Ο Νικήτας, ένας γηγενής αγρότης ζει στο αγρόκτημά του, στην καρδιά ενός δάσους κάπου στη Βόρεια Ελλάδα. Εδώ και καιρό παλεύει να διατηρήσει τη γη του και τον τρόπο ζωής του απέναντι σε ένα βιομηχανικό κολοσσό που σιγά-σιγά αγοράζει το δάσος για να επεκτείνει τις δραστηριότητές του καταστρέφοντας την ισορροπία της φύσης και απειλώντας όλους όσοι αντιστέκονται όπως ο Νικήτας.
Η μεγαλύτερη όμως απειλή έρχεται με την απροειδοποίητη άφιξη του γιού του μετά από 20 χρόνια απουσίας. Σταδιακά αναπτύσσεται η υποβόσκουσα σύγκρουση μεταξύ τους κάτω από την ίδια στέγη και με φόντο το άγριο παρθένο όσο και τραυματισμένο τοπίο. Το έδαφος που πατάνε γίνεται όλο και πιο ασταθές και για να ξαναγίνει στέρεο, θα πρέπει και οι δύο να σκάψουν βαθιά μέσα στη λάσπη, την ίδια στιγμή που πρέπει να υπερασπιστούν το έδαφος τους απέναντι σε μια εταιρία εξορύξεως χρυσού που απειλεί να τους καταπατήσει την περιουσία.…
To "Digger" είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Τζώρτζη Γρηγοράκη σε παραγωγή Αθηνάς Τσαγγάρη, ένα μοντέρνο γουέστερν.
Mε μια απλότητα, δωρικότητα και αμεσότητα που στην μεγαλύτερη διάρκεια του φιλμ εντυπωσιάζει, ο Τζώρτζης Γρηγοράκης προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της προβληματικής σχέσης πατέρα και γιου, αλλά και ενός διαρκούς κοινωνικό-οικονομικο-πολιτικού σχολίου, αναφορικά με την επέμβαση του ανθρώπου στην φύση, αλλά και την οικονομική ασφυξία στα χωριά και τις μικρές κωμοπόλεις της ελληνικής επαρχίας, ως αποτέλεσμα αδυσώπητων επενδύσεων εταιρειών που δεν υπολογίζουν τις ανάγκες και τις ζωές των μόνιμων κατοίκων.
Δεν τα καταφέρνει συνεχώς, καθώς τον προδίδει το απλοϊκό και αρκετά εύπεπτο σενάριο με ορισμενα τσιτάτα που προκαλούν μειδίαμα, έχει ευτυχήσει όμως να διαθέτει στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Βαγγέλη Μουρίκη, ο οποίος δείχνει την κλάση τους στις μικρές σιωπες και τα εξαντλητικά καδραρισματα ολίγων δευτερολέπτων από τον σκηνοθέτη και κουμπώνει απόλυτα στην τραχιά φύση που με τη σειρά της περιβάλλει τις μικρές και μεγάλες προσωπικές διαμάχες της ταινίας και τον άμεσο συναισθηματισμό της.
Μια πρώτη ύλη που ο Γρηγοράκης αξιοποιεί σε μεγάλο βαθμό, συνεπικουρούμενος και από την υλειά επιπέδου που έχει γίνει φωτογραφικά, με το φυσικό τοπίο ν αποκτά ρόλο συμπρωταγωνιστή, έστω και αν προς το τέλος επιλέγει αναπάντεχα: αντί σε μια δραματική κορύφωση, οδηγει το φιλμ σε μια λύση που περιέχει και αρκετό χιούμορ, μάλλον παραίτερο με ύφος της υπόλοιπης ταινίας: ένα αρκετά βαρύ και ψυχολογικά φορτισμένο δράμα.
Προς τιμήν του ο Γρηγοράκης δεν καταπιάνεται με εύκολα σκηνοθετικά και σεναριακά ευρήματα χτίζει με επιμονή, υπομονή και ικανότητα τον μικρόκοσμο στον οποίο είναι παγιδευμένοι οι ήρωές του και καταφέρνει να ελέγχει ως προς την κινηματογραφική απόδοσή της, κάθε έξαρσή τους, σε ένα προσωπικό τελικά φιλμ που αφιερώνει ο ίδιος στον πατέρα του.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων