Σύνοψη: Η Rosa είναι η ψυχή της λαϊκής γειτονιάς της στην παλιά Μασσαλία. Μοιράζει την αστείρευτη ενέργειά της μεταξύ της οικογένειάς της, της εργασίας της ως νοσοκόμα και της πολιτικής της δέσμευσης να βοηθάει τους αδύναμους.
Καθώς όμως πλησιάζει στη συνταξιοδότηση, οι ψευδαισθήσεις της ξεθωριάζουν. Η ζωντάνια των κοντινών της ανθρώπων και η συνάντησή της με τον Henri την ωθούν να συνειδητοποιήσει ότι ποτέ δεν είναι αργά για να πραγματοποιήσει τα όνειρά της.
Άποψη: Η Μασσαλία είναι μια πόλη που ιδρύθηκε γύρω στα 600 π.Χ. από τους Φωκαείς, με αποτέλεσμα η σχέση της γαλλικής πόλη με την Ελλάδα να είναι στενή διαχρονικά. Δεν προκαλεί έκπληξη που σε πλατεία της πόλης δεσπόζει μια προτομή του Ομήρου, ποιητή που διάφορες πόλεις διεκδικούν την καταγωγή του, μια εκ των οποίων η ιωνική Φώκαια.
Πίσω από αυτό το σκηνικό, ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν στήνει για άλλη μια φορά μια γλυκόπικρη και νοσταλγική λαϊκή δραμεντί με φόντο την Μασσαλία και την πραγματική κατάρρευση κτηρίων, που οδήγησε σε τραυματισμούς, θανάτους και ξεσπίτωμα.
Και η γιορτή συνεχίζεται είναι ένας τίτλος διπλής ανάγνωσης: από την μία είναι σαν να το βροντοφωνάζει ο ίδιος ο καπιταλισμός, που μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για τα προβλήματα του πολίτη και ειδικά των λαϊκών στρωμάτων, οπότε το πάρτι ασυδοσίας και ανευθυνότητας συνεχίζεται κανονικά, παρόλα τα προβλήματα που προκύπτουν.
Από την άλλη, πίσω από αυτό το σύνθημα κρύβεται η μεσογειακή ανεμελιά ανθρώπων που παίζουν μουσικά όργανα, τραγουδούν και οργανώνονται για το κοινό καλό.
Ο Γκεντιγκιάν υπηρετεί πιστά ένα αριστερό, λαϊκό και ευαισθητοποιημένο σινεμά με κέντρο βάρους την Μασσαλία στην οποία διαδραματίζονται οι περισσότερες ταινίες του και αποτελεί κάθε φορά έναν κεντρικό ρόλο στην ταινία του.
Σε αντίθεση με άλλες πιο επιτυχημένες δουλειές του, όπως τα Χιόνια στο Κιλιμάντζαρο, κλείνεται υπερβολικά στον εαυτό της και στον χώρο της και διαθέτει μια απλοϊκότητα στα μηνύματά της. Ακόμα και το κόνσεπτ της προτομής του Ομήρου που όντας τυφλός δεν είδε τι έγινε εκείνη την ημέρα, αλλά τα άκουσε όλα και την σύνδεση του εν αναβρασμώ παρόντος με το αρχαίο παρελθόν φαίνονται εν τέλει κάπως γλαφυρά και ρομαντικά, χωρίς βαθύτερη ουσία.
Σίγουρα αισιόδοξος, μιας και βρίσκει αχτίδα φωτός ακόμα και κάτω από τα συντρίμμια των πολυκατοικιών, αλλά ταυτόχρονα ήπια μεν, απερίφραστα δε επικριτικός απέναντι σε ένα σύστημα που δεν προστατεύει τους πολίτες του, αφήνοντάς του στον κίνδυνο ή ακόμα και στον θάνατο.
Οποιαδήποτε ομοιότητα με την ελληνική πραγματικότητα στην κρίση του καθενός.
Παράλληλα βέβαια με αυτή την ιστορία που μοιάζει να είναι η κεντρική, ξεπηδούν μικροϊστορίες ανθρώπων αστήριχτες και πολλές δίχως να προσθέτουν κάτι στο τελικό μήνυμα του σκηνοθέτη.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων