They will love me when I'm dead

They will love me when i'm dead - κριτική ταινίας

Το Ντοκιμαντέρ του Morgan Neville, διαθέσιμο στο Netflix, αφορά την τελευταία ταινία του Όρσον Ουέλς, “The other side of the wind”, την οποία δεν είχε καταφέρει να ολοκληρώσει ποτέ, εξαιτίας οικονομικών και νομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε.

Με το θεατρινίστικο σχολιασμό του Alan Cunning και τις αφηγήσεις των κυριότερων συντελεστών του κύκνειου άσματος του θρυλικού σκηνοθέτη, το ντοκιμαντέρ εκτός από το ότι μας επιτρέπει να ρίξουμε μια ματιά στην ενδιαφέρουσα διαδικασία γυρισμάτων και παραγωγής μιας ταινίας, είναι και μια αξιόλογη απόπειρα μελέτης του ίδιου του Όρσον Ουέλς, μέσα από το δημιούργημα του. Η ιδιοφυής, ιδιότροπη αυτή προσωπικότητα ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των συντελεστών του ντοκιμαντέρ, μάλλον παραμένει τόσο σκοτεινή και ακατανόητη, όσο θολές και ακαταλαβίστικες παρέμειναν και οι προθέσεις του σχετικά με το τελευταίο του έργο, στο οποίο φαίνεται ότι είχε επενδύσει πολύ συναισθηματικά, ελπίζοντας ότι θα κατάφερνε να τον βγάλει από τη σκιά του εικοσιπεντάχρονου εαυτού του που κατάφερε να δημιουργήσει αυτό, που μέχρι και σήμερα φτάνει στα αυτιά μας ως η καλύτερη ταινία όλων των εποχών: τον Πολίτη Κέιν.

Πράγματι, το “The other side of the wind” παρουσιάζεται ως ένα περίεργο πόνημα, εσκεμμένα μπερδεμένο, εντελώς απρόσμενο δημιούργημα, από έναν σκηνοθέτη που ήταν μεν ανέκαθεν ένας ισχυρογνώμονας αντάρτης, κινούνταν όμως πάντα μέσα στο βαθύ Χόλυγουντ, παίζοντας με τους κανόνες και τις απαιτήσεις του. Και είναι τρομερό, μέσα στην πληθώρα σκηνών της ταινίας που παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ, πόσο αλλιώτικη μοιάζει η ματιά του, πόσο μακριά φαίνεται να έχει φτάσει από τη γνωστή δεξιοτεχνία των σκηνών του, τα τελειομανή κάδρα του και τους επιδέξιους φωτισμούς του. Ο γερασμένος Όρσον Ουέλς, θυμίζει περισσότερο Αντονιόνι ή Γκοντάρ και παρέμεινε μέχρι τέλους αδιευκρίνιστο το αν επιθυμούσε τελικά να σατιρίσει ή  να αποδώσει φόρο τιμής στο Ευρωπαϊκό σινεμά.

Το ντοκιμαντέρ από την άλλη, παρά την αρκετά περιορισμένη θεματολογία του, καταφέρνει επιδέξια να αξιοποιήσει το μεγαλύτερο όπλο του είδους, το μοντάζ. Γρήγορες εναλλαγές προσώπων και σκηνών, δίνουν ένα στακάτο ρυθμό στις αφηγήσεις και αφαιρούν κάθε αίσθηση μονοτονίας από την απλή πληροφόρηση. Στις πιο ευχάριστες στιγμές του, συμπληρώνει παιχνιδιάρικα τις συνεντεύξεις με σκηνές και διαλόγους από ταινίες του Όρσον Ουέλς αλλά και με στιγμιότυπα από συνεντεύξεις του ίδιου, γιατί εξάλλου είναι γνωστό το πόσο αγαπούσε να μιλάει για τον εαυτό του και πόσο καλός είχε γίνει σε αυτό.

Και αν το ντοκιμαντέρ σε πρώτη ανάλυση, μοιάζει αρκετά μονόπλευρο, ίσως πολύ εξειδικευμένο, να επαναλαμβάνει ιδέες και trivia που πολλές φορές έχουν ειπωθεί, δίνει ωστόσο στο θεατή την αφορμή να αναλογιστεί μια άλλη πτυχή της έξαλλής πορείας ενός σκηνοθέτη, που διαμόρφωσε τον κινηματογράφο έτσι όπως τον ξέρουμε σήμερα, αλλά παρόλα αυτά κατέληξε εξόριστος από την κινηματογραφική βιομηχανία, να παλεύει με το πιο πεζό απ’ όλα τα προβλήματα για έναν καλλιτέχνη, πόσο μάλλον μια αδιαμφισβήτητη μεγαλοφυία, την έλλειψη χρημάτων.

Και όμως, το Νέο Χόλυγουντ, αυτό που ακολούθησε γεγονότα όπως η δολοφονία του Κένεντι και η σφαγή της Σάρον Τέιτ, αυτό των ταινιών όπως το “Easy Rider” και το “Bonnie and Clyde”, έδειχνε εκείνη τη περίοδο ότι η Αμερική είχε προσγειωθεί απότομα από τη σαπουνόφουσκα των μιούζικαλ και των καουμπόηδων και έδωσε θάρρος σε δημιουργούς όπως ο Όρσον Ουέλς,  που ποτέ δεν στόχευαν στο να καλοπιάσουν τον θεατή και να τον στείλουν χαρούμενο σπίτι του για ύπνο. Δεν άργησαν όμως το Star Wars και το Jaws να φτάσουν, μαζί με τον ερχομό της τηλεόρασης σε κάθε σπίτι, για να παρασύρουν τα πάντα και να επαναφέρουν την τάξη στη βιομηχανία. Και έτσι, μέσα από την θλιβερά πτωτική πορεία ενός ανθρώπου, που αποτελούσε ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει ποτέ το Χόλυγουντ, αποδεικνύεται η τρομερή του ευκολία να ξεχνά, να εκτιμά τις λάθος αρετές, να παραμερίζει, αποδεικνύεται τελικά η μεγάλη αχαριστία του, απέναντι στην τέχνη που υπηρετεί.

Υ.Γ. Το “The other side of the wind”, το Άγιο Δισκοπότηρο του κινηματογράφου όπως έχει χαρακτηριστεί, μετά από μια περιπετειώδη πορεία ολοκληρώθηκε, έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και είναι πλέον διαθέσιμο στο Netflix. Και μπορεί ο Όρσον Ουέλς να μη μπορούσε να διαφωτίσει αυτούς που ανέλαβαν το δύσκολο έργο της σύνθεσης ενός ετερόκλητου, ακατανόητου υλικού, να μη μπορούσε να τους βάλει κάτω και να τους εξηγήσει το όραμα του, να τους κάνει να καταλάβουν γιατί μόνο αυτός μπορούσε να το κάνει σωστά και γιατί αυτοί τα κάνουν όλα λάθος, τουλάχιστον όμως δικαιώθηκε στην περίφημη φράση του, η οποία αποτέλεσε και τον τίτλο του παραπάνω ντοκιμαντέρ: Όντως τον εκτίμησαν όταν είχε πια πεθάνει.

Δωροθέα Ανδρικάκη

Πρώτη δημοσίευση: 3 Μαρτίου 2019, 14:29
Ενημέρωση: 3 Μαρτίου 2019, 14:29
Τίτλος:
They will love me when I'm dead (They will love me when i'm dead)
Σκηνοθεσία: 
Ηθοποιοί: 
Χώρα: 
Έτος: 
Διάρκεια: 
98
Εταιρία διανομής: 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
LATE NIGHT WITH THE DEVIL, από την Spentzos LATE NIGHT WITH THE DEVIL, από την Spentzos