Ο George και η Linda είναι σα δύο ναυαγοί που κολυμπούν μέσα σε μία απέραντη θάλασσα ψάχνοντας μία νησίδα όπου θα μπορέσουν να ξεκινήσουν τη ζωή τους από την αρχή. Σε όλο αυτό το ταξίδι η κάμερα του Ντέιβιντ Γουέιν τους ακολουθεί, σκιαγραφώντας ταυτόχρονα την ανάγκη τους να πιάσουν στεριά – να ανακτήσουν δηλαδή το αίσθημα της ασφάλειας - αλλά και την απόλαυση της ελευθερίας που τους παρέχει το ταξίδι.
Το χιούμορ προκύπτει από την επαφή δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων – εκείνον της αστικής ζωής κατά την οποία οι ανέσεις είναι θεωρητικά άφθονες, αφού ποτέ στην κυριολεξία δεν υπάρχει άνεση χώρου, και εκείνον της χίπικης ζωής κατά την οποία θεωρητικά ζεις ελεύθερος αλλά μέσα στα όρια που σου θέτει το κοινόβιο, αφαιρώντας σου το ιδιωτικό απόρρητο μεταξύ άλλων. Κάπου εκεί ξεπετιέται κι ένα τρίτο μοντέλο ζωής – εκείνο της επίτευξης του παραδοσιακού αμερικανικού, όπου κάποιος αποκτά λεφτά, μεγάλο σπίτι και οικογένεια της οποίας όμως τα μισά μέλη είναι συνήθως δυστυχισμένα ή κομπλεξικά.
Οι σεναριακές δομές που χρησιμοποιεί ο Γουέιν, βασίζονται στη σάτιρα και των τριών περιπτώσεων, ενώ ο ίδιος φαίνεται να υποστηρίζει την ισχυρή θέληση ενός ανθρώπου να παραμείνει στο ταξίδι, χωρίς να βολεύεται σε κάποια νησίδα που δεν του ταιριάζει, μέχρι να βρει το νησί με τον κρυμμένο θησαυρό όπου και θα ακολουθήσει το δικό του μονοπάτι έξω από τα στερεότυπα. Το σίγουρο είναι πώς όσα μπαγκάζια και να αφήσει πίσω του ένας άνθρωπος που ξεκινά μια νέα αρχή, υπάρχουν βάρη που τα κουβαλά πάντα μέσα του.
Υπάρχουν σκηνές που το γέλιο σου βγαίνει αβίαστα, καθώς επίσης και όμορφες εικόνες αλλά στο σύνολό της η ταινία είναι κάπως χλιαρή. Παρακολουθείται όμως ευχάριστα ίσως και πάνω από μία φορά.
Eλεωνόρα Βερυκοκίδη
ΣΧΟΛΙΑ
Εμφάνιση σχολίων