Berlinale 2020: Τρία arthouse κρυμμένα μυστικά από το Forum

Δημοσίευση: 2 Μαρτίου 2020, 18:21

H πενταμελής αποστολή του MOVE IT στο φετινό Φεστιβάλ του Βερολίνου είδε πολλά ταινιάκια καθημερινά. Όχι μόνο από το προβεβλημένο Διαγωνιστικό και το Special Gala, αλλά και από το Encounters, το Forum, το Generation και είμαστε το μοναδικό ελληνικό μέσο που το κάνει και είμαστε υπερήφανοι γι'αυτό.

<a href="/synenteyxeis/mpil-nai-o-haraktirismos-emporiko-einai-mia-poly-omorfi-lexi/65348">Μπιλ Νάι: "Ο χαρακτηρισμός εμπορικο είναι μια πολύ όμορφη λέξη"</a>ΣΧΕΤΙΚΑΜπιλ Νάι: "Ο χαρακτηρισμός εμπορικο είναι μια πολύ όμορφη λέξη"

Διαμαντάκι δεν ανακαλύψαμε φέτος, όπως τις προηγούμενες χρονιές (Acid, Goldie, Madeline's Madeline, Kissing Candice, Green Fog, Butterfly Kisses, Skins, για να αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά από την προηούμενη τριετία), αλλά είδαμε τρία φιλμ με παλμό, πρωτότυπες ιδέες, ενδιαφέρον. Και σας τα παρουσιάζουμε. 

Uppercase Print του Ράντου Τζούντε (Ρουμανία, 2020, 128')

Σύνοψη: Τοποθετημένη στην Ρουμανία του Νικολάε Τσαουσέσκου, η ταινία παρακολουθεί την δράση της μυστικής “Σεκιουριτάτε” και ειδικότερα την υπόθεση του νεαρού Μουγκούρ Καλινέσκου ο οποίος συνελήφθη για τα υπονομευτικά σλόγκαν κατά την κυβέρνησης που έγραφε σε τοίχους ανώνυμα.

Άποψη: Άρρηκτα συνδεδεμένος με το πολιτικό σινεμά, ο Ράντου Ζούντε είναι διαρκώς επί τον έργον και μόλις δύο χρόνια μετά το εξαιρετικό “I Do Not Care If We Go Down in History as Barbarians” ο Ρουμάνος σκηνοθέτης είναι πάλι έτοιμος να κάνει μια σοβαρή κουβέντα για το παρελθόν, όπως άλλωστε συνηθίζει. Στην προκειμένη περίπτωση, μία σχεδόν άγνωστη ιστορία επαναφέρει τον στοχασμό για την παράνοια της εξαντλητικής παρακολούθησης των λαών από οργανώσεις που παρήγαγαν προπαγάνδα με την δικαιολογία ότι την αποτρέπουν. Σαφώς, κάθε ιστορικό πεδίο που επιλέγει να ερευνήσει ο Ζούντε κρύβει ένα ενδιαφέρον και μία πρωτότυπη σκηνοθετική σκοπιά (όπως θα θυμάστε και από το “Aferim!”) όμως στο “Uppercase Print” το art house είναι περισσότερο επιβλητικό από την ίδια την υπόθεση, σε σημείο που την εξουδετερώνει.

Και σε αυτό δεν συμβάλλουν μόνο οι άκαμπτες σκηνές του με τους ηθοποιούς να μονολογούν μπροστά στην κάμερα μιμούμενοι την ομώνυμη θεατρική παράσταση της Γιανίνα Καρμπουνάριου, αλλά και το συνολικό ποιόν του που βρίσκεται πιο κοντά σε ντοκιμαντέρ παρά σε δραματική ταινία όπως θα περιμέναμε. Στην οθόνη μας εναλλάσσονται προπαγανδιστικά σποτάκια της Ρουμάνικης τηλεόρασης, φτιαγμένα από την “Σεκιουριτάτε” και λίγες προτάσεις από τους ηθοποιούς για να περιγράψουν το κλίμα της εποχής και πραγματικά το μήνυμα βρίσκει τον παραλήπτη του μέχρι η ιδέα να εξαντληθεί στις δύο και παραπάνω ώρες μέσα στις οποίες η επανάληψη μοιάζει με ατέρμονη τιμωρία.

Κάπως απομακρυσμένος από το στυλ του, ο Ζούντε φαίνεται να επιχειρεί κάτι νέο, πολύ πιο άμεσο και απαγκιστρωμένο από κάθε έννοια ποιητικής αφήγησης και συνολικής χρήσης σκηνικών  που παραδόξως μοιάζει υπερβολικά επιτηδευμένο. Καθόλου απροσδόκητα, οι μουδιασμένοι χαρακτήρες που μας πληροφορούν για τις εξελίξεις δεν παρουσιάζουν κανένα συναίσθημα, καμία ένταση, καμία θέληση για να προκαλέσουν τον θεατή να στοχαστεί συνειδητά για τον εθνικισμό του Τσαουσέσκου και οποιουδήποτε Τσαουσέσκου που υπήρξε ποτέ.

Ωστόσο, το πιο επικίνδυνο κομμάτι μιας τέτοιας απόπειρας πειραματισμού είναι και αυτό που ουσιαστικά βλέπουμε στο “Uppercase Print”: η σπατάλη μιας δυνατής ιστορίας που θα μπορούσε να ανθίσει με μία παραδοσιακή κινηματογραφική δομή.

5,5 / 10

The Twentieth Century του Μάθιου Ράνκιν (Καναδάς, 2019, 90')

Σύνοψη: Βασισμένο στην ζωή και τα ημερολόγια του W.L Mackenzie King, η ταινία ακολουθεί την πορεία του πρωθυπουργού του Καναδά από την αποφοίτησή του μέχρι την άνοδο στον υψηλότερο βαθμό της χώρας.

Άποψη: Στο Τορόντο του 1899, ο Μακένζι Κινγκ επισκέπτεται ένα Νοσοκομείο Παίδων όπου η ανησυχία του για τα άρρωστα παιδιά γρήγορα εγκαταλείπεται μόλις βλέπει μία γυναίκα με άρπα να επιδίδεται σε νοσταλγικό σκοπό. Από αυτήν την πρώτη σκηνή, ο σκηνοθέτης Μάθιου Ράνκιν μαρτυρά τον παραλογισμό που έπεται σε όλο το “The Twentieth Century” και στο οποίο κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του ώστε να μην μπορεί να χαρακτηριστεί εύκολα ως ένα ακόμα biopic αλλά ως μία διαστρεβλωμένη αληθινή ιστορία ενός ανθρώπου που υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για τον Καναδά.

Θυμίζοντας κάτι από παλιό κινηματογράφο του 1940 και πέρα από το τετράγωνο κάδρο του, το στυλιζάρισμα είναι το πρώτο που τραβάει την προσοχή με τις έντονες γωνίες του, τα γεωμετρικά του σχέδια που αναπαριστούν την χώρα καθώς δεν υπάρχουν καθόλου εξωτερικά πλάνα, ο μετρημένος φωτισμός του αλλά και τα λιτά σκηνικά του που πλαισιώνουν τις σκηνές. Σαφώς, πρόκειται για μία ταινία ‘είδους’. Ένα πείραμα που πέτυχε για τον Καναδό σκηνοθέτη αφού το απαρχαιωμένο φορμά του κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ του Τορόντο πριν από δύο χρόνια.

Με κατάφωρη σάτιρα, το σενάριο οργανώνει σε διαφορετικά κεφάλαια πολλές πτυχές από την κρυφή ζωή του Μακένζι Κινγκ και όπως πολλοί κάνουν λόγο για την κρυφή σχιζοφρένεια από την οποία έπασχε ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της χώρας, έτσι και η ιδέα του Ράνκιν δεν φοβάται να αγγίξει τα όρια της τρέλας και του φανταστικού, ενσωματώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο γιγαντιαίους κάκτους οι οποίοι αναπαριστούν το ανδρικό μόριο, ψυχαναγκαστικές αυτοϊκανοποιήσεις και παλιά, βρώμικα παπούτσια. Και όλα αυτά σε μία σκηνή μάλιστα.

Στην πιο πετυχημένη αναπαράσταση του μπερδεμένου μυαλού του Μακένζι Κινγκ, ο οποίος αφηγείται στα ημερολόγιά του πως συνομιλούσε με τον σκύλο του (αλλά και τον Χίτλερ), ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τον Louis Negin σαν την μέγαιρα, κατάκοιτη μητέρα που οραματίστηκε το σπουδαίο μέλλον του γιου της, με τον οποίο ωστόσο συντηρούν μία σχέση άρρωστη, σχεδόν οιδιπόδεια. Παρόλα αυτά, ο μαμόθρεφτος και κακομαθημένος τρόπος του γίνεται αφορμή για πολλές ατάκες που ακούγονται από τους ηθοποιούς, αξιομνημόνευτες και υπερεαλιστικές για την καθημερινή ζωή.

Φυσικά, ο σκοπός του “The Twentieth Century” ήταν εξαρχής μία ταινία απρόβλεπτη και αιχμηρή, καυστική και αλησμόνητη και από αυτήν την άποψη, εκπλήρωσε τον σκοπό του. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι η ίδια ταινία θέλει κόπο, είναι απαιτητική και σίγουρα είναι έτη φωτός μακριά από τις εμπορικές επιτυχίες, ακόμα και από τις δημοφιλείς indie.   

6 / 10

Goddess of the Fireflies της Αναϊς Μπαρμπό-Λαβαλέτ (Καναδάς, 2020, 105')

Βασισμένο στο βιβλίο της Geneviève Pettersen με τον ομώνυμο τίτλο που λάτρεψε το γαλλόφωνο κοινό, το The Goddess of the Fireflies είναι η νέα ταινία της Anaïs Barbeau-Lavalette (ακολουθεί την ιστορία της Κατ μίας έφηβης που ζει τη δεκαετία του ’90 σε μία καναδέζικη επαρχία, και μαζί της εξερευνά την πολυπλοκότητα της ψυχοσύνθεσης της εφηβείας.

Η 16χρονη Catherine ψάχνει να βρει τις σταθερές της όταν όλα τριγύρω της καταρρέουν κι ενώ εκείνη βρίσκεται στην πιο τρυφερή ηλικία για έναν νέο. Οι γονείς της είναι σε διαρκή διαμάχη, δημιουργώντας επικούς καβγάδες και πετώντας πράγματα ο ένας στον άλλο ουρλιάζοντας. Εν τέλει χωρίζουν. Εκείνη βυθίζεται μέρα με τη μέρα πιο βαθιά στον εαυτό της ψάχνοντας κάποιον να την τραβήξει ξανά στην επιφάνεια. Αφήνεται ολοένα και περισσότερο και ξεκινά και κάνει παρέα με τα πιο ‘ατίθασα’ παιδιά του σχολείου, αντικαθιστώντας την οικογένειά της με την παρέα των φαινομενικά ‘κουλ’, που όμως περνούν τα απογεύματά τους δοκιμάζοντας και πουλώντας διάφορα ναρκωτικά, ακούγοντας κασέτες μουσικής. Γοητεύεται από αυτή την μίνι επανάσταση και βρίσκει την ευκαιρία να ανακαλύψει νέα πράγματα, και μαζί και τον ίδιο τον έρωτα.

Όμως μία τέτοια ιστορία θα μπορούσε άραγε να έχει ευτυχισμένο τέλος; Προοδευτικά, η ζωή της Cat γίνεται ολοένα και πιο ζοφερή, αφού σαν να μπλέκεται ολοένα και περισσότερο σε έναν ιστό από τον οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Η σκηνοθέτης μπορεί και φωτίζει με έναν πολύ ιδιαίτερο και ανθρώπινο τρόπο την σταδιακή αποτροπή της κατάστασης και η Kelly Depeault στον ρόλο της Catherine καταφέρνει να μην γίνει φορτική ούτε και ψεύτικη σε αυτές της τις εφηβικές εκρήξεις αλλά και σιωπές. Η μουσική που επιλέγεται Portishead, Bowie, Offenbach, Vivaldi, Soap&Skin, στις σκηνές δεν είναι τυχαία και ακολουθεί με έναν πολύ όμορφο τρόπο τον γενικότερο ρυθμό της ταινίας. Ακόμα κι αν κάπου η ιστορία κάνει μία κοιλιά, και φαίνεται λιγάκι αδύναμη η σύνδεση κάποιων σκηνών, που δημιουργούνται για να δημιουργηθούν, η ταινία μπορεί να αποτελέσει έναν πολύ σκληρό τρόπο αφύπνισης τόσο για τους γονείς και τις συνέπειες των πράξεων τους όταν βρίσκονται τυφλά στον μικρόκοσμό τους, όσο και για τους ίδιους τους έφηβους που παίρνουν τα πράγματα πιο ελαφριά από όσο συχνά είναι με καταστροφικές συνέπειες.

6,5 / 10

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
43250
Film Group
13175
Tanweer
12142
Tanweer
4254
Tanweer
2372
Baghead, από την Spentzos Baghead, από την Spentzos