Στοιχειωτική μελωδία
Οι προσδοκίες σχετικά με το νέο φιλμ του Jean-Marc Vallée (επί τη ευκαιρία, γνωρίστε το C.R.A.Z.Y.), φαίνεται να διαψεύδονται ευχάριστα, με τη Βανέσα Παραντί σε μία εκ βαθέων ερμηνεία. Διχοτομώντας το αίνιγμα της αγάπης και μοιράζοντάς το σε δύο εποχές, το Café de Flore επιχειρεί με μια στοιχειωτική μελωδία να γεφυρώσει και να συμφιλιώσει αντίθετες έννοιες, που φαίνεται σα να βρίσκονται στις δυο απέναντι όχθες του Σηκουάνα.
Από τη μία τη ματαίωση και από την άλλη τη συγχώρεση. Στη μια όχθη την απόλυτη αγάπη και στην απέναντι την καταπίεση και την άρνηση να αφήσεις κάποιον να υπάρχει χωρίς εσένα. Στο Παρίσι των αρχών του αιώνα μια γυναίκα που μεγαλώνει μόνη το διαφορετικό της αγοράκι (ιδιαίτερα απελευθερωτικό το ότι δεν υπάρχει ίχνος οίκτου στο κομμάτι αυτό της ιστορίας, ακόμα και στο κομμάτι-ταμπού της σεξουαλικότητας του παιδιού). Στο σήμερα, μια άλλη που βλέπει τον εφηβικό της έρωτα να σβήνει. Ή αλλάζοντας το επίκεντρο, η ιστορία ενός άντρα που λαμβάνει σοβαρές αλλά αληθινές αποφάσεις και απογαλακτίζεται από κάθε είδους εξάρτηση.
Στην ατμόσφαιρα πλανάται διακριτικά η γοτθική τραχύτητα που κλείνει μέσα του το μεταφυσικό επίπεδο της ιστορίας. Οι χρονικές στιγμές μπερδεύονται και η αφήγηση γίνεται ένα συμπαγές κράμα. Η ονειρική κατάσταση, ωστόσο, κρατά παραπάνω απ’ ό,τι θα ήθελες, σα να έχεις πιεί, ταυτιζόμενος με τον πρωταγωνιστή. Και δεν μπορείς να αποφασίσεις αν οφείλεται στον υπερβάλλοντα ζήλο του μοντάζ ή στη μαεστρία του… Η αρχή της μίας ιστορίας γίνεται το τέλος της άλλης, υπονοώντας τη νομοτέλεια των αέναων συνδέσεων μέσα στο χρόνο και ανάμεσα στους ανθρώπους. Οι παραλληρισμοί ανάμεσα στη μητρική αγάπη και στην ερωτική είναι σαφείς, ενώ ο μουσικός φετιχισμός διάχυτος σε όλο το φιλμ (με ένα καταπληκτικό σάουντρακ).
Τελικά, την ώρα της υγιούς αποκοπής, ο απόηχος παραμένει στα αυτιά, υπενθυμίζοντας πως αν αφεθούμε απ’ ο,τι μας καθηλώνει, le vent nous portera με τη ροή της ζωής.
Εύη Αβδελίδου
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων