Σύνοψη: Λίγο πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η νεαρή Irisz Leiter φθάνει στην Βουδαπέστη. Είχε μεγαλώσει σε ορφανοτροφείο και τώρα ελπίζει να βρει δουλειά στο πιλοποιείο που κάποτε είχαν οι γονείς της και τώρα διευθύνει ο συνέταιρός του. Εκεί θα ανακαλύψει την ύπαρξη ενός αδερφού για τον οποίον δεν γνώριζε και τον οποίον οι περισσότεροι δεν έχουν και στην μεγαλύτερη εκτίμηση.
Άποψη: Το να κάνει ταινία έπειτα από τον «Γιο του Σαούλ» είναι σίγουρα δύσκολο για τον Laszlo Nemes, καθώς ξέρει ότι όλοι θα τον περιμένουν στην γωνία για να συγκρίνουν την νέα ταινία με το σχεδόν αριστουργηματικό ντεμπούτο του. Η «Δύση Ηλίου» που απέσπασε το βραβείο FIPRESCI στο Φεστιβάλ Βενετίας έχει αρκετά κοινά με την πρώτη του ταινία. Αφού ασχολήθηκε με έναν άντρα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επιστρέφει με μία ιστορία που αφορά μία γυναίκα λίγο πριν το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου και τα χαρακώματα που θα απλωθούν σε όλη την Ευρώπη, με τα οποία άλλωστε κλείνει η ταινία.
Μπορεί να απουσιάζει το τετράγωνο καδράρισμα, ωστόσο και εδώ η κάμερα ακολουθεί πεισματικά την πρωταγωνίστρια, χωρίς να την χάνει από τον φακό ποτέ, με όλα τα υπόλοιπα γεγονότα να εντοπίζονται στο background της. Εξακολουθεί να υπάρχει η κλειστοφοβική αίσθηση, παρά το ότι οι πιο πολλές σκηνές είναι σε ανοιχτούς χώρους. Λόγω όμως του ότι σε κάθε πλάνο η κάμερα είναι κολλημένη πάνω της και όλα τα υπόλοιπα προσπαθούν να μπουν και να χωρέσουν στο κάδρο, δημιουργεί την ίδια αίσθηση κλειστοφοβίας. Ο τρόμος παραμένει και εδώ παρόν με τις πυρετικές σκηνές να κατακλύζουν το δεύτερο μέρος της ταινίας. Για να φθάσει όμως μέχρι εκεί πρέπει να περάσει από ένα απίστευτα αργόσυρτο πρώτο μέρος, στο οποίο απουσιάζει πλήρως οποιαδήποτε αίσθηση κινηματογραφικού ρυθμού. Γνωρίζει βέβαια ο θεατής την ηρωίδα, αλλά πέραν αυτού σχεδόν λείπει η δράση, με αποτέλεσμα να μοιάζει ένα κενό περιεχομένου δράμα.
Στο δεύτερο μέρος αρχίζει να αποκτά ρυθμό και να αποκτά ουσία η όλη προσπάθειά του να δείξει τον κόσμο του χθες, όπως τον ονόμασε στο ομώνυμο βιβλίο του ο Stefan Zweig, ως ένα κόσμο που δύει και έπειτα από το πέρας του πολέμου θα ανατείλει ένας νέος.
Η ταινία επικεντρώνεται στο λυκόφως της μπελ επόκ και σε όλες τις αναταράξεις που είχαν αρχίσει να υπάρχουν. Το χτίσιμο του ιστορικού πλαισίου γίνεται μέσα από τα μάτια της κεντρικής ηρωίδας, όπως είχε κάνει και στον «Σαούλ», υιοθετώντας ηθελημένα μία ξεκάθαρα υποκειμενική οπτική. Η Juli Jakab που πρωταγωνιστεί είναι αρκετά καλή σε έναν απαιτητικό ρόλο από τον οποίον απουσιάζουν οι πολλές συναισθηματικές αποχρώσεις. Αν πας έχοντας στο μυαλό τον «Γιο του Σαούλ», πολύ πιθανόν να απογοητευτείς. Αν όμως πας απλώς να δεις την νέα ταινία του Nemes, τότε θα εκτιμήσεις τα θετικά στοιχεία της ταινίας, όσο και αν πολλές φορές κρύβονται κάτω από την γενικότερη υπερβολή της ταινίας.
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων