Σύνοψη: Ένας ανήσυχος Winston Churchill κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να αποτρέψει την απόβαση στη Νορμανδία, η οποία φυσικά και έγινε στις 6 Ιουνίου 1944, μία μέρα που εσφαλμένα ονομάστηκε “D-Day.” Η κωδική ονομασία της απόβασης είναι “Operation Overlord,” για την οποία θα δείτε πολλούς ιστορικούς χαρακτήρες στην ταινία να διαφωνούν για το αν πρέπει να συμβεί ή όχι. Ο Churchill στρέφεται εναντίον αυτής της ιδέας, καθώς θυμάται το απότελεσμα που είχε η αμφίβια απόβαση στη χερσόνησο της Καλλίπολης κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Άποψη: Στο αρχικό πλάνο της ταινίας παρακολουθούμε τον Winston Churchill (Brian Cox) να βρίσκεται σε μία παραλία όπου ο αφρός της θάλασσας είναι αιματοβαμμένος, όπως λέγανε ότι ήταν μετά την απόβαση στην Καλλίπολη. Ύστερα, όλη η κινηματογραφία μετατρέπεται σε ένα μελόδραμα, πράγμα που είναι αχρείαστο στις περισσότερες σκηνές της ταινίας, στην μεγαλύτερη διάρκεια της οποίας η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι περιττή και καταντά την ταινία πραγματικά μονότονη. Επίσης, ο Alex von Tunzelmann που έγραψε το σενάριο, αποφάσισε να παρουσιάσει τις ιδιωτικές στιγμές του Churchill με όσο πιο κλισέ τρόπο μπορεί: ο Churchill στέκεται μπροστά από έναν καθρέπτη φορώντας το εσώρουχό του και κάνοντας διορθώσεις στον λόγο που έχει ετοιμάσει ενώ ταυτόχρονα διαλέγει και το παντελόνι του. Ενώ ο Churchill ήταν γνωστός για την εκκεντρικότητά του, ο Tunzelmann παρουσιάζει έναν σχεδόν διπολικό Churchill όπου τη μία κοντεύει να πάρει το κεφάλι της γραμματέος του για ένα γραμματικό λάθος, ενώ την άλλη της μεταφέρει τα καλά νέα για τον αρραβωνιαστικό της που συμμετέχει στην απόβαση. Επίσης, τα αργά πλάνα του σκηνοθέτη Jonathan Teplitzky επιβαρύνουν την ταινία, και ο θεατής αναρωτιέται πόσο slow-motion πλάνο μπορεί να αντέξει. Για να γυρίσουμε όμως και λίγο στο σενάριο, απ’ό,τι καταλάβατε η ταινία πρόκειται για την απόβαση στην Νορμανδία και (ουσιαστικά) το ηθικό δίλλημα του Churchill, ο οποίος ανησυχεί πώς το συγκεκριμένο σχέδιο θα στείλει πολλούς στρατιώτες στον τάφο τους. Κατά τα άλλα, το σενάριο δίνει βάση στον συναισθηματικό κόσμο του Churchill, ο οποίος αισθάνεται παραγκωνισμένος πολιτικά λόγω της ηλικίας του, αλλά και παραγκωνισμένος στον γάμο του. Πώς αλλιώς θα ένιωθε κανείς αν είχε μία Miranda Richardson (η οποία υποδύεται την γυναίκα του, Clemmie) να του φωνάζει συνέχεια;

Η ερμηνεία του Brian Cox είναι εξαιρετική, αν και οφείλουμε να ομολογήσουμε πως ο ρόλος του δεν τον δικαιώνει καθώς δεν του δίνονται πολλά περιθώρια. Αντιστοίχως, η Richardson είναι και αυτή ισάξια και ας εμφανίζεται συνέχεια για να κάνει micro-manage τον Winston. Παρ’όλα αυτά, αν και δεν είμαστε ιστορικοί, μας φαίνεται κάπως απίθανο το γεγονός ότι ο Churchill θα εναντιωνόταν στο σχέδιο για την απόβαση μόλις τρεις μέρες πριν συμβεί. Εξίσου απίθανο μας φαίνεται και το γεγονός ότι η γυναίκα του θα τον χαστούκιζε για να τον συνεφέρει ή ότι θα έφτιαχνε τα πράγματά της για να φύγει από κοντά του λίγο πριν την απόβαση. Και αλήθεια, κατά πόσο θα μπορούσε η γραμματέας του Churchill, να τον κάνει να ντραπεί για τον τρόπο που μιλά και να τον παρακινήσει για να κάνει την υποχρέωσή του; Μάλλον ο πραγματικός ιστορικός και πλέον συγγραφέας Tunzelmann ξέρει κάτι παραπάνω

Πρώτη δημοσίευση: 3 Οκτ. 2018, 17:54
Ενημέρωση: 3 Οκτ. 2018, 17:54
Τίτλος:
Churchill (Churchill)
Χώρα: 
Έτος: 
Διάρκεια: 
105
Εταιρία διανομής: 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

imaginary, από την Spentzos imaginary, από την Spentzos