Σύνοψη: Βαριά άρρωστη, η Σαμ αφήνει για λίγο την κλινική στην οποία νοσηλεύεται και πηγαίνει ως το κέντρο της Νέας Υόρκης για μια παράσταση κουκλοθεάτρου. Εκεί θα γίνει μάρτυρας μιας φονικής εισβολής από εξωγήινα τέρατα, τα οποία εξοντώνουν οποιονδήποτε βγάζει τον παραμικρό ήχο.
Άποψη: Οι δύο πρώτες ταινίες του franchise του Ένα Ήσυχο Μέρος διά χειρός John Krasinski ήταν πραγματικά αποκάλυψη, δύο πολύ έξυπνες ως προς την χρήση της σιωπής, του σασπένς και του τρόμου ταινίες που αναβάθμισαν το είδος του μετααποκαλυπτικού-δυστοπικού τρόμου με τέρατα.
Η Ημέρα Πρώτη, στην οποία ο Krasinski εκτελεί χρέη παραγωγού αφήνοντας την σκηνοθεσία στον Michael Sarnoski του τολμηρού Pig με τον Νίκολας Κέιτζ, στα πλαίσια της λογικής ενός πρίκουελ, μας πάει στην αρχή, στο πώς ξεκίνησε ο τρόμος με τα τέρατα που με τον παραμικρό ήχο έρχονται να σε κατασπαράξουν βυθίζοντας μια κοινωνία στην σιωπή.
Διόλου τυχαία η πόλη που επιλέχθηκε είναι η Νέα Υόρκη, μια απίστευτα θορυβώδης πόλη, με πολλούς κατοίκους που θα καθιστούσε ακόμα πιο δύσκολη την προσπάθεια της αναγκαστικής σιωπής για να μην ξυπνήσουν το τέρας.
Ο Sarnoski έχει κάποιες κοινές αρετές με τον Krasinski, δηλαδή ξέρει σωστά να χειριστεί την σιωπή, δεν την φοβάται ενώ όπου πρέπει τολμά να την σπάσει. Ουδέποτε καταλήγει βαρετό ή κουραστικό, αντιθέτως η ένταση διατηρείται αμείωτη έως τέλους, όπως και ο τρόμος με κάποια -αν και επαναλαμβανόμενα- jump scares να κόβουν την ανάσα του θεατή. Τα τέρατα επέστρεψαν ορεξάτα και εμφανίζονται από την αρχή της ταινίας γνωρίζοντας αυτή την φορά τι παίρνεις.
Αυτό όμως που δεν παίρνεις είναι ένα ουσιαστικό πρίκουελ. Υποτίθεται βρισκόμαστε στην πρώτη ημέρα, στην απαρχή, ωστόσο η ταινία δεν εστιάζει ούτε θέλει να δείξει πώς ξεκίνησε όλο αυτό και γιατί. Πουθενά δεν προσπαθεί να αναδείξει κάτι τέτοιο.
Από την στιγμή που εμφανίζονται τα τέρατα ξαφνικά σε έναν δρόμο της Νέας Υόρκης και η ταινία αλλά και οι ήρωες παίρνουν ως δεδομένο ότι υπάρχουν και κάνουν ό,τι μπορούν για να τα αποφύγουν. Κανείς δεν αναρωτιέται πώς ήρθαν ούτε γίνεται κάποια δράση για να τερματιστεί. Οι ήρωες είναι σαν να ήξεραν εξ αρχής ότι τα τραβάει ο ήχος και ποια θα πρέπει να είναι η αντίδρασή τους για να σωθούν.
Έτσι λοιπόν περισσότερο την βλέπουμε ως μια ταινία που δείχνει παράλληλα με τα όσα γίνονται στα περίχωρα της Νέας Υόρκης στην πρώτη ταινία, τι γίνεται και στο κέντρο, παρά ως το ξεκίνημα της όλης ιστορίας για το οποίο δεν βλέπουμε τίποτα.
Όπως ούτε και για τους χαρακτήρες, οι οποίο βυθίζονται υπό το βάρος του CGI των τεράτων και της καταστροφής και έτσι λειτουργούν πιο πολύ ως τρομαγμένα σκηνικά παρά ως ηθοποιοί που έχουν ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Η Lupita Nyong’o πολύ καλή και γράφει τρομερά στην κάμερα το τρομαγμένο της πρόσωπο, σε ένα ρόλο που επιχειρήθηκε να του δοθεί ένα back story αλλά γρήγορα ατόνησε. Αντίθετα, ο Djimon Hounsou απροκάλυπτα αναξιοποίητος σε έναν ρόλο που τον βλέπουμε σε μια σκηνή στην αρχή και μια στο τέλος.
Η Ημέρα Πρώτη είναι ένα -εκ του αποτελέσματος- αχρείαστο μέρος στο franchise, παρότι έχει τον τρόμο και την ένταση για να δώσει την απαραίτητη διασκέδαση στον θεατή.
Είναι όμως πιο πολύ σαν ταινία του Michael Bay (που επίσης είναι παραγωγός): μια ταινία δηλαδή με δράση, ένταση, τρέξιμο, καταστροφή, τέρατα αλλά με χαρακτήρες που υπάρχουν απλώς για να εξυπηρετήσουν το fun κομμάτι της Αποκάλυψης.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων