Έπειτα από χρόνια αποξένωσης, η Άρτεμις αναγκάζεται να επιστρέψει στην Αθήνα για να φροντίσει τον άρρωστο πατέρα της. Αντιμέτωπη με έναν κατά βάση άγνωστo -σε αυτήν- άνθρωπο και μια πρωτόγνωρη και δύσκολη συνθήκη θα προσπαθήσει να ανταπεξέλθει όσο καλύτερα μπορεί. Όταν τυχαία ανακαλύψει το καλά κρυμμένο μυστικό του πατέρα της όλα όσα θέλησε ποτέ να ρωτήσει θ’ απαντηθούν μεμιάς. Τα κομμάτια του παζλ της σχέσης τους θα μπουν στη θέση τους κι εκείνη θα μπορέσει να τον γνωρίσει και να τον αγαπήσει αληθινά για πρώτη φορά.
Η ταινία είναι μια ιστορία ενηλικίωσης ενός παιδιού κι ενός γονιού. Με άλλα λόγια είναι η ιστορία ενηλικίωσης μιας σχέσης. Μία ταινία «για την αγάπη, την κίνηση, τη ροή και την έλλειψη αυτών»
Και η Ζακλίν Λέντζου καταφέρνει να κάνει ξεκάθαρο στο μεγάλου μήκους ντεμπούτο της, αυτό που είχε αποδείξει στα βραβευμένα shorts της. Ότι κατέχει μια προσωπική κινηματογραφική γλώσσα που κλείνει το μάτι μεν στο greek weird wave, αλλά την ίδια στιγμή προσθέτει στην παλέτα επικοινωνίας με τον θεατή πινελιές ατόφιου συναισθήματος, κατακλυσμικές και αποστασιοποιημένες στο ίδιο cut, τις οποίες διανθίζει με μια ασαφή τραγικωμωδία που δεν σε αφήνει να επαναπαυθείς στο προφανές.
Ποιο είναι αυτό στο «Φεγγάρι, 66 ερωτήσεις»; Οι αναμνήσεις από την παιδική ηλικία και τα μυστικά που δεν εξηγήθηκαν ποτέ, δημιουργούν μικρά τραύματα και η (αναγκαστική λόγω της πάθησης) συμβίωση κόρης-πατέρας είναι βαλτωμένη, συναισθηματικά απομονωμένη, με άφθονη ντροπή, αλλά και συχνά απονευρωμένη.
Μια τέτοια σχέση που (επαν)εκκινεί με αυτά τα δεδομένα, θέλει πολύ προσπάθεια και από τους δύο μέχρι να κατακτηθεί η αγάπη και ο δρόμος δεν έχει ρόδα, αλλά αγκάθια.
Και από τη στιγμή που η 31χρονη δημιουργός επιλέγει να μην φέρει σε πρώτο πλάνο τα παρελθοντικά μυστικά -παρά να τα ξεπατικώσει με σκόρπιες VHS αναμνήσεις-, αλλά να διηγηθεί ελλειπτικά την πορεία των πρωταγωνιστών της με πυξίδα το συναίσθημα και την αντίδραση σε αυτό, στηρίζει πολλά στους δύο ηθοποιούς της για να μη ξενερώσει το απαίδευτο μάτι και τελικά δικαιώνεται.
Η χαρισματική Σοφία Κόκκαλη με την έκρηξη στο πεισμωμένο βλέμμα, αλλάζει ταχύτητες στην εναλλαγή των συναισθημάτων της με αφοπλιστική προσαρμοστικότητα, ενώ ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος προσφέρει μια διακριτική, αλλά τρομερά δουλεμένη ερμηνεία σε έναν ρόλο απαιτητικό ψυχικά και σωματικά.
Η κινηματογραφική γλώσσα της προσωπικής ενσυναίσθησης που ακολουθεί η Ζακλιν Λέντζου δεν προσφέρει εύκολη ανταμοιβή και την ίδια στιγμή απαιτεί την συγκέντρωσή σου σε μια ιστορία συχνότατης συναισθηματικής ματαίωσης που βαραίνει και εσένα τον ίδιο προσπαθώντας να αφουγκραστείς την αδυναμία πατέρα και κόρης να απολογηθούν για όσα νιώθουν, παρά τις χιουμοριστικές σφήνες ξεγνοιασιάς που μάλλον δεν αρκούν.
Κάποια στιγμή λοιπόν νιώθεις ότι η ταινία χάνει την αποτελεσματικότητά της και αναρωτιέσαι αν αξίζει η απαιτητικότητά της, αλλά έρχεται εκείνη η αφοπλιστική σκηνή στο τέλος που θα σε σφίξει μέσα της, θα έρθει να συμπτύξει τις παράλληλες γραμμές και να τα πει όλα, χωρίς να αρθρώσει ούτε λέξη. Άλλωστε οι λέξεις δεν θα μπορούσαν να περιγράψουν την ανακούφιση που υπερνικά τις βασανισμένες σκέψεις.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων