Φεστιβάλ Δράμας 2021: "Τι είναι το Pitching σε μια ταινία;"

Published: 17 Sep 2021, 14:12

Στο πλαίσιο των masterclasses που πραγματοποιούνται φέτος στο 44ο DISFF η σκηνοθέτρια και επικεφαλής του Εκπαιδευτικού Προγράμματος του φεστιβάλ Βαρβάρα Δούκα μίλησε για το pitching, «το απαραίτητο “’κακό’’», όπως το χαρακτηρίζει η ίδια, στο σύμπαν των απανταχού μικρομηκάδων.

<a href="/en/nea/festival-dramas-taxideyei-ston-kinimatografo-irida/69747">Το Φεστιβάλ Δράμας ταξιδεύει στον κινηματογράφο Ίριδα</a>ΣΧΕΤΙΚΑΤο Φεστιβάλ Δράμας ταξιδεύει στον κινηματογράφο Ίριδα

Κατά τη διάρκεια των ωριαίου masterclass η Βαρβάρα Δούκα παρουσίασε τη φιλοσοφία του pitching, μίλησε για τις θεμελιώδεις αρχές του και την χρησιμότητα της μεθοδολογίας του, ενώ απάντησε σε δεκάδες ερωτήσεις των νέων κινηματογραφιστών που συμμετείχαν και τους έδωσε χρήσιμες συμβουλές, προκαλώντας τους κυρίως να αναρωτηθούν για το κίνητρο που τους οδηγεί να κάνουν μία ταινία –«γιατί μιλάει αυτό το θέμα μέσα μου, σε τι με αφορά, που βρίσκομαι εγώ μέσα στην πλοκή, τελικά γιατί θέλω να κάνω αυτήν την ταινία;» –τονίζοντας ότι η αυθεντικότητα μιας ιδέας είναι το κέντρο ενός καλού pitch.

«Το  pitching είναι το απαραίτητο “κακό’’. Είναι το νευρικό, αλλά και επίμονο ξωτικό που γαργαλάει την τεμπελιά και τη συμμόρφωσή σας σε έναν σκοπό…. Μπορεί όμως να αποδειχθεί το στοιχείο που χρειάζεστε για να αναπτύξετε την ταινία σας», τόνισε ξεκινώντας την εισήγησή της.  Σύμφωνα με την κ. Δούκα, το  pitching  δεν αντιμετωπίζεται από τους εκπαιδευτές του Φεστιβάλ Δράμας μόνο ως ο τρόπος εξεύρεσης χρημάτων ή προώθησης των σχεδίων αλλά «και για να βελτιώσει ο δημιουργός τις δυνατότητες της ιστορίας του ως προς το κοινό που απευθύνεται, ως το εργαλείο για να επεξεργαστούμε τις ιδέες, να εμβαθύνουμε στις ιστορίες, να γνωρίσουμε καλύτερα τους χαρακτήρες και να μάθουμε να χρησιμοποιούμε λιγότερες λέξεις για να παρουσιάσουμε τις επιθυμίες μας και τα όνειρα μας…».

Να σημειωθεί ότι ναυαρχίδα του Εκπαιδευτικού Προγράμματος (Lab) του DISFF παραμένει το Drama Pitching Lab, που επιμελείται η Βαρβάρα Δούκα και λειτουργεί εδώ και 8 χρόνια, από το οποίο έχουν παραχθεί περισσότερες από 20 ταινίες μικρού μήκους, ταινίες οι οποίες έχουν μια αξιοσημείωτη πορεία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Στόχος του φεστιβάλ είναι αυτές οι δράσεις να αναπτυχθούν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, γι’ αυτό και ο ετήσιος προγραμματισμός του  Lab  περιλαμβάνει πλέον μια σειρά από εργαστήρια, προβολές και masterclasses. Καθώς το Φεστιβάλ Δράμας κρίνει επιτακτική την ανάγκη στοχευμένων εκπαιδευτικών δράσεων ειδικά στους τομείς του σεναρίου και του development, φέτος για πρώτη φορά εντάχθηκαν στο πρόγραμμα του, masterclasses τα οποία, όπως εξηγεί η Β. Δούκα, «απευθύνονται σε όλο το industry, γι’ αυτό  αρχίζουν ακριβώς μετά τα Q&A των σκηνοθετών και το μάθημα του Pitching Lab, και καλούνται να ενώσουν όλη την εβδομάδα, τους εκπαιδευόμενους στο Εργαστήριο Pitching, τους καλεσμένους σκηνοθέτες και παραγωγούς στο φεστιβάλ και τους επισκέπτες της πλατφόρμας (σ.σ. θυμίζουμε ότι τα masterclasses παρουσιάζονται και σε live streaming), για να μοιραστούν από κοινού τη γνώση των εκπαιδευτών μας  

Πηγαίνοντας προς νέες ταινίες και νέες ιδέες, σε νέες δεξαμενές θεματολογίας, σε έναν κόσμο που αλλάζει, αυτό που διαπιστώνω είναι ότι μπορεί οι μέθοδοι παραγωγής να αλλάζουν, τα εργαλεία να εξελίσσονται, η κινηματογραφική γλώσσα να αποκτά καινούριες διαλέκτους, η αλήθεια παραμένει όμως μόνο μία: Όλοι –και λέγοντας όλοι, εννοώ και τους παραγωγούς και το κοινό– δε χρειάζονται τίποτε άλλο παρά μία καλή ιστορία… Τι είναι καλή ιστορία; Αυτή που τους συν-κινεί… Δηλαδή αυτή που βάζει σε κίνηση, το μυαλό, το συναίσθημα, τη ψυχή τους…. Για να το πετύχουμε αυτό χρειάζεται να διευρύνουμε τους ορίζοντες μας, να ταξιδέψουμε, να γνωρίσουμε, να διαβάσουμε ή να δούμε ιστορίες άλλων, και αυτό είναι η εκπαίδευση… Το κυριότερο όμως ταξίδι χρειάζεται να το κάνουμε προς τον εαυτό μας. Αυτόν θα συναντήσουμε σε κάθε ιστορία που θέλουμε να κάνουμε ταινία και με αυτόν θα δώσουμε τις μεγαλύτερες μάχες…».

Κάθε μέρα οι Έλληνες σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο Φεστιβάλ Δράμας δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο ραντεβού του φεστιβάλ που επιμελείται ο δημοσιογράφος Δημήτρης Πάντσος. 

Στο αεροδρόμιο (Μιχάλης Μαθιουδάκης)

«Σε ένα ταξίδι μου στην Πάρο βρέθηκα στο αεροδρόμιο, το οποίο μου έκανε μεγάλη εντύπωση –θυμάμαι πως τότε δεν υπήρχε κανείς να μας ελέγξει. Κατάλαβα πώς λειτουργούν τα μικρά επαρχιακά αεροδρόμια, ένοιωσα πως υπάρχει μια μοναξιά εκεί, και κάπως έτσι εμπνεύστηκα τον ήρωά μου. Έφτιαξα μια ταινία με στόχο αυτός που θα την δει να περάσει καλά, με χιούμορ, δεν είχα πρόθεση να κάνω κάτι βαθυστόχαστο –τώρα τι θα εισπράξει ο καθένας που θα την δει είναι μια άλλη ιστορία. Προέκυψε μια κωμωδία, αυτό μου βγήκε, ο καθένας δημιουργεί σύμφωνα με τις καταβολές του (λχ.μπορεί να τον επηρέασε το ότι μικρός έβλεπε Κωσταντάρα). Δεν ξέρω αν εμένα θα μου έβγαινε να γυρίσω κάτι άλλο».

Flik flok (Αγγελική Παρδαλίδου)

«Η ταινία, μέχρι το δεύτερο twist, βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά. Όταν ήμουν φοιτήτρια, ένας γνωστός μου είχε βιώσει κάτι ανάλογο –διάβασε κάποια μηνύματα που δεν έπρεπε να είχε διαβάσει. Και αντί να αντιδράσει όπως θα περίμενε κανείς, υποδέχτηκε την κοπέλα του με ένα ρομαντικό τραπέζι…Βέβαια στην ταινία μου άλλαξα το τέλος. Πρόκειται για ένα θεατρικό μονόπρακτο που κλήθηκα να γράψω για το Ίδρυμα Κακογιάννης. Ήταν η πρώτη μου ταινία και δεν ξέρω πώς θα ανταποδώσω στον πρωταγωνιστή μου, τον Γιώργο Καραμίχο, την βοήθειά του. Η πανδημία επηρέασε πολύ τις ερωτικές σχέσεις. Όλα διογκώθηκαν στο λοκντάουν. Όσοι τα πάνε καλά, περνάνε πολύ καλά, κι όσοι έχουν κακή σχέση, περνάνε χάλια. Δεν είναι τυχαίο το πώς αυξήθηκαν τα διαζύγια».

Apallou (Νίκος Αυγουστίδης)

«Ανέκαθεν με απασχολούσε το θέμα του Ξένου, του ανοίκειου, το πώς αδυνατούμε να το αποδεχτούμε, και πώς αντιδρά μια ομάδα ανθρώπων απέναντί του. Η ταινία είναι εν μέρει βιωματική καθώς γυρίστηκε στο χωριό μου στη Χίο. Εξάλλου, αν εξαιρέσεις τους δύο ηθοποιούς, όλοι οι άλλοι είναι κάτοικοι του χωριού. Ο εγγονός επιστρέφει από την Αμερική στο χωριό του, και ο παππούς, που δεν ζει πια, αισθάνεται την ανάγκη να επιστρέψει, να τον δει  και να τον χαιρετήσει μια τελευταία φορά, αλλά αυτή η επιστροφή δημιουργεί μια αντιστροφή των κανόνων της φύσης – έτσι, βλέπουμε ας πούμε, μια κατσίκα του χωριού, να πετάει. Όμως το χωριό είναι σκληρό: λιθοβολεί τον παππού. Κι ας υπήρξε δικός τους. Διότι, ποιος είναι ο απόλυτος ξένος για μια κοινωνία; Αντιδράμε σε οτιδήποτε μας φαίνεται ξένο, λχ έναν Αμερικάνο, έναν αλλοδαπό, έναν μετανάστη, έναν πρόσφυγα, όπως αυτοί που φτάνουν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά κάποιες φορές ο τρόμος πηγάζει από το οικείο περιβάλλον, είναι παλιός γνώριμος. Γιατί πολύ απλά ο απόλυτος ξένος είναι ο θάνατος». Στην παρουσίαση παρών ήταν και ο νεαρός πρωταγωνιστής της ταινίας Μικές Γλύκας.

Luxenia (Δήμητρα Κονδυλάτου)

«Έχω δουλέψει στην τουριστική βιομηχανία και έχω συναντήσει πολλές γυναίκες στα τουριστικά επαγγέλματα. Κάποια στιγμή, καθώς ασχολούμαι με τα εικαστικά, οργάνωνα ένα πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών και μια φίλη μου έφερε το σχέδιο ενός ανανά, λέγοντάς μου πως ο ανανάς αποτελεί το σύμβολο της φιλοξενίας. Ο ανανάς είναι ένα βασικό στοιχείο της ταινίας, η οποία τοποθετείται χρονικά στο κλείσιμο της σεζόν, που η κούραση είναι μεγαλύτερη. Μιλάμε συνεχώς για ανάπτυξη, για αύξηση του τουρισμού, αλλά ξεχνάμε την κοινωνική διάσταση, το πώς λειτουργεί στην πράξη όλο αυτό. Πέραν της εκμετάλλευσης, της κούρασης των εργαζομένων, με ενδιέφερε η συναισθηματική διάσταση του πράγματος. Μιλάμε για την ελληνική φιλοξενία, που λένε ότι είναι στο DNA μας, αλλά αυτό που τελικά κυριαρχεί είναι η εμπορευματοποίηση».

Souls all unaccompanied (Γιώργος Τελτζίδης)

«Θεωρώ πως πρέπει να κάνουμε ταινίες για τα πράγματα που γνωρίζουμε καλά. Ίσως γι’ αυτό οι χαρακτήρες και των προηγούμενων ταινιών μου να έχουν κάποια κοινά μεταξύ τους. Σε όλες τις ταινίες μου πάντως, οι χαρακτήρες καλούνται να πάρουν μια απόφαση υπό πίεση. Ήμουν τυχερός με τον μικρό πρωταγωνιστή μου διότι είναι πολύ δύσκολο να βρεις έναν πιτσιρικά να παίζει  -και να μην παίζει σαν πιτσιρικάς. Κάναμε καστ σε δομές φιλοξενίας και μια μέρα τον είδα να έρχεται μέσα στην τρέλα και τη χαρά.  Ήταν πάντα πολύ ώριμος και θαρραλέος. Στις ταινίες μου επιδιώκω την χαμηλότονη αφήγηση, την χαλαρή αφήγηση ενός διηγήματος. Καθώς έκανα την έρευνά μου, αντιλήφθηκα πως πολλά ασυνόδευτα προσφυγόπουλα στην Ελλάδα δυστυχώς εκδίδονται για ένα μεροκάματο. Και πως στους ξενώνες απλώς κοιμούνται και τρώνε, κατά τ’ άλλα τα παιδιά αυτά είναι μόνα τους… Συνάντησα ένα χάος γενικά».

Περισσότερα για το Φεστιβάλ Δράμας εδώ.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos