Μήπως οι κριτικοί κινηματογράφου έγιναν υπερβολικά "καλοί"?
Μήπως οι κριτικοί κινηματογράφου έγιναν υπερβολικά soft; Αυτό αναρωτιέται σε νέο του άρθρο το αξιόπιστο Wolrd of Reel και οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι είναι αλήθεια. Συχνά ακούμε ότι η τάδε κριτική είναι αυστηρή ή ο/η δείνα κριτικός είναι υπερβολικός, ότι περιμένουμε πάντα πολλά παραπάνω από μια ταινία και δεν τις απολαμβάνουμε όσο θα μπορούσαμε. Μήπως όμως συμβαίνει το αντίστροφο; Μήπως οι περισσότεροι κριτικοί έγιναν πολύ επιεικείς σε σημείο να επικροτούν μετριότητες; Στις μέρες μας, η κάθε μετριότητα θεωρείται τολμηρή και παρεξηγημένη και η λέξη αριστούργημα γράφεται και ακούγεται χωρίς καμία φειδώ, ακόμα και για ταινίες της Marvel! Για να μην μιλήσουμε για τα πεντάστερα και τα τετράστερα που πέφτουν βροχή σαν πεφταστέρια.
Ίσως βέβαια έχει αλλάξει και η εποχή. Παλαιότερα, η κριτική σήμαινε πολλά για μια ταινία και το ίδιο το κείμενο λογαριαζόταν με τον ίδιο σεβασμό με ένα αξιοσέβαστο άρθρο γνώμης σε ευυπόληπτη εφημερίδα. Πλέον, που ο καθένας δημοσιεύει και μια άποψη στα social media ή ανεβάζει ένα βιντεάκι για το πώς του φάνηκε μια ταινία, η ίδια η έννοια της κριτικής έχει υποτιμηθεί. Ένα μέρος του κόσμου δεν την παίρνει στα σοβαρά επειδή δεν λειτουργεί ως κριτική, αλλά ως μια αναπαραγωγή του δελτίου τύπου της εταιρείας διανομής παίρνοντας εύκολα 3,5 ή και 4 αστεράκια, κάτι που προφανώς δεν θα συνέβαινε πριν μια εικοσαετία. Μερικοί κριτικοί κινηματογράφου μπορεί να θέλουν να αποφύγουν τον τίτλο του στριμμένου και του περίεργου, τίτλο που σε παλαιότερες εποχές συνάδελφοί τους μπορεί και να διψούσαν να έχουν (και αυτό μια υπερβολή). Είναι και οι πλατφόρμες των Rotten Tomatoes και Metacritic που συγκεντρώνουν βαθμολογίες και αξιολογούν ταινίες και κάποια επιθυμούν να είναι στις φρέσκες ντομάτες.
Στην χώρα μας δεν είναι τόσο πολύ αυτό. Επειδή είμαστε μια μικρή αγορά και ο ένας γνωρίζει τον άλλο, το βασικό πρόβλημα είναι του κριτικού-δημοσιοσχετίστα, που εξυψώνει ταινίες εκεί που δεν υπάρχει ούτε ένα μέτρο ύψος. Αυτό βέβαια είναι διεθνές πρόβλημα. Ο βασικός κανόνας που κυριαρχεί στις μέρες μας, όπως αναφέρει στο άρθρο του και ο Jordan Ruimy, είναι «μην εκνευρίσετε τα στούντιο, θα χάσετε προσκήσεις, συνεντεύξεις και όλα τα καλά από τα επόμενα πρότζεκτ». Με έναν δημοσιοϋπαλληλικό μικροαστισμό αρκετοί συμμορφώνονται. Για αυτό και παρατηρούνται μυριάδες κριτικές που αερολογούν, ακριβώς για να αποφύγουν το δια ταύτα.

Ένα άλλο βασικό πρόβλημα που παρατηρείται στον χώρο, είναι η άγνοια. Πολλοί κριτικοί δεν γνωρίζουν ιστορία και θεωρία του κινηματογράφου, που μπορεί στις μέρες μας σε μη σχετικούς που θέλουν θεωρούν τον εαυτό τους ειδήμονα, να φαντάζει ελιτίστικο και πολύ θεωρητικό, αλλά είναι απαραίτητο. Διαβάστε μια κριτική της Pauline Kael ή του Roger Ebert, δύο από τους πιο ξακουστούς κινηματογράφους στις ΗΠΑ, ή τους δικούς μας Γιάννη Μπακογιαννόπουλο ή Παναγιώτη Τιμογιαννάκη. Είναι φανερή η γνώση που υπάρχει από πίσω. Πλέον πολλοί μένουν στο συναίσθημα, στο πώς ένιωσαν κατά την προβολή, σάμπως και αυτό ενδιαφέρει κάποιον/α. Ή, επίσης, πολλοί/ές διστάζουν να γράψουν μια ειλικρινή κριτική για μια ταινία γυναίκας δημιουργού ή μαύρου σκηνοθέτη, καθώς θέλουν να δείξουν πως στηρίζουν ταινίες δημιουργών που ανήκουν σε μέχρι πρότινος περιθωριοποιημένες κοινωνικές κατηγορίες.
Το να υποστηρίζεις όμως μια ταινία μόνο και μόνο για αυτό που εκπροσωπεί και όχι για αυτό που είναι, δεν είναι κριτική. Είναι μάρκετινγκ. Ο κόσμος το έχει πάρει χαμπάρι και ίσως για αυτό έχει χαθεί η αξιοπιστία και το ενδιαφέρον προς τον κλάδο. Για να μην είμαστε απόλυτοι, υπάρχουν και αρκετοί κριτικοί που τιμούν την γραφή τους και τον εαυτό τους και δεν προωθούν ό,τι τους πλασάρουν οι εταιρείες. Απλώς είναι πιο δύσκολο να τους βρει κανείς. Έχουν εξαφανιστεί σχεδόν τα περιοδικά ειδικού κινηματογραφικού ενδιαφέροντος, τα ανεξάρτητα μέσα παλεύουν να επιβιώσουν. Μακάρι όλο αυτό κάπως να αλλάξει. Αλλά μέχρι τότε, ας ετοιμαστούμε ψυχολογικά για διθύραμβους σε μέτριες ταινίες και αριστουργήματα της μιας εβδομάδας.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων