Στάθης Αθανασίου: «Ένιωθα ότι θα αρρωστήσω αν δεν κάνω αυτή την ταινία!»

Δημοσίευση: 31 Aug 2011, 12:07

Συνέντευξη στον Χάρη Παπαπαναγιώτου

Με τα βραβεία Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και Κοινού από το φετινό New York International Independent Film Festival στις βαλίτσες του, ο Στάθης Αθανασίου είναι πλέον πανέτοιμος να παρουσιάσει και στο ελληνικό κοινό την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Dos – Μια ιστορία αγάπης απ’ την ανάποδη». Στη συνέντευξη που ακολουθεί, μας μιλά, μεταξύ άλλων, για τους ηθοποιούς του, τις επιρροές του, αλλά και για την έντονη επιθυμία του η ταινία να βρει το κοινό της.

Πώς προέκυψε η Βαρκελώνη ως βασικός τόπος εξέλιξης της πλοκής;

Η Βαρκελώνη και η Αθήνα είναι οι δύο πόλεις που αγαπώ περισσότερο και οι πόλεις με τις οποίες έχω το μεγαλύτερο συναισθηματικό δέσιμο. Κάνοντας λοιπόν μια ταινία προσωπική, ειλικρινή και βασισμένη στο συναίσθημα και την αίσθηση των πραγμάτων, δε θα μπορούσα να το κάνω σε άλλα μέρη. Αθήνα και Βαρκελώνη. Ήταν μονόδρομος.

Εν συντομία, τι ήταν εκείνο που διέκρινες στον καθένα από τους βασικούς πρωταγωνιστές, ώστε να τους επιλέξεις για τους ρόλους τους;

Η Μαρίνα (Καλογήρου) είναι μια γυναίκα που είναι από κάποια άλλη, μαγική διάσταση και πέρασε από τον κόσμο μας να μας πει ένα «γεια». Οπότε, είναι η καταλληλότερη γυναίκα για να υποδυθεί τη γυναίκα που υπάρχει και δεν υπάρχει. Ο David (Fernandez Fabu) είναι πολύ «γειωμένος» σαν άνθρωπος, αλλά με πολύ μεγάλη δόση καλλιτεχνικού ταλέντου. Είναι ο γειωμένος καλλιτέχνης σεφ, ξεκάθαρα. Η Ines (Castano) έχει όλες τις ποιότητες της κοπέλας που μπορεί να «ρουφηχτεί» μέσα της και σε μια άλλη στιγμή να σε κάνει να παραπατήσεις από τη λάμψη του χαμόγελού της. Ο Σταύρος (Γιαγκούλης) έχει μια πολύ μεγάλη ευαισθησία στο βλέμμα του, όταν (το) θέλει και το επιτρέπει. Ο Γιώργος (Καραμίχος), εν τέλει, είναι ο καλός, ο ωραίος, ο επιτυχημένος και στη ζωή του και στους ρόλους που συνήθως υποδύεται. Είχε πολλή πλάκα το γεγονός ότι υποδύθηκε έναν ρόλο τελείως κόντρα σε αυτό που είναι και το διασκέδασε κι εκείνος πολύ. Όσον, δε, αφορά στη Σεραφίτα (Γρηγοριάδου), ας δει και ας ακούσει κάποιος την ταινία και ας πει ότι δεν είναι η Αφροδίτη...

Ποιες οι επιρροές / πηγές έμπνευσής σου για το φιλμ;

Η πηγή έμπνευσης είναι η προσωπική μου πορεία σαν άνθρωπος τα τελευταία χρόνια. Από εκεί και πέρα, πολλά μπορούν να ειπωθούν για επιρροές, αλλά η ειλικρινής μου απάντηση είναι ότι δεν είχα τίποτε άλλο στο μυαλό μου όταν έγραφα την ταινία και όταν τη σκηνοθετούσα, εκτός του να αφηγηθώ την ιστορία αυτή με τον τρόπο που την ένιωθα. Το μυαλό -με την αναλυτική του έννοια- πάντα «έσβηνε». Αν θέλεις να μιλήσω γενικότερα για επιρροές από σκηνοθέτες που μου αρέσουν, θα έλεγα τον Terry Gilliam, τον David Lynch, τον Buñuel, τον Αγγελόπουλο και τους Monty Python. Aν και τους τελευταίους τους αφήνω για το μέλλον.

 

Η μουσική του «Dos» είναι σαφώς ένα από τα ζωτικότερα στοιχεία του. Πως όμως επέλεξες τις σκηνές οι οποίες «υπογραμμίζονται» από αυτήν;

Δεν είναι σίγουρος ότι μπορώ να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση – είναι σα να προσπαθώ να σου πω γιατί έναν διάλογο τον δείχνω «έτσι» και όχι «αλλιώς». Δε μπορώ να απαντήσω. Είναι μια αίσθηση παρά οτιδήποτε άλλο. Ο Θοδωρής Αμπαζής έχει γράψει υπέροχη μουσική και καταλαβαίνω ότι η ταινία μπορεί να μην αρέσει σε κάποιους λόγω του θέματος ή του τρόπου αφήγησης, αλλά αμφιβάλλω αν θα βρεθεί έστω ένας που θα πει ότι δεν απόλαυσε τη μουσική της. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ για το δώρο αυτό που έκανε στην ταινία.

Τι θεωρείς ότι προσδίδουν στo φιλμ όλες αυτές οι αναφορές σε έργα του Ευριπίδη, του Σαίξπηρ, του Γιάννη Ρίτσου, του Γουίλιαμ Μπλέικ και των υπολοίπων;

Στο «Dos» μιλάω για την προσωπική μου ματιά και την προσωπική μου επαφή με τα πράγματα, τον έρωτα, το χωρισμό, τη σχέση με τον εαυτό μας. Οι μεγάλοι ποιητές, συγγραφείς, δραματουργοί κλπ. είναι μεγάλοι και διαχρονικοί, γιατί, μιλώντας για τα ίδια ακριβώς πράγματα, μάς άγγιξαν πριν από πολλά χρόνια και εξακολουθούν να μάς αγγίζουν. Κι αυτό συμβαίνει για έναν πολύ απλό λόγο: μπήκαν στην ουσία του κάθε πράγματος και το περιέγραψαν καταπληκτικά, γιατί μπήκαν στην ουσία του εαυτού τους. Επέτρεψαν στον πυρήνα τους να εκφραστεί ελεύθερα. Όταν ερχόμαστε σε επαφή με κάτι το πραγματικό, με κάτι το βαθύ, με τον πυρήνα ενός ανθρώπου, κάτι μας αγγίζει, γιατί αγγίζει το δικό μας πυρήνα που είναι παρόμοιος. Γιατί όλοι οι άνθρωποι είμαστε παρόμοιοι – έχουμε κοινή συναισθηματική κατασκευή και βάση, ασχέτως αν οι κοινωνίες που μας οργανώνουν σε δομές, φαινομενικά διαχωρίζουν και διαφοροποιούν την προσωπικότητά μας. Την επιφάνεια αλλάζουν, το μέσα δεν αλλάζει, είναι ενωτικό. Η μεγάλη μου συγκίνηση όταν ξαναδιάβαζα τα έργα των μεγάλων και νιώθοντας την καρδιά τους να τα γράφει, ήταν αυτό που με έκανε να θέλω, όχι να τους αντιγράψω – δεν είμαι τόσο ματαιόδοξος και εκτός πραγματικότητας – αλλά να τους συμπεριλάβω με ένα διακριτικό τρόπο, για να πω ένα μικρό «ευχαριστώ» σε αυτό που μου έδωσαν.

Συμφωνείς με την άποψη πως είναι καλύτερα να μετανιώνεις για κάτι που έκανες, παρά για κάτι που δεν έκανες; – μια άποψη, η οποία φαίνεται πως απασχολεί σοβαρά και τους ήρωες της ταινίας.

Σαφέστατα είναι καλύτερο να κάνεις από το να μην κάνεις, όπως και η ύπαρξη είναι προτιμότερη από τη μη-ύπαρξη. Και, από τη στιγμή που υπάρχουμε, έχουμε μια ζωή να ζήσουμε. Δε βρίσκω το λόγο να περάσω τη ζωή μου αποφεύγοντας να κάνω πράγματα – κι ας κάνω λάθη. Αν δεν κάνεις λάθη, δε μαθαίνεις. Όλοι το ξέρουμε αυτό. Καλή η θεωρητική γνώση, αλλά η συναισθηματική γνώση, η γνώση του βιώματος, η γνώση της πράξης και της συνέπειάς της, δε μπορεί να διδαχθεί. Οπότε, είναι καθαρά θέμα επιλογής. Θέλεις να ζήσεις; Κάνε!

Τι είναι σημαντικότερο για σένα; Η καλλιτεχνική ή η εμπορική επιτυχία μιας ταινίας την οποία έχεις σκηνοθετήσει;

Αν με το «καλλιτεχνική επιτυχία» εννοείς τα βραβεία και τα φεστιβάλ, θα ήταν ψέμα αν έλεγα ότι δεν τα θεωρώ σημαντικά. Ότι δεν χάρηκα με τα βραβεία στη Νέα Υόρκη ή ότι δεν θα ξαναχαρώ, αν πάρουμε κι άλλα στην αυριανή μας πορεία εκεί έξω. Έχω όμως ένα μικρό «συννεφάκι» όσον αφορά στα βραβεία και στις βραβεύσεις γενικότερα, γιατί μας κρίνει ένα καθιερωμένο σύστημα. Σχεδόν όλες οι δομές της κοινωνίας μας – όχι μόνο της ελληνικής, μιλάω για την παγκόσμια κοινωνία – είναι, αν μη τι άλλο, «ροκανισμένες». Από τη στιγμή που όλα είναι χρήμα, από τη στιγμή που όλοι βασίζουμε την καθημερινή μας χαρά και λύπη στο αν έχουμε και στο πόσα έχουμε, όσο κι αν δε θέλουμε να το δούμε, κανένας τομέας της κοινωνίας αυτής που βασίζεται στο χρήμα, ακόμα και ο καθαρά «καλλιτεχνικός», δε μπορεί παρά να είναι τουλάχιστον ροκανισμένος, αν όχι διαβρωμένος ανά περιπτώσεις. Οπότε, όσον αφορά στα βραβεία, θα έλεγα «ναι μεν, αλλά». Όσον αφορά στο άλλο, «εμπορική επιτυχία» σημαίνει ότι πολύς κόσμος πήγε και είδε τι έκανες. Φυσικά και είναι το ζητούμενο για μένα να δουν όσο πιο πολλοί γίνεται το τι έκανα, γιατί γι’ αυτό το έκανα. Για να επικοινωνήσω κάποια πράγματα με άλλους ανθρώπους. Οπότε, αν δούμε την ταινία μόνο εγώ και η γυναίκα μου, ωραία θα είναι, καλά θα περάσουμε, αλλά τι νόημα έχει; Αν δε θέλεις να ανοιχτείς και να έρθεις σε επαφή με τον κόσμο, γιατί να κάνεις ταινίες;

Τελικά, αυτό που απορρέει από το «Dos» είναι πως, τη σήμερον ημέρα, ο έρωτας έχει σχεδόν πάντα ημερομηνία λήξης;

Φυσικά και όχι. Ημερομηνία λήξης έχει το κρυφτό με τον εαυτό μας. Ακόμα κι αν πάρει μια ολόκληρη ζωή.

Τι ήταν εκείνο που σε έκανε να νιώσεις έτοιμος για τη μετάβαση από τις μικρού στις μεγάλου μήκους ταινίες;

Δεν ήταν ακριβώς ότι ένιωσα κάποια στιγμή έτοιμος και είπα «τώρα θα κάνω ταινία μεγάλου μήκους». Απλώς, ένα βράδυ εμφανίστηκε μια πολύ δυνατή ιδέα στο κεφάλι μου και κάθε μέρα που περνούσε με έκανε να νιώθω ότι θα αρρωστήσω, αν δεν την κάνω ταινία. Ώσπου, κάποια στιγμή ενέδωσα σ’ αυτό, για να την ξεφορτωθώ!

Πως εκλαμβάνεις το γεγονός πως, παρά την εντεινόμενη κρίση, η εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή δείχνει πλούσια και, συνάμα, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα;

Είναι πολύ ελπιδοφόρο και πολύ καλό το να βγούμε, επιτέλους, από το καβούκι μας. Εγώ έχω μεγαλώσει ακούγοντας πάντα πως ό,τι προέρχεται απ’ έξω είναι καλύτερο, ενώ παράλληλα το «ένδοξο» παρελθόν το φέρουμε «τιμή μας και καμάρι μας», χωρίς, την ίδια στιγμή, η συντριπτική πλειοψηφία να έχει διαβάσει έστω μια γραμμή του Θουκυδίδη, του Ηράκλειτου, του Σεφέρη ή έστω του Καζαντζάκη. Είναι καιρός να ανοιχτούμε στον κόσμο χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς τύψεις και χωρίς βαλίτσες από το παρελθόν, γιατί πλέον πεδίο μάχης όλων μας είναι ολόκληρος ο κόσμος. Εύχομαι να συνεχίσουμε να εξάγουμε ταινίες, αλλά να εξάγουμε και θέατρο, να εξάγουμε και λογοτεχνία και ποίηση και μουσική και να ξεκολλήσουμε επιτέλους από το επαρχιακό κόμπλεξ μας και την αγραμματοσύνη μας. Δεν φταίει κανείς άλλος αν νιώθουμε συρρικνωμένοι ως λαός. Είμαστε. Ας τεντωθούμε επιτέλους...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos