Ανάλυση: Ο Κώστας Γαβράς πριν από το «Ζ»

Δημοσίευση: 18 Ιουλίου 2020, 15:26

Στο MOVE IT εξετάζουμε ταινίες του πρόσφατου (ή όχι και τόσο) παρελθόντος, υπό ένα διαφορετικό οπτικό πρίσμα και αποκρυπτογραφούμε την εικονολογία του φιλμ.  Ο Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Αραμπατζής, περνάει από το μικροσκόπιό του αυτή την φορά ton Kώστα Γαβρά και τις πρώιμες δουλειές του που έχτισαν το σκηνοθετικό του ύφος

<a href="/apopseis-arthra/analysi-pateras-kai-gios-stin-lampsi-toy-kioymprik/63238">Ανάλυση: Πατέρας και γιος στην Λάμψη του Κιούμπρικ</a>ΣΧΕΤΙΚΑΑνάλυση: Πατέρας και γιος στην Λάμψη του Κιούμπρικ

Την Τετάρτη 7 Ιουλίου, το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών έκανε την πρώτη προβολή του στο πλαίσιο του 4ου Θερινού Φεστιβάλ Γαλλικού Κινηματογράφου, στους υπαίθριους χώρους της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Η προβολή είχε μια ιδιαίτερη σημασία για το ελληνικό κοινό, καθώς αφορούσε σε έναν περίφημο έλληνα σκηνοθέτη της διασποράς, τον Κώστα Γαβρά, και την δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, δηλαδή την αμέσως προηγούμενη από το πασίγνωστο «Ζ» που εκτίναξε την καριέρα του και τον καθιέρωσε διεθνώς. Η προβαλλόμενη ταινία ήταν, λοιπόν, του 1967, και είχε τον τίτλο Un homme de trop, δηλαδή Ένας Περισσευούμενος ή Παραπανήσιος Άνθρωπος, ενώ η ορθή μετάφραση δίνεται εδώ για να παραμερισθεί ο επίσημος ελληνικός τίτλος που είναι λίγο-πολύ άσχετος με το περιεχόμενο και αδικεί το φιλμ: «Μακί, τα λιοντάρια της κολάσεως». Το έργο είναι σημαντικό επειδή συνιστά μια απολύτως διαφωτιστική εισαγωγή στο «Ζ» που θα ακολουθήσει και στο σκηνοθετικό ύφος που θα χτίσει τη φήμη του Γαβρά.

Εξωτερικά, το φιλμ είναι ένα πολεμικό έργο που αφορά στις περιπέτειες μιας ομάδας γάλλων αντιστασιακών (= Μακί), το 1943, στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Γαλλία. Στην ταινία πρωταγωνιστεί μια πλειάδα διάσημων και εξαίρετων ηθοποιών όπως ο Ζαν-Κλωντ Μπριαλύ, ο ευαίσθητος Ζεράρ Μπλαίν, ο παλαίμαχος τότε Σαρλ Βανέλ, ο Μπρούνο Κρεμέρ, ο Ζακ Περράν (ο νεαρός δημοσιογράφος του «Ζ»), ένας νέος Πιερ Κλεμαντί (πάντα ηθικά αμφίσημος), ο Κλωντ Μπρασσέρ, ο Φρανσουά Περιέ (ο εισαγγελέας του «Ζ»), ενώ τον ρόλο που δικαιολογεί τον τίτλο ερμηνεύει ο πρόσφατα χαμένος Μισέλ Πικολί ο οποίος υποστηρίζει πλήρως και εδώ, σε αυτή την ταινία, τον χαρακτηρισμό που επάξια κέρδισε με τις ερμηνείες του, αυτόν δηλαδή του πολύ μεγάλου ηθοποιού. Ειρήσθω εν παρόδω, η μεγάλη εποχή του κινηματογράφου που ήταν οι δεκαετίες 1960-1970, χαρακτηρίζεται από μια σειρά ηθοποιούς που, κανονικά, λόγω εμφάνισης, δεν θα φιλοδοξούσαν σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, δεν ήταν δηλαδή οι τυπικοί ωραίοι. Ποιόν να πρωτοθυμηθεί κανείς εκτός από τον Πικολί; Τον Ντάστιν Χόφμαν; Τον Τζην Χάκμαν; Το πιο κτυπητό παράδειγμα είναι, βέβαια, ο Γούντυ Άλλεν.

Το φιλμ είναι εξωτερικά μόνο πολεμική ταινία επειδή, στην ουσία, ανήκει στο ίδιο είδος που θεμελίωσε το «Ζ», είναι δηλαδή ένα ιδεολογικό θρίλερ ή, αν προτιμάτε, ένα πολιτικό θρίλερ, αν και ο πρώτος όρος μοιάζει ορθότερος. Όπως και στο «Ζ», ο Γαβράς ενορχηστρώνει μια ομάδα ανθρώπων, δείχνει τους λόγους, τις πράξεις και τις σκέψεις τους ακόμη, μέσα σε μια ατμόσφαιρα και σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι ήρωες ανήκουν στη μια ή την άλλη πλευρά, των αντιστασιακών ή των Γερμανών και γερμανόφιλων. Η πρώτη ομάδα δεν είναι ομοιογενής αλλά περιλαμβάνει διαφορετικούς και αλληλοσυγκρουόμενους χαρακτήρες, με προεξάρχοντες τον άτεγκτα σκληρό Μπριαλύ και τον ανθρώπινο Μπλαίν. Πάνω τους, διοικεί ο Κρεμέρ που αποτελεί ένα πρότυπο φωτισμένης, τολμηρής και ικανής ηγεσίας.

Μέχρι εδώ κινούμαστε στον χώρο του πολεμικού είδους. Το στοιχείο του μυστηρίου, που πετυχαίνει την ειδητική αλλαγή, προσδίδεται από τον Πικολί ο οποίος ως πρόσωπο κινείται σε ένα γκρίζο ηθικό χώρο, σαν παραπανήσιος άνθρωπος, μην επιθυμώντας να ανήκει ούτε εδώ ούτε εκεί, αποστρεφόμενος το μακελειό του πολέμου, προσπαθώντας να παραμείνει ηρωικά ανθρώπινος μέσα στην βαρβαρότητα, χωρίς να αποφεύγει τις παρεξηγήσεις και την δυσπιστία των αντιστασιακών που αποφασίζουν να τον εκτελέσουν ως πιθανό ή ενδεχόμενο καταδότη. Στο τέλος, όταν επέλθει η τραγωδία με την μορφή των επελαύνοντων Γερμανών στο βουνό όπου κρύβονται οι Μακί και μετά από την συνοπτική εκτέλεση του "άλλου εγώ" του Πικολί, του Ζεράρ Μπλαίν, αυτός θα καταλήξει αιωρούμενος κυριολεκτικά στο κενό, προσπαθώντας να αποφύγει τα γερμανικά πυρά χωρίς μεγάλες πιθανότητες να επιβιώσει. Το αδιέξοδό του δείχνει ότι δεν μπορεί να μην ανήκει σε κάποια παράταξη και ότι έρχεται η στιγμή όπου πρέπει κανείς αναπόφευκτα να επιλέξει. Η αξιακή ουδετερότητα δεν είναι εφικτή σε συνθήκες πλήρους απανθρωπισμού.

Όσον αφορά στο είδος του ιδεολογικού θρίλερ, στην μεταπολίτευση, ιδίως,  το «Ζ» έχαιρε μεγάλης υπόληψης, μάλλον επειδή αποκάλυπτε την "άλλη" ιστορία. Αργότερα, ο ενθουσιασμός κάπως υποχώρησε. Το θρίλερ μοιάζει να επιμολύνει την πολιτική ανάλυση κι έτσι δεν επιτρέπει την εξίσωση με αριστουργήματα του πολιτικού κινηματογράφου όπως, για παράδειγμα, η «Μεγάλη Χίμαιρα» του Ζαν Ρενουάρ. Από την άλλη, η ιδεολογία συσκοτίζει την κατανόηση των ψυχολογικών, κυρίως, μηχανισμών που κινούν το θρίλερ και είναι, για παράδειγμα, πλήρως εμφανείς στον κινηματογράφο του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Όλα αυτά, όμως, είναι δευτερεύοντα, επειδή ο κινηματογράφος του Γαβρά είναι πραγματικός και προικισμένος κινηματογράφος, με νεύρο και ρυθμό που κόβουν την ανάσα του θεατή. Δεν γίνεται, εξ άλλου, να εκτιμηθεί εδώ, σε λίγες μόνο γραμμές, η πραγματικά τεράστια επιρροή του «Ζ» στην εξέλιξη του αμερικάνικου κινηματογράφου, για παράδειγμα στην «Τριλογία της παράνοιας» του Άλαν Πάκουλα.

Γιώργος Αραμπατζής

Ο Γιώργος Αραμπατζής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολείται με την εικονολογία και έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα για τον κινηματογράφο.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Damsel

Damsel

Θα το βρείτε: Netflix

Σύνοψη: Η γλυκιά κόρη ενός βασιλιά ετοιμάζεται για προξενιό με πλούσια φαμίλια για να...
20 ώρες

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
43250
Film Group
13175
Tanweer
12142
Tanweer
4254
Tanweer
2372
Baghead, από την Spentzos Baghead, από την Spentzos