Γουίτ Στίλμαν: «Αν χρειαστεί να πουλήσω πάλι το διαμέρισμά μου για να κάνω ταινία, θα το κάνω».

Δημοσίευση: 30 Σεπτεμβρίου 2012, 15:52

Στην Ελεωνόρα Βερυκοκίδη

Ο σκηνοθέτης των Δεσποινίδων εν συγχύσει, ταινία που ανέδειξε τη Γκρέτα Γκέργουιν που είδαμε πρόσφατα στην τελευταία ταινία του Γούντι Άλεν (To Rome with love), και δημιουργός της τριλογίας που περιλαμβάνει τις ταινίες “Metropolitan”, “Barcelona” και “The last days of disco”, βασισμένη στις δικές του προσωπικές εμπειρίες, αντιμετωπίζοντας την υψηλή μητροπολιτική μπουρζουαζία με σαρκασμό, βρέθηκε στην Αθήνα σαν επίσημος προσκεκλημένος του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου, “Νύχτες Πρεμιέρας Cosmote”.

Τον συναντήσαμε στο ισόγειο του βιβλιοπωλείου «Ιανός» όπου μας υποδέχτηκε με το πιο γλυκό χαμόγελο και μας μίλησε για τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε επιλέγοντας να γυρίσει τις ταινίες του «εκτός συστήματος», την αγάπη του για τη γραφή, τον Τριφό και τις Ισπανόφωνες κωμωδίες αλλά και για τη θέση που παίρνει πάνω στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η χώρα μας.

Στο παρελθόν, προκειμένου να βρείτε τους οικονομικούς πόρους και να γυρίσετε το “Metropolitan” αναγκαστήκατε να πουλήσετε το διαμέρισμά σας. Αν χρειαζόταν να προβείτε και σήμερα σε κάποια τέτοια κίνηση, έχοντας τόσα σενάρια που περιμένουν στο συρτάρι, θα το κάνατε ξανά;

«Ναι, θα το έκανα ξανά. Από τη στιγμή που αποφάσισα να βγω από το διεφθαρμένο σύστημα που υφίσταται στην κινηματογραφική βιομηχανία, που σε αναγκάζει να υπογράφεις ένα συμβόλαιο και μετά να γράφεις ένα σενάριο για να πάρεις λίγα χρήματα, χάνοντας όμως κάθε έλεγχο που έχεις επάνω του, ήξερα τι έχω να αντιμετωπίσω. Αν χρειαστεί να ζήσω πολύ φθηνά καταφέρνοντας όμως να κάνω ταινίες τα σενάρια που έχω στα σκαριά θα το κάνω. Θα πληρώσω μόνος μου, παίρνοντας μόνος μου το ρίσκο αλλά θα ξέρω ότι έχω τον πλήρη έλεγχο του σεναρίου μου».

Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια καταφέρατε να δημιουργήσετε το δικό σας προσωπικό στυλ κινηματογράφησης με κόστος όμως τη δημιουργία μόνο τεσσάρων ταινιών. Αν μπορούσατε να γυρίσετε το χρόνο πίσω θα κάνατε κάτι διαφορετικά προκειμένου να γυρίσετε περισσότερες ταινίες;

«Ναι, θα προσπαθούσα να κάνω τα πράγματα διαφορετικά. Ίσως δεν έπρεπε να φύγω για την Ευρώπη. Αυτό ήταν πολύ επικίνδυνο. Ίσως έπρεπε να μείνω στις ΗΠΑ και να μην καταπιαστώ με εργασίες που θα μπορούσα να προσλάβω κάποιον άλλο να τις κάνει πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά». 

Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε ταινίες που βασίζονται σε βιβλία. Εσείς όμως λειτουργήσατε διαφορετικά. Ποιος ήταν ο λόγος που σας ώθησε στο να γράψατε βιβλίο με τη θεματολογία του τρίτου μέρους της πρώτης σας κινηματογραφικής τριλογίας; Υπήρχαν πράγματα που δεν καταφέρατε να πείτε μέσα από το φιλμ;

«Αρχικά ήθελα να δω αν μπορώ να γράψω βιβλίο και δεν ήμουν σίγουρος ότι μπορούσα να το ξεκινήσω από την αρχή, ψάχνοντας το θέμα. Υπήρχαν όμως και πράγματα που δεν κατάφερα (ενώ ήθελα) να πω στην ταινία. Είχα ήδη έτοιμες αρκετές εναλλακτικές βερσιόν του σεναρίου που περιελάμβαναν διαφορετικές ιστορίες. Μπορούσα να χρησιμοποιήσω κάποια από αυτές είτε για να κάνω μία άλλη ταινία είτε για να γράψω βιβλίο. Αποφάσισα να κάνω το δεύτερο».

Όντας ένας άνθρωπος που αγαπά τη γραφή αλλά κάνει και ταινίες, με ποιον από τους δύο τρόπους θα λέγατε ότι εκφράζετε τον εσωτερικό σας κόσμο καλύτερα;

«Τώρα περνάω μία περίοδο της ζωής μου που θα προτιμούσα τη γραφή αλλά υπάρχουν πράγματα που μπορώ να κάνω χρησιμοποιώντας τον ήχο, τη μουσική, τους ηθοποιούς και τη διακόσμηση μέσω των ταινιών που δε θα μπορούσα ποτέ να τα περιγράψω μόνο μέσω της γραφής. Και τελικά η δημιουργία ταινιών σου προσφέρει στο τέλος μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε σχέση με τη συγγραφή βιβλίων ενώ θα βρεις ένα τρόπο να πεις αυτό που θες. Χώρια που είναι περισσότεροι οι άνθρωποι που θα έχουν τη δυνατότητα να μάθουν την ιστορία που περιγράφεις μέσω των ταινιών (γέλια). Συνήθως έρχονται άνθρωποι και μου λένε ότι είδαν κάποια ταινία μου στην τηλεόραση ή στο αεροπλάνο, πέρα από το σινεμά. Ποτέ δε μου έχουν πει κάτι ανάλογο για το βιβλίο».

Υπάρχει μία σκηνή στην ταινία “Metropolitan” όπου ο Τομ εκφέρει γνώμη για τη συγγραφέα Jane Austin χωρίς όμως να έχει διαβάσει ποτέ κάποιο βιβλίο της. Ποια είναι η γνώμη σας για τους ανθρώπους που λειτουργούν κατ’ αυτό τον τρόπο;

«Είναι το σαρκαστικό κομμάτι της ταινίας. Υπήρξα ένας τέτοιος άνθρωπος, σαν τον Τομ, παρόλο που είναι μεγάλο λάθος. Όταν ήμουν στην Ισπανία, συνήθιζα να πηγαίνω στην παραλία για καφέ και να διαβάζω κριτικές για συγγραφείς χωρίς όμως να έχω διαβάσει ποτέ βιβλία τους (γέλια) και συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι έκανα ακριβώς το ίδιο πράγμα – αντί να διαβάσω το original διάβαζα τις κριτικές».

Πριν ξεκινήσετε τη δημιουργία δικών σας ταινιών, υπήρξατε αντιπρόσωπος πωλήσεων Ισπανόφωνων φιλμ ενώ σε κάποιο από αυτά συμμετείχατε σαν ηθοποιός. Σας άρεσε σαν εμπειρία;

«Δε μου άρεσε ποτέ αυτό το κομμάτι. Θυμάμαι πόσο πολύ ντρεπόμουν όταν το έκανα αυτό. Ο σκηνοθέτης το λάτρεψε βέβαια και το βρήκε καταπληκτική ιδέα αλλά εγώ δεν μπήκα καν στη διαδικασία να το δω ποτέ. Πρόσφατα έκανα μία cameo εμφάνιση – είναι ένα από αυτά τα τρελά πράγματα που κάνω κατά καιρούς (γέλια) - σε ένα ανεξάρτητο φιλμ με τίτλο “The imperialists are still alive”. Εγώ βέβαια ένιωθα σα χαζός αλλά οι υπόλοιποι άνθρωποι το βρίσκουν αστείο οπότε είναι οκ. Είναι περίεργο να συμμετέχεις σε φιλμ σαν ηθοποιός αλλά όπου μου ζητήσουν πηγαίνω – χωρίς να χρεώνω κανέναν εννοείται – γιατί ξέρω πόσο δύσκολο είναι να κάνεις μία ταινία και μου αρέσει να βοηθάω νέους δημιουργούς με όποιο τρόπο μπορώ».

Έχοντας δουλέψει κοντά σε τόσους Ισπανούς σκηνοθέτες, θα μπορούσατε να πείτε ότι τα ισπανόφωνα φιλμ έχουν επηρεάσει κατά κάποιο τρόπο το δικό σας στυλ κινηματογράφησης;

«Αυτή είναι μια πολύ ωραία παρατήρηση και μια πολύ ωραία ερώτηση που δεν έχει τύχει να μου ξανακάνουν. Η αλήθεια είναι ότι είμαι μεγάλος φαν του Φρανσουά Τριφό και οι φίλοι μου που είναι σκηνοθέτες στην Ισπανία επίσης λατρεύουν τον Τριφό και μου αρέσουν πολύ οι ταινίες τους, που σε αρκετά σημεία μου θυμίζουν ταινίες του Τριφό, ειδικά κάποιες Ισπανικές κωμωδίες, οπότε θα μπορούσα να πω ότι έχω επηρεαστεί ίσως από τις Ισπανικές κωμωδίες».

Με ποια λέξη θα περιγράφατε την υψηλή αστική κοινωνία;

(Μετά από αρκετή σκέψη) «Νομίζω ότι θα μπορούσα να γυρίσω ολόκληρη ταινία γι’ αυτό» Και ποιος θα ήταν ο τίτλος της; «Νομίζω… ‘μπουρζουοκρατία»

Είστε εδώ σε μία πολύ δύσκολη κινηματογραφική (και όχι μόνο) περίοδο για την Ελλάδα. Πώς τοποθετείστε πάνω σε αυτό;

«Εγώ πιστεύω ότι είναι μία πολύ δημιουργική περίοδος για την Ελλάδα. Γενικά θεωρώ ότι όταν τα κράτη περνούν από τέτοιες φάσεις βρίσκονται στην πραγματικότητα σε περίοδο δημιουργίας. Αντίθετα, όταν όλα φαίνονται καλά και οι άνθρωποι σπαταλούν πολλά χρήματα τότε ουσιαστικά είναι η περίοδος που δημιουργούνται τα προβλήματα. Αν δεν υπάρξει ουσιαστικό χάος δεν μπορεί να υπάρξει δημιουργικότητα. Επίσης, δεν πιστεύω ότι η ευρωζώνη μπορεί να λειτουργήσει για όλα αυτά τα κράτη. Δε βγάζει νόημα. Είναι φορές που λέω στον εαυτό μου «Σκάσε, οι ειδικοί λένε ότι είναι σωστό και ξέρουν καλύτερỨαλλά ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω πώς κάτι τέτοιο θα λειτουργήσει. Για να έχεις κοινό νόμισμα θα πρέπει να ακολουθείς κοινές πολιτικές σε όλους τους τομείς και δε νομίζω ότι οι άνθρωποι θέλουν να εγκαταλείψουν εντελώς την εθνικότητά τους, ούτε και υπάρχει λόγος να κάνουν κάτι τέτοιο εφόσον έχουν διαφορετική κουλτούρα. Ίσως κάτι τέτοιο να λειτουργούσε ανάμεσα στη Γερμανία, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και τη ..Δανία (;) αλλά δεν μπορώ να καταλάβω πώς η Ελλάδα μπορεί να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο εφόσον πρόκειται για ένα πολύ πιο δημοκρατικό κράτος σε σχέση με τα άλλα. Φέρνω σαν παράδειγμα στο μυαλό μου την Τζαμάικα.

Σχετικά με τη Τζαμάικα, υπάρχει ένα πρότζεκτ στα σκαριά, το “Dancing Mood” που αναφέρεται στη Τζαμάικα των 1960’ς. Να περιμένουμε σύντομα νέα από αυτό;

«Ναι, είναι ένα από αυτά τα σενάρια που «κατοικούν» μέσα στο συρτάρι μου αλλά και μία από τις προτεραιότητες μου».

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Shirley

Shirley

Θα το βρείτε: Netflix

Όπως μας ενημερώνει από την αρχή το “Shirley”, το 1968 ανάμεσα στα 435 μέλη...
13 hours

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
LATE NIGHT WITH THE DEVIL, από την Spentzos LATE NIGHT WITH THE DEVIL, από την Spentzos