Σύνοψη: Η πρωτοεμφανιζόμενη Clara Rugaard, ενσαρκώνει με μία συγκινητική ερμηνεία μία έφηβη, την κόρη, που γονιμοποιήθηκε τεχνικά και αναθράφηκε απομονωμένη σε ένα εργαστήριο από ένα ρομπότ, μετά τον αφανισμό του ανθρώπινου είδους. Όταν μια τραυματισμένη γυναίκα εισέρχεται στο καταφύγιο τους, η κόρη, καλείται να διαλέξει ανάμεσα σε αυτήν και το ρομπότ που τη μεγάλωσε και είναι προγραμματισμένο να την προστατεύει.
Άποψη: Το φιλόδοξο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Αυστραλού Grant Sputore στο Netflix, είναι ένα προσεκτικά κατασκευασμένο και με μέτρο στυλιζαρισμένο sci-fi, που πραγματεύεται τα μάλλον συνηθισμένα πλέον θέματα της αυτοκαταστροφικής πορείας της ανθρωπότητας και των συναισθηματικών δυνατοτήτων και περιορισμών της τεχνητής νοημοσύνης.
Η ταινία μπορεί να έχει χτιστεί με γρήγορους ρυθμούς και καλόγουστες επιλογές, όμως το ψυχολογικό της υπόβαθρο, με το δίλλημα της κόρης ανάμεσα στο ρομπότ που αποκαλεί μητέρα της και τη γυναίκα που αποτελεί τη μοναδική επαφή της με τον έξω κόσμο και το ανθρώπινο είδος, είναι λιγότερο στέρεο και σίγουρα λιγότερο πολύπλοκο και ενδιαφέρον σε σχέση με αυτό που θα απαιτούνταν, για να συγκριθεί επάξια η ταινία με άλλες του είδους ( βλ. το ασύγκριτα πιο βαθύ και ουσιαστικό Ex Machina).
Αξιοποιεί ωστόσο τις καλές ερμηνείες των ηθοποιών του και την εμπνευσμένη παρουσία του ρομπότ (το οποίο σε αντίθεση με το ρεύμα των εποχών δεν είναι CGI αλλά πραγματική στολή) αν και η γυναίκα που έρχεται για να αλλάξει την πορεία της ιστορίας (Hilary Swank), συνεχώς θυμωμένη και επιφυλακτική, παραμένει αψυχολόγητη και τελικά αδιάφορη παρά το δραστικό ρόλο της στις εξελίξεις. Ομοίως και η πρωταγωνίστρια μοιάζει τόσο εύκολα προσαρμοσμένη στην ιδιόμορφη πραγματικότητά της, που καταντάει μη πιστευτή, εύκολα γραμμένη, σαν απλό αφηγηματικό όχημα και όχι σαν αυτάρκης χαρακτήρας του οποίου το ταξίδι καλούμαστε να ανακαλύψουμε.
Ακόμη και έτσι, επιδέξια το σενάριο με μικρές ανατροπές αλλάζει συνεχώς τις ισορροπίες της ιστορίας και κρατά στο σκοτάδι της προθέσεις των ηρώων. Ωστόσο όλα αυτά καταλήγουν σε ένα απογοητευτικά συναισθηματικό φινάλε, που είναι μάλλον ενδεικτικό των καλών αλλά μπερδεμένων προθέσεων του δημιουργού.
Στην τελική το I am Mother, παρά του ότι χαρίζει ένα ενδιαφέρον δίωρο, αδυνατεί στο σύνολο του να αφήσει κάποια ισχυρή εντύπωση, πέρα από ίσως τον προβληματισμό που θέτει για την ιδέα της αναμφισβήτητης αξίας του ανθρώπου, που υπάρχει πέρα από κάθε αξιολόγηση, χωρίς όρους ή συνθήκες, με τρόπο που η ρομποτική μητέρα αδυνατεί να τη συλλάβει, αλλά η έφηβη κόρη της ενστικτωδώς, ως άνθρωπος, το αντιλαμβάνεται.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων