Θα το βρείτε: Cinobo
Σύνοψη: H C., μία εργασιομανής κι επιτυχημένη sound designer, ανακαλύπτει ξαφνικά -με αφορμή κάποιες ελαττωματικές μίξεις ήχου που έχει παραδώσει- πως πάσχει από μια απροσδιόριστη πάθηση που την κάνει να ακούει τον ήχο με καθυστέρηση σε σχέση με την εικόνα.
Η ανακάλυψη αυτή θα φέρει τα πάνω – κάτω στη ζωή της, ανακινώντας καλά κρυμμένα οικογενειακά μυστικά και όχι μόνο.
Άποψη: Σε κάθε ταινία, ο σχεδιαστής ή η σχεδιάστρια ήχου διαδραματίζει κομβικό ρόλο, συγχρονίζοντας την εικόνα με τον ήχο, τόσο τον φυσικό όσο κι εκείνον που παράγεται από τα αντίστοιχα εφέ.
Το «Οut of sync» διερευνά, λοιπόν, την ομολογουμένως ενδιαφέρουσα συνθήκη του τι θα συνέβαινε, αν μία μέρα το άτομο που είναι επιφορτισμένο με την συγκεκριμένη δουλειά ξυπνούσε κι άκουγε τα πάντα γύρω του με καθυστέρηση, π.χ. έβλεπε πρώτα τα χείλη του συνομιλητή του να κινούνται κι ύστερα άκουγε τα λεγόμενά του.
Δυστυχώς, όμως, ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα το 2016 (για το μικρού μήκους Timecode) Χουάνχο Χιμένεθ Πένια δείχνει να μην μπορεί να ξεφύγει από την συνήθη «κατάρα» αρκετών μικρομηκάδων, αδυνατώντας να εξελίξει μια ελκυστική ιδέα σε συνεκτική μεγάλου μήκους ταινία.
Επί 100 περίπου λεπτά, το μόνο για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι ο σκηνοθέτης δυσκολεύεται να αποφασίσει ποια κατεύθυνση θα ήθελε να ακολουθήσει η ταινία του, αφενός σε σχέση με το υπόβαθρο της διαταραχής που βιώνει η C. κι αφετέρου σε επίπεδο ύφους.
Έτσι, αναφορικά με το πρώτο σκέλος, η ηρωίδα μοιάζει να πάσχει από μία πάθηση που διαρκώς αλλάζει συμπτωματολογικό περιεχόμενο, καθώς αρχικά την βλέπουμε να ακούει με καθυστέρηση λίγων κινηματογραφικών καρέ, στη συνέχεια με καθυστέρηση έως και δύο περίπου λεπτών κι αργότερα να μπορεί να ακούει ό, τι έχει ειπωθεί σε ένα μέρος, ακόμα και πριν φτάσει η ίδια σε αυτό.
Εύλογα, επομένως, ο θεατής εισπράττει μια σχετική ταλάντευση και ως προς το είδος της ταινίας που παρακολουθεί, μιας και αδυνατεί να προσδιορίσει με ακρίβεια τα όρια ανάμεσα στην επιστημονική φαντασία, το θρίλερ, ακόμα και το ανορθόδοξο love story.
Σα να ανοίγονται πολλαπλά ενδεχόμενα μπροστά του από το σκηνοθέτη, απλώς και μόνο εν είδει ανακατέματος της τράπουλας, χωρίς κάποια συγκεκριμένη στόχευση. Σα να παρακολουθεί διαφορετικά drafts του ίδιου project συρραμμένα σε μία ενιαία ταινία.
Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια το τελικό αποτέλεσμα, παρά την αφοσιωμένη ερμηνεία της Μάρτα Νιέτο (Εξαφανισμένος), και να χάνει σε πειστικότητα και να μην καταφέρνει να γίνει επιδραστικό σε κανένα από τα genres με τα οποία διασταυρώνεται, αποπνέοντας τελικά κάτι από τα soft θρίλερ που συνήθιζε να προβάλλει το Star κάποιες καθημερινές αργά το βράδυ και σε έκαναν να υπομένεις τον διαφημιστικό μαραθώνιο λόγω του έξυπνου premise τους, μόνο και μόνο για να αναφωνήσεις μόλις πέσουν οι τίτλοι τέλους: «τσάμπα το ξενύχτι».
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων