Σύνοψη: Η Patience Portefeux (Isabelle Huppert) εργάζεται ως μεταφράστρια Γαλλο-Αραβικών για το τμήμα δίωξης ναρκωτικών της αστυνομίας του Παρισιού. Η ζωή της μοιράζεται ανάμεσα στις συνεχείς παρακολουθήσεις κλήσεων και συζητήσεων μεταξύ εμπόρων και στις επισκέψεις στο γηροκομείο όπου βρίσκεται η μητέρα της, από το οποίο μάλιστα απειλούν να την διώξουν αν δεν τακτοποιήσει άμεσα τις οικονομικές της υποχρεώσεις.
Όταν ακούει τυχαία σε μια συζήτηση έρευνας την αγαπημένη νοσοκόμα της μητέρας της να συνομιλεί με τον γιό της, ο οποίος μεταφέρει μια τεράστια ποσότητα ναρκωτικών στην πόλη, η Patience κινητοποιείται άμεσα για να τον βοηθήσει. Η εμπλοκή της αυτή την φέρνει οσονούπω κοντά σε 1,5 τόνο χασίς και στην καρδιά ενός κυκλώματος διακίνησης, στο οποίο θα γίνει γνωστή ως «Νονά της Νύχτας».
Άποψη: H ταινία του Jean-Paul Salome βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Hannelore Cayre, που πιθανά να έχει να μας πει περισσότερα από την ανέμπνευστη κινηματογραφική μεταφορά του.
Η αφήγηση κινείται γύρω από τον χαρακτήρα της Patience, μιας δυναμικής γυναίκας μέσης ηλικίας που έχει φτάσει σε ένα κάποιο τέλμα. Αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή κρίση, αναρωτιέται σημαντικά σχετικά με τη δουλειά της και τον σκοπό αυτής και δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα οικονομικώς, δεδομένης της φροντίδας που πρέπει να παρέχει στην μητέρα της. Η μητέρα της παλεύει με κάποιο είδος άνοιας, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται όλο και περισσότερο, ενώ η ξαφνική απώλεια του πατέρα της όταν ήταν μικρή είναι κάτι που την στοιχειώνει ακόμα και σήμερα. Κοινώς, η Patience είναι μια γυναίκα με κοινά, γνωστά, καθημερινά προβλήματα που αναζητά μια διέξοδο. Αυτή βρίσκεται τελικά κάπου πέρα από τα όρια του νόμου και ως τέτοια εγκυμονεί κινδύνους, προκλήσεις αλλά και σημαντικές απολαύσεις.
Πέρα από την Huppert που για ακόμα μια φορά δουλεύει πανέξυπνα με αυτό που της δίνεται, το δημιούργημα του Salomé κινείται σε πολύ μέτρια επίπεδα. Αν και διαθέτει τον αέρα μιας ανάλαφρης κωμωδίας, το γέλιο είναι πολύ λιγότερο από αυτό που νομίζεις αρχικά (ή σε αφήνει να υποθέσεις το trailer), η εξέλιξη δεν ξεφεύγει ιδιαίτερα από την ευθεία γραμμή ενώ ο τρόπος με τον οποίο έχει δημιουργηθεί η ταινία είναι γενικά αρκετά παλιακός και κοινότυπος. Η ίδια η υπόθεση άλλωστε δεν προσφέρεται για μεγάλους νεωτερισμούς αλλά μια διαφορετική προσέγγιση πιθανά να οδηγούσε σε ένα πιο αξιοπρόσεκτο αποτέλεσμα.
Σε κάθε περίπτωση η χλιαρότητα του “La Daronne” (“Mama Weed” ο αγγλικός τίτλος) το κατατάσσει στις ταινίες τις οποίες κανείς θα θυμάται ως «η ταινία στην οποία η Huppert έπαιξε για λίγο την μεγαλέμπορο ναρκωτικών».
Αυτή δυστυχώς θα μπορούσε να είναι και η σύνοψη αυτού του κειμένου.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων