The house that Jack built

The house that Jack built - κριτική ταινίας

Σύνοψη: ΗΠΑ, δεκαετία του '70. Παρακολουθούμε τον εξαιρετικά ευφυή Τζακ για ένα διάστημα 12 ετών και γινόμαστε «αυτόπτες μάρτυρες» των πέντε δολοφονιών-οροσήμων που διέπραξε, οι οποίες καθόρισαν την εξέλιξή του ως κατά συρροή δολοφόνο. Βλέπουμε τα τεκταινόμενα από την οπτική γωνία του Τζακ. Ενός ανθρώπου που ισχυρίζεται πως από μόνη της, κάθε δολοφονία είναι ένα έργο τέχνης. Καθώς η αστυνομία βρίσκεται στα ίχνη του και τον πλησιάζει, ο Τζακ παίρνει ολοένα και μεγαλύτερα ρίσκα, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει το απόλυτο έργο τέχνης.

Άποψη: Στην πορεία ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις περιγραφές του Τζακ για την προσωπική του κατάσταση, τα προβλήματα και τις σκέψεις του, μέσα από μια ενδιαφέρουσα συζήτηση. Μια συζήτηση η οποία λαμβάνει χώρα περιοδικά με τον αγνώστων λοιπών στοιχείων Βερτζ - ένα γκροτέσκο μείγμα σοφίας που αναμιγνύεται με μια σχεδόν παιδική αυτολύπηση και ψυχοπαθητικές εξηγήσεις. 

Ο Λαρς Φον Τρίερ έχει κερδίσει δικαιωματικά τον τίτλο ενός εκ των σπουδαιότερων σύγχρονων σκηνοθετών και το σημαντικότερο είναι ότι δείχνει εδώ και πολύ καιρό να αδιαφορεί για την απήχηση που θα έχουν τα φιλμ του, κάτι που τον καθιστά τρομερά ιντριγκαδόρικο διότι δεν δείχνει να απαλάσσεται από την τάση του να προβοκάρει και να ξεδιπλώνει τις ιστορίες του όπως αυτός γουστάρει χωρίς -συνήθως- μέτρο και αυτοσυγκράτηση.

Ή μάλλον διαθέτει μια τρομερά καμουφλαρισμένη "αδυναμία" να φιλτράρει τις σκέψεις του, αν και στην πραγματικότητα ο έλεγχος στο υλικό του είναι ζηλευτός. Στο "The house that Jack built" στήνει ένα προσωπικό και σχεδόν αυτοαναφορικό φιλμ, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τους σκληρούς και φρικαλέους φόνους του πρωταγωνιστή του (τους οποίους δεν διστάζει ως συνήθως να αποτυπώσει γλαφυρά και χωρίς την παραμικρή φειδώ, δεν αποκλείεται σε 1-2 σκηνές να φρικάρετε) για να απλώσει μια "συνομιλία" με το κοινό για την σημασία και την αξία της τέχνης και τον ρόλο που πρέπει να έχει η αγάπη στην δημιουργία της, κάπου το κείμενο είναι πυκνό, αλλά μόνο που στο μεγαλύτερο κομμμάτι της καταντά μια κουραστική αμπελοφιλοσοφία. 

Προσωπικά βρήκα και κάπως ενοχλητική την συχνότατη χρήση ειρωνίας και black humour με τα οποία υπογραμμίζει όλες της σκηνές βίας στην ταινία ο Δανός δημιουργός (και που εννοιολογικά προσπαθεί να περάσει σαν αυτοσαρκασμό): σε αποπροσανατολίζει και δεν σε αφήνει να ταυτιστείς, να ρουφήξεις απερίσπαστος το φιλμ. Η ερμηνεία του Ματ Ντίλον όμως είναι εξαιρετική, αν και μάλλον θα πρέπει να αποδωθούν εύσημα στο κάστινγκ, καθώς τα κάδρα στο προσωπό του είναι ανατριχιαστικά χωρίς σχεδόν ίχνος μακιγιάζ: ΕΙΝΑΙ ο δολοφόνος που παρακολουθούμε να παθιάζεται σταδικά με τα εγκλήματά του και να προσπαθεί να τα ανάγει σε μορφή τέχνης. 

Μπορεί λοιπόν το σινεμά του Δανού προβοκάτορα να παραμένει εθιστικό, σχεδόν υπνωτιστικό, με εικόνες απίστευτης δύναμης που σε κρατούν καθηλωμένο στην θέση σου, όμως αυτή την φορά δεν δικαίωσε την φήμη του για τις συνήθεις μαγικές τελικές σεκάνς στις ταινίες του: ο επίλογος με "την κατάβαση του ήρωα στην κόλαση", εκτός του ότι διαρκεί υπερβολικά πολύ, είναι ανέμπνευστος, με επιτηδευμένα κάδρα αμέτρητων συμβολισμών που αποσυντονίζουν και προκαλούν την υπομονή σου. Και αφήνουν μια πικρή επίγευση, έναν βασανισμό που δεν κολακεύει όλη την προηγούμενη προσπάθεια. Ένα φιλμ που θα αγαπηθεί ή θα μισηθεί, αλλά σίγουρα θα ενοχλήσει και ενίοτε θα σοκάρει και βεβαίως θα συζητηθεί.

Πρώτη δημοσίευση: 12 Oct 2018, 02:53
Ενημέρωση: 18 Oct 2018, 13:56
Συντάκτης: 
Τίτλος:
The house that Jack built (Το σπίτι που έχτισε ο Τζακ)
Σκηνοθεσία: 
Έτος: 
Διάρκεια: 
155
Εταιρία διανομής: 
Release: 
11 Οκτωβρίου 2018

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Baghead, από την Spentzos Baghead, από την Spentzos