Θεσσαλονίκη 13: Αλεξάντερ Πέιν: Τα φεστιβάλ κινηματογράφου είναι σαν βαφτίσια!

Δημοσίευση: 5 Νοε. 2013, 09:32

Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε η κριτική επιτροπή του Διεθνούς Διαγωνιστικού του 54ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η οποία με πρόεδρο τον ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτη Αλεξάντερ Πέιν, αποτελείται από τους Σκοτ Φούντας (βασικός κριτικός κινηματογράφου του περιοδικού Variety), Άντα Σόλομον (παραγωγός), Εντουάρ Ουαϊντρόπ (καλλιτεχνικός διευθυντής στο «Δεκαπενθήμερο των σκηνοθετών» του Φεστιβάλ Καννών) και Κ. Βήτα (μουσικός).

Ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Αλεξάντερ Πέιν πήρε πρώτος το λόγο, επισημαίνοντας: «Ως μέλος μιας τέτοιας κριτικής επιτροπής με ανθρώπους που καταλαβαίνουν τον κινηματογράφο νιώθω ότι είμαι primus inter pares, δηλαδή πρώτος μεταξύ ίσων. Πιστεύω ότι τέτοιες επιτροπές πρέπει να διαθέτουν δύο ματιές: από τη μία να χρησιμοποιούμε όλες τις γνώσεις και την εμπειρία μας και από την άλλη να προσποιούμαστε ότι κάθε ταινία είναι η πρώτη που βλέπουμε στη ζωή μας και να τη βλέπουμε με τα μάτια ενός παιδιού».

Μιλώντας για το ίδιο θέμα η Άντα Σόλομον συμπλήρωσε: «Αισθάνομαι δέος βλέποντας τα υπόλοιπα μέλη της κριτικής επιτροπής. Πιστεύω ότι ο ρόλος μας δεν είναι να βαθμολογήσουμε τις ταινίες, αλλά να γιορτάσουμε τον κινηματογράφο και να δούμε με την ψυχή μας. Το κύρος της συμμετοχής στο φεστιβάλ είναι έτσι και αλλιώς μεγάλο για τις ταινίες. Το ποιες θα βραβευθούν θα εξαρτηθεί από την ευαισθησία και την προσέγγιση της κριτικής επιτροπής, αλλά η κρίση της δεν είναι Ευαγγέλιο. Δε μου αρέσουν τέτοιες ιεραρχήσεις».

Από την πλευρά του, ο Εντουάρ Ουαϊντρόπ σημείωσε: «Προσωπικά μιλώντας, είναι πιο εύκολο να βρίσκομαι εδώ, υπό την έννοια ότι στις Κάννες βλέπουμε 700 ταινίες για να ετοιμάσουμε το συνολικό πρόγραμμα, ενώ εδώ θα δούμε 14 ταινίες, όσες δηλαδή συμμετέχουν στο διαγωνιστικό τμήμα. Επίσης, δεν υπάρχει πίεση, μόνο απόλαυση». Ο Σκοτ Φούντας συμφώνησε, προσθέτοντας: «Δεν χρειάζεται να γράψω για τις ταινίες που βλέπω και όντως όταν είχα εργαστεί για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης έπρεπε να δω ταινίες που δεν ήταν πάντοτε ολοκληρωμένες. Εδώ βλέπεις τις ταινίες όπως θέλησε ο δημιουργός να τις δείξει δημόσια και αυτό είναι διαφορετικό. Στο παρελθόν έχω δει μόνο μία από τις ταινίες που πρόκειται να δω στο 54ο Φεστιβάλ και είναι πολύ καλό το ότι ανακαλύπτω νέα φιλμ».

Με τη σειρά του, ο Κ. Βήτα ανέφερε: «Μέσα από το σινεμά σπάνε τα σύνορα και δεν υπάρχουν πατρίδες. Μέσα από τις ταινίες βλέπεις τι κοινά υπάρχουν, τι μας χωρίζει, τι μας ενώνει και είναι πολύ ωραία εμπειρία να μαθαίνεις μέσα από αυτούς τους νέους σκηνοθέτες ό,τι έχουν να μοιραστούν, βλέποντας τις ιστορίες τους. Βέβαια αυτό που περιμένω προσωπικά από τον κινηματογράφο –και είναι ένας προβληματισμός μου- είναι να μπορέσει να μετουσιωθεί σε έβδομη Τέχνη πέρα από την ιστορία. Να μπορέσει να “τρυπήσει”, να βγει πίσω από την κεντρική ιστορία και να δημιουργήσει ποίηση».

Για τις προσδοκίες τους από τις ταινίες μίλησαν και τα υπόλοιπα μέλη της κριτικής επιτροπής. «Σε ένα διαγωνιστικό τμήμα ελπίζεις να ανακαλύψεις τη νέα γενιά κινηματογραφικών φωνών, όχι μόνο σκηνοθετών αλλά και ηθοποιών, σεναριογράφων και άλλων, καθώς υπάρχουν πολλά βραβεία να απονεμηθούν. Μέχρι τώρα έχω δει 4 ταινίες και διαφαίνεται ότι υπάρχουν συναρπαστικοί νέοι δημιουργοί», είπε ο κ. Φούντας. Ο Αλεξάντερ Πέιν συμπλήρωσε: «Μας αρέσει το σινεμά! Τα φεστιβάλ κινηματογράφου είναι σαν βαφτίσια: Γιορτάζεις μια νέα ταινία που έρχεται στον κόσμο, η οποία εάν είναι καλή θα μείνει μαζί σου για πολύ καιρό».

Η κ. Σόλομον υπογράμμισε σχετικά: «Θέλω να κρατήσω την απόλαυση, γι’ αυτό και βλέπω τις ταινίες με τη ματιά του μέσου θεατή. Αν δω τα τεχνικά μέρη, θα χαθεί το παιχνίδι». Από την άλλη μεριά, ο κ. Πέιν εξήγησε ως προς αυτό: «Ωστόσο, εγώ δεν μπορώ να μην εξετάζω τις τεχνικές πτυχές και τα τρία διακριτά στοιχεία –σενάριο, σκηνοθεσία και μοντάζ-, αλλά ταυτόχρονα βλέπω την ταινία σαν να ήμουν παιδί. Εάν ξεχάσω αυτά τα στοιχεία, πάντως, σημαίνει ότι η ταινία είναι πολύ καλή».

Σε ερώτηση σχετικά με το νέο κύμα του ελληνικού κινηματογράφου η κριτική επιτροπή τοποθετήθηκε εκτενώς. Ο κ. Ουαϊντρόπ παρατήρησε: «Ναι, στην Ελλάδα υπάρχουν καλοί έλληνες σκηνοθέτες και θα υπάρχουν κι άλλοι. Ο  κ. Φούντας συμπλήρωσε: «Πρόκειται για ταινίες που τραβούν σίγουρα την προσοχή. Ο ελληνικός κινηματογράφος προσελκύει έντονα το ενδιαφέρον, πράγμα που ίσως δεν γινόταν δέκα χρόνια πριν, ενώ επίσης έχει αλλάξει η κατάσταση διανομής και αριθμού ταινιών στα διεθνή φεστιβάλ. Οι πόρτες έχουν ανοίξει και μένει να δούμε τι θα γίνει τώρα. Υπάρχουν τρεις ή τέσσερις ιδιαίτερα ενδιαφέροντες έλληνες σκηνοθέτες αυτή τη στιγμή και περιμένουμε άλλους τόσους ή και περισσότερους ακόμη». 

Μιλώντας για τον ανεξάρτητο και τον εμπορικό κινηματογράφο σε σχέση με την οικονομικής κρίση και το πώς έχει επηρεάσει το σινεμά, η κ. Σόλομον τόνισε: «Δεν γνωρίζω αν είναι μόνο η οικονομική κρίση ή μια γενικότερη κρίση στον κινηματογράφο ή οτιδήποτε άλλο. Υπάρχει το σινεμά fast food και το gourmet σινεμά, κάτι σαν slow food, τροφή για σκέψη. Υπάρχουν οι ταινίες που μένουν μαζί σου για πολύ καιρό αφού τις δεις, που σε κάνουν να ενδιαφερθείς για άλλα ζητήματα και νομίζω ότι τώρα το κοινό διψάει για πρωτότυπα πράγματα. Δε θέλει να αρπάξει ένα χάμπουργκερ και να το καταπιεί αμάσητο, αλλά επιδιώκει νέες γεύσεις. Αν όλη σου τη ζωή τρως τηγανητές πατάτες, ανακαλύπτεις το χαβιάρι και τρως λίγο λίγο. Αυτό νομίζω γίνεται με τα φεστιβάλ, τα ειδικά προγράμματα και τις συναντήσεις καλλιτεχνών: καλλιεργούν την αγάπη για τον κινηματογράφο. Η μαζική διανομή δε είναι όπως παλιά, θα γίνει ψηφιακή ή θα εξελιχθεί σε κάποια άλλη μορφή, αλλά έτσι το σινεμά θα συνεχίσει να υπάρχει και εμείς πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που το βλέπουμε».

Η κριτική επιτροπή του 54ου ΦΚΘ σχολίασε επίσης την άποψη ότι το εθνικό σινεμά είναι της μόδας. Ο κ. Ουαϊντρόπ εξήγησε: «Ίσως είναι λίγο εξωτισμός, αλλά ας μην ξεχνάμε και ότι οι εφημερίδες θέλουν να κάνουν πωλήσεις. Το γνωρίζω, το έκανα για 26 χρόνια. Το θέμα είναι να μη μένουμε μόνο στις ‘’ετικέτες”». Σε αυτό το σημείο, ο Αλεξάντερ Πέιν υπογράμμισε ότι οι εθνικές κινηματογραφίες προκύπτουν συχνά για λόγους ιστορικής αναγκαιότητας και ο κ. Ουαϊντρόπ απάντησε: «Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ο γερμανικός κινηματογράφος ήταν εξαιρετικός. Αυτό όμως μπορούμε να το πούμε τώρα. Δε νομίζω ότι αυτή τη στιγμή είμαστε σε θέση να πούμε ότι ο ελληνικός κινηματογράφος θα εξακολουθεί να είναι σημαντικός σε δέκα χρόνια. Είναι πρώιμο. Θα εκτιμήσουμε στο μέλλον τι πάει καλά και τι όχι. Ο κ. Φούντας προσέθεσε: «Είμαι και εγώ κάπως καχύποπτος με τις τάσεις και το κατά πόσο όντως νομιμοποιούνται τέτοια κινήματα, τα οποία κάποιες φορές επινοούνται από τους δημοσιογράφους και τον Τύπο. Δεν ξέρω πού τελειώνει η πραγματικότητα και πού αρχίζει η υπερβολή, αλλά συνήθως μετά από βίαια πολιτικά γεγονότα προκύπτει ενδιαφέρον σινεμά».

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos