιτζίκια του Αυγούστου  και όλοι οι φυσικοί ήχοι που συναντά κανείς στο χωριό, σε συνδυασμό με τα όρνια, που κόβουν βόλτες από πάνω τους, η επιλογή των ηθοποιών ενδυματολογικά -να εκπροσωπούν ένα χρώμα από κόλλυβα- δημιουργεί μια πένθιμη ατμόσφαιρα που κουμπώνει με το συμπεριφορά των ηρώων και τον πιο αγνό, αλλά αυθεντικό, τρόπο ζωής. Όλα τα μέλη της οικογένειας ξέρουν καλά τι συμβαίνει, αλλά κανείς δεν μιλάει ευθέως γι’αυτό.

  • Από τη στιγμή που ακόμη και πολυδιαφημισμένες ακριβές εγχώριες παραγωγές μεγάλου μήκους δυσκολεύονται να βρουν το κοινό τους, τι τύχη πιστεύεις πως μπορεί να έχει μια μικρού μήκους ταινία χωρίς επίσημη διανομή στην Ελλάδα του σήμερα;

Κάθε ταινία μπορεί να βρει το δρόμο της. Φυσικά, αυτό εξαρτάται και από το τι περιμένει ο καθένας από αυτήν. Εάν περιμένει αποκλειστικά και μόνο εισπρακτική επιτυχία, τότε θα δυσκολευτεί αρκετά. Σημαντικό είναι να μαθευτεί η κάθε δουλειά, να βρίσκει τον τρόπο να βγει ‘προς τα έξω’. Η συγκεκριμένη, ας πούμε: για το πόσο διαφορετική είναι σε σχέση με άλλες ανάλογης διάρκειας.

  • Παρά το νεαρό της ηλικίας σου, έχεις ήδη παίξει σε παραστάσεις, έχεις γράψει τα δικά σου θεατρικά έργα, έχεις σκηνοθετήσει μουσικά videoclips και έχεις ήδη γυρίσει 6 ταινίες μικρού μήκους. Πόσο μακριά πιστεύεις ότι μπορούν να σε οδηγήσουν τα καλλιτεχνικά σου όνειρα, σε σχέση μάλιστα με τους εμφανείς κοινωνικούς προβληματισμούς σου; Είναι στα σχέδιά σου μια μεγάλου μήκους ταινία και εάν ναι, με τι θέμα;

Είναι αλήθεια ότι δεν έχω κάνει όσα θα ήθελα κι αυτό κυρίως γιατί δεν είχα τα κατάλληλα μέσα. Στο εξωτερικό υπάρχουν, δίχως άλλο, και ηθοποιοί και σκηνοθέτες πολύ μικρότεροι από εμένα και έχουν ήδη ‘πλούσια βιογραφικά’ και αρκετές ‘επιτυχίες’. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, τα δεδομένα είναι διαφορετικά. Καταρχάς, δεν γίνεται να επιβιώσεις κάνοντας μόνο αυτό. Έτσι χρειάζεται να ασχολείσαι με άλλα πράγματα παράλληλα, τα οποία εν μέρει σε καθυστερούν, αλλά προσφέρουν στο βιοποριστικό κομμάτι. Στην τέχνη δεν υπάρχει ηλικία, ο κάθε καλλιτέχνης δημιουργεί όταν θεωρήσει ότι είναι έτοιμος. Σίγουρα ωριμάζεις με το πέρασμα του χρόνου, αλλά, όσο νωρίτερα ξεκινάς και το πάρεις απόφαση, τόσο καλύτερα αποτελέσματα θα έχεις λόγω τριβής. Θέλω να πιστεύω ότι τα όνειρά μου θα με οδηγήσουν πολύ μακριά, λαμβάνοντας υπόψη και τους κοινωνικούς μου προβληματισμούς. Με αφορμή έναν τέτοιο προβληματισμό, άλλωστε, ξεκίνησα να κάνω ταινίες μικρού μήκους. Υπάρχουν διάφορα κινηματογραφικά πρότζεκτ που είναι στα ‘προσεχώς’, όπως και μια μεγάλου μήκους ταινία. Αν και είναι ακόμα σε πολύ αρχικό στάδιο, μπορώ να πω ότι θα είναι αστυνομική. Κυρίως λόγω του μικροβίου που απέκτησα μέσα από το “Τάμα”.

  • Τέλος, θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας μια προσωπική ευχή, ένα δικό σου μυστικό ‘τάμα’;

Το “τάμα” δεν πρέπει να αποκαλυφθεί, προτού πραγματοποιηθεί! Εύχομαι, πάντως, τα “τάματα” όλων μας να γίνουν σύντομα πραγματικότητα.

Περισσότερα για το "Τάμα" μπορείτε να διαβάσετε και να δείτε εδώ.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos