Σύνοψη: Σε έναν κόσμο οπού δεν αποτυπώνεται η πραγματικότητα, πέρα από τις πύλες του ρεαλιστικού, ξετυλίγεται η ποιητική ιστορία του Κόλιν και της Κλόε, δυο ερωτευμένων νέων που η ζωή τους και η ειδυλλιακή τους σχέση μοιάζει με αποσπάσματα και εικόνες παραμυθιού. Ζουν σε ένα σπίτι με την δική του ψυχοσύνθεση, με την ευτυχία να φθείρεται σιγά σιγά και το ίδιο να συμπυκνώνεται στην παράδοξη δυστυχία του ζευγαριού και της παρέας τους. Η Κλόε εκτίθεται σε μια ασθένεια, ένα λουλούδι τρέφεται και μεγαλώνει στους πνεύμονες της, προκαλώντας της αργό θάνατο και την εξάντληση του Κόλιν, ο όποιος απεγνωσμένος να την σώσει θα αναγκαστεί να εργαστεί σε αλλόκοτες δουλειές. Ένα παραμύθι που σύντομα θα μετατραπεί στον μεγαλύτερο φόβο του ονειροπλάστη: την σκληρή πραγματικότητα.
Άποψη: Στους τονικούς ήχους της μουσικής, στα βήματα του Κόλιν και της Κλόε βαδίσαμε, προκειμένου να περάσουμε τα σύνορα που διακόπτουν τον επίγειο κόσμο με κάποιον σουρεαλιστικά παράλληλο. Σε μια προεπισκόπηση όσων με το ραβδί του ο Μισέλ Γκοντρί του αξέχαστου «Eternal Sunshine of the spotless mind» ταξινόμησε στο κάδρο της ταινίας, ανεβήκαμε στο καρουσέλ των μαγικών ονείρων, των χρωμάτων , των σχεδίων και των κινούμενων αντικειμένων, σε εκείνον τον πλανήτη που συμβαδίζει με τον δικό μας αλλά μοιάζει να μην συμφιλιώνεται ποτέ.
Εικόνες ζωντανεύουν μέσα από κάδρα με ανώμαλες προδιαγραφές, καθημερινά πράγματα και αντικείμενα, τα οποία ίσα που τα παρατηρούμε ή τουλάχιστον μας φαίνονται άψυχα. Στον «αφρό των ημερών» (σύμφωνα με την ελληνική μετάφραση) βιώνουμε μια αλληλουχία, μια διαδοχή από το φανταστικό ειδύλλιο στην απόλυτη, επίκαιρη παρακμή.
Δυο άνθρωποι περπατούν στον διάβα των μωβ μπουρμπουλήθρων, εμφανίζονται ανθρωποειδή ποντίκια σε ένα σπίτι που υπακούει και αποκτά ανθρώπινα, ψυχικά χαρακτηριστικά σε έναν κόσμο τόσο παράδοξο και ουτοπικό αλλά τόσο αγνό, οπού ζωγραφίζονται μορφές σε ό,τι η φαντασία μπορεί να πλάσει.
Τότε είναι που ο Γκοντρί, μέσα στον ιδεατό του κόσμο, βάζει μια άνω τέλεια ή μάλλον μια κάθετη γραμμή και ωθεί όλο το σκηνικό, την «βάρκα» που κολυμπά στα γαλάζια νερά, να βουλιάξει σε μια ρουφήχτρα.
Όλα ξάφνου στο απροσδόκητο φθίνουν, σαν λεκέδες από τοίχους, η γαληνή αντικαθίσταται από την καταστροφή της αρρώστιας, της απιστίας, της «ανωτέρας βίας» πολίτικης, της προδοσίας των φίλων. Στο μέσον της ταινίας τα φώτα έκλεισαν, η ρυθμική μουσική έγινε ένα άκουσμα δυσάρεστο, σαν ένα σφύριγμα, μια κραυγή στο πικ-απ. Σε μια αντίφαση ο Γκοντρί βάζει τους ηθοποιούς να μεταπηδήσουν από την μια όχθη του παραδείσου στην απέναντι ακριβώς, που κανένας δεν θέλει να περιδιαβεί, διότι είναι εκείνη της κολάσεως.
Σαν κομμάτια του πάζλ όλα ενώθηκαν μεταξύ τους και ίσως η παραλλαγή του καλού με το κακό να ήταν μια μπάρα που ισορροπούσε στο συναίσθημα και στην ψυχεδέλεια, που ήδη είχε δημιουργηθεί στον θεατή.
Σε έναν τρισδιάστατο λαβύρινθο-αν μπορεί κάνεις να χαρακτηρίσει-η ταινία δημιουργούσε μια ευφορία και ένα πραγματικά επικεντρωτικό ενδιαφέρον, διότι βρισκόταν μονίμως σε έναν έντονο ρυθμό, με μια ενεργεία η οποία όχι μόνο μεταδόθηκε παραστατικά αλλά διεύρυνε και προήγαγε τους ορίζοντες πέρα από κάθε φραγμό στην φαντασία.
Ένα έργο με πλήθος μηνυμάτων, το οποίο διαπερνά στον καθένα ξεχωριστά μια αγαλλίαση-τουλάχιστον στο κωμικό κομμάτι. Σαν σώζεται η βάρκα από το παγόβουνο, η γαλλόφωνη αυτή ταινία με τις τόσο έντονα δραματουργικές διαθέσεις-ερμηνείες, ενσωματωμένες στο πετσί των Οτρέ Τοτού και Ρομέν Ντουρίς, κατάφερε να εστιάσει στην εικαστική μεγαλοφυΐα του δημιουργού και στο οξύ συναίσθημα, στην επέμβαση στον νοητό και ψυχικό κόσμο του κοινού.
Γιατί τα λουλούδια δεν ανθίζουν μόνο στα παραμύθια.
Άντζελα Υζεϊράι
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων