Σύνοψη: Η Σοφία, η κόρη, επιστρέφει στο Πολύδροσο για να φροντίσει τη Σοφία, την μητέρα της. Στη γειτονιά που μεγάλωσε την περιμένουν όλοι οι λόγοι που την έκαναν κάποτε να θέλει να φύγει. Το Πολύδροσο είναι ένα απομονωμένο προάστιο και οι Σοφίες περνάνε τις μέρες τους σκοντάφτοντας σε φαντάσματα του παρελθόντος.
Άποψη: Μια ταινία για ανθρώπους τρυφερούς σε έναν μη τρυφερό κόσμο. Έτσι μας συστήνει ο αφηγητής την ταινία που θα ακολουθήσει αλλά και ίσως ολόκληρο τον κινηματογραφικό κόσμο του Αλέξανδρου Βούλγαρη a.k.a. The Boy.
Ο The Boy ξανασυναντά την Σοφία Κόκκαλη στον πρωταγωνιστικό ρόλο και την Δεσποινίς Τρίχρωμη στην μουσική με την Βίκυ Καγιά να είναι το ιδιαίτερο new entry στον κόσμο του.
Ο κόσμος τόσο του ίδιου όσο και των δύο πρωταγωνιστριών είναι η γειτονιά του Πολύδροσου στην οποία μεγάλωσαν και οι τρεις τους. Μια επιστροφή στο παρελθόν, στην ανεμελιά των παιδικών χρόνων η Σοφιά (κόρη) θα έρθει να συνδεθεί ξανά με την μητέρα της με υπόβαθρο τον φόβο του θανάτου-υπαρκτό και μεταφυσικό.
Η Κόκκαλη μετά την διαχείριση της σχέσης με τον πατέρα της στην ταινία Σελήνη 66 ερωτήσεις, έρχεται τώρα αντιμέτωπη με την έννοια της μάνας και ό,τι αυτό φέρει. Η μάνα Σοφία είναι άρρωστη, κινδυνεύει με τον θάνατο αλλά δεν αφήνει να την επηρεάσει.
Δύο ηρωίδες ευαίσθητες και τρυφερές, η κόρη με την ευάλωτη και μελαγχολική αμηχανία της, η μητέρα με την υπόκωφη αλλά σίγουρη αντίληψη της θνητότητάς της. Δύο συγκινητικά μαγνητικές και ανθρώπινες ερμηνείες.
Και αν κανείς το περίμενε από την Σοφία Κόκκαλη, μια από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της γενιάς της αλλά και εν γένει στην χώρα μας, ίσως πολύ δυσπιστούσαν απέναντι στην επιλογή της Καγιά. Σε ένα ρόλο προστατευμένο σκηνοθετικά χάρη στην μαεστρία του Βούλγαρη και βυθισμένο στην αυτοαναφορικότητα και την συναισθηματικά αυτόματη ερμηνεία, καταφέρνει να αποδώσει με μεγάλη επιτυχία τον ρόλο μιας μάνας στην απλότητα αλλά και στην σημαντικότητα που κρύβεται πίσω από το παραβάν της καθημερινότητας.
Μια από τις καλύτερες δουλειές του The Boy, μελαγχολική, όσο πρέπει υποτονική, αυτοαναφορική σχετικά με τις αδυναμίες του δημιουργού του, όπως τα φιλμ νουάρ και τα αποφθέγματα, συνδέει παρόν και παρελθόν με ένα νήμα αδιόρατο. Σαν να αντιλαμβάνεται τον χρόνο σαν ένα συνεχές και ασταμάτητο εκκρεμές που μια βουτάει στην μια πλευρά και μια στην άλλη. Αληθινό και ειλικρινές προς τα όσα φέρνει μπροστά στην κάμερα αλλά και όσα κρύβει παιχνιδιάρικα από πίσω, κοιτά νοσταλγικά σαν να παρακολουθεί μια οικογένεια μια βιντεοκασέτα των παιδικών χρόνων κάπου πίσω στα ατελείωτα 80s. Το Πολύδροσο κατέχει τον δικό του ρόλο μέσα στην ταινία.
Και μπορεί κανείς εύλογα να δει μια ρομαντικοποιημένη αισθητικοποίηση των προαστίων, όμως μέσα από την κάμερα του Βούλγαρη όλο αυτό ατονεί και καταλήγει μια ωδή στην παιδικότητα και την εφηβεία, στην καταβύθιση σε τραύματα και απωθημένα που θα βοηθήσουν τις δύο ηρωίδες να διαπιστώσουν ποιες είναι και ποιες θα ήθελαν να είναι, ακόμα και αν δεν κατάφεραν να γίνουν πρωταγωνίστριες ως femmes fatales σε κάποιο κλασικό νουάρ του Χόλιγουντ.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων