65ο ΦΚΘ - "Killerwood": Ένας συνδυασμός πραγματικότητας και κινηματογραφικής ψευδαίσθησης
Σύνοψη: Ο Τίτος, ένας νεαρός σκηνοθέτης, ετοιμάζει την καινούργια του ταινία – ένα θρίλερ για μια σειρά ανεξιχνίαστων φόνων στη σύγχρονη Αθήνα. Έχουν όλοι αυτοί οι φόνοι τελεστεί από τον ίδιο κατά συρροή δολοφόνο; Είναι όλα στη σφαίρα της μυθοπλασίας;
ΣΧΕΤΙΚΑ65ο ΦΚΘ: Η τρυφερή και ανοιχτόκαρδη "Lula LeBlanc"
Άποψη: Μετά το εντυπωσιακό σκηνοθετικό του ντεμπούτο, με το Broadway, μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων χρόνων, ο Χρήστος Μασσαλάς καλείται να δείξει τις σκηνοθετικές του δυνάμεις με την δεύτερη ταινία του, ένα δύσκολο βήμα για έναν δημιουργό, καθώς απαιτείται να αποδείξει ότι δεν είναι απλός ο δημιουργός της μιας ταινίας.
Κάτι παράδοξο που συμβαίνει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά και παρατηρείται και στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είναι ότι παρόλο που το ελληνικό κοινό δείχνει ακόμα να είναι κάπως καχύποπτο ή πιο συγκρατημένο προς το εγχώριο σινεμά (μπορεί όχι τόσο όσο παλαιότερα, αλλά λίγες ακόμα ελληνικές ταινίες πάνε καλά εισπρακτικά εκτός φεστιβαλικού κυκλώματος και κριτικής υποστήριξης), οι έλληνες δημιουργοί στρέφονται στην αυτοαναφορικότητα, στις συνθήκες δημιουργίας μιας ταινίας στην σημερινή Ελλάδα, τι σημαίνει να είσαι σκηνοθέτης-σεναριογράφος-ηθοποιός και στα γυρίσματα ταινιών.

Φετινά παραδείγματα στην Θεσσαλονίκη το Έχω Κάτι να πω, ο Νόμος του Μέρφι που παίχτηκε σε avant premiere και τον περιμένουμε σε λίγες μέρες στα σινεμά και το Killerwood, μια ελληνική slasher εκδοχή του Χόλιγουντ.
Meta χιούμορ, ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση στα backstage της ταινίας και ένας συνδυασμός πραγματικότητας και κινηματογραφικής ψευδαίσθησης.
Η νέα ταινία του Μασσαλά θυμίζει περισσότερο το Final Cut του Μισέλ Χαζαναβίσιους, με όλη την ατελή αποτύπωση ιδεών που διακατέχει και τις δύο ταινίες.
Ο τρόμος στα αθηναϊκά σοκάκια, ένας πραγματικός serial killer και μια ταινία ενός νεαρού σκηνοθέτη που επιχειρεί να καταπιαστεί με αυτό το θέμα, ενώ προσπαθεί να συνεννοηθεί με τους ηθοποιούς και το συνεργείο σε μια χώρα που δεν ευνοεί την καλλιτεχνική δημιουργία.

Τρόμος και δημιουργία έρχονται να συνυπάρξουν σε μια ταινία μέσα στην ταινία που θέλει να είναι το ελληνικό Scream, ενώ η τελική ταινία θέλει να είναι μια camp, σατιρική εικόνα του ελληνικού σινεμά, των αντιλήψεων που εντοπίζονται στο καλλιτεχνικό στερέωμα, στους σκηνοθέτες που έρχονται να αναμετρηθούν με την ανασφάλειά τους, καταξιωμένους ηθοποιούς που βλέπουν είτε με σνομπισμό είτε με μια διάθεση για πειραματισμό το νέο ελληνικό σινεμά, όπως η σκηνή με την Ρούλα Πατεράκη που υποδύεται τον εαυτό της και είναι μια από τις πραγματικά απολαυστικές σκηνές, και τους κριτικούς τους οποίους εμπαίζει στην πρώτη σκηνή της ταινίας.
Αυτό που ίσως μένει στο τέλος της ταινίας είναι η ανάγκη μας να είχαμε δει τελικά το ελληνικό slasher που γυρίζουν οι ηθοποιοί και όχι τα γυρίσματα αυτής της υποθετικής ταινίας.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων