Ανάλυση - «Η τέλεια ομορφιά»: το τέλος της τέχνης

Δημοσίευση: 21 Ιουλίου 2021, 12:50

Στο MOVE IT εξετάζουμε ταινίες του πρόσφατου (ή όχι και τόσο) παρελθόντος, υπό ένα διαφορετικό οπτικό πρίσμα και αποκρυπτογραφούμε την εικονολογία του φιλμ.  Ο Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Αραμπατζής, περνάει από το μικροσκόπιό του αυτή την φορά την "Τέλεια ομορφιά" του Πάολο Σορεντίνο και τον ήρωα της ταινίας, Ιταλό συγγραφέα Τζεπ Γκαμπαρντέλα.

<a href="/apopseis-arthra/analysi-o-arhon-toy-kakoy-o-antifronon-skinothetis-sta-synora/69755">Aνάλυση - «Ο Άρχων του κακού»: ο αντιφρονών σκηνοθέτης στα σύνορα</a>ΣΧΕΤΙΚΑAνάλυση - «Ο Άρχων του κακού»: ο αντιφρονών σκηνοθέτης στα σύνορα

Η φιλοσοφία της πράξης ή πραξεολογία είναι ένας κλάδος της φιλοσοφίας που διερευνά το πρακτέον ή, αλλιώς, το δέον πράττειν. Ωστόσο, θα μπορούσε να περιλαμβάνει και μια θεωρία της ανάσχεσης της δράσης ή, εναλλακτικά, ενός ησυχασμού (quietism) που, εναλλακτικά, θα προτείνει το δέον της απόσυρσης από κάθε επιθυμία για πράξη. Βασικός τομέας της υποκειμενικής δραστηριότητας, σε αυτή την περίπτωση, είναι η κατάπνιξη κάθε δίψας για δράση και η καταφυγή  στον προαναφερθέντα ησυχασμό.

Η επιθυμία για ανάσχεση της δράσης ή ησυχασμός είναι αυτό που, κυρίως, χαρακτηρίζει τον Τζεπ Γκαμπαρντέλα (καταπληκτικός στο ρόλο ο Τόνι Σερβίλο), ήρωα της ταινίας του Πάολο Σορρεντίνο «Η τέλεια ομορφιά» (La grande belezza, 2013). Ο Γκαμπαρντέλα, όπως ο Χούμπερτ Χούμπερτ, ο ήρωας του μυθιστορήματος του Ναμπόκωβ «Λολίτα», έχει σημαδευτεί από μια πρώιμη δυστυχία στην περιοχή της αγάπης. Στη διάρκεια της ταινίας, η κρυφή απόγνωση του Γκαμπαρντέλα οξύνεται όταν αντιλαμβάνεται ότι η θυσία της νεανικής του αγάπης ήταν το ίδιο καταθλιπτικά μάταιη όσο καθετί άλλο.

Ο Γκαμπαρντέλα υπήρξε, νέος ακόμη, συγγραφέας ενός υποσχόμενου και βραβευμένου πρώτου μυθιστορήματος με τίτλο «Ο ανθρώπινος μηχανισμός». Καμιά πραγματική λεπτομέρεια δεν δίνεται για το περιεχόμενο του μυθιστορήματος παρά μόνο ότι ο Γκαμπαρντέλα δεν θεώρησε πως αξίζει η προσπάθεια να συνεχιστεί η συγγραφική του σταδιοδρομία. Επέλεξε αντίθετα την πιο προσοδοφόρα και αρμόζουσα στη φιλοσοφία της ζωής του εργασία του κριτικού τέχνης μιας εφημερίδας και τη ζωή ενός αγαπητού, επιτυχημένου αλλά και βαριεστημένου, ηδονιστή κοσμικού.  Εξ άλλου, το περιεχόμενο του φανταστικού μυθιστορήματος του Γκαμπαρντέλα συναγωνίζεται στο πεδίο της μυστικότητας τον φημισμένο πίνακα οι «Ακόλουθες» του Βελάσκεθ. Όπως ο πίνακας μέσα στον πίνακα του έργου του Βελάσκεθ, έτσι και το μυθιστόρημα του Γκαμπαρντέλα θα παραμείνει εσαεί ένα μυστήριο. Η αναπαράσταση εμφανίζεται, εδώ, ως το κύριο επίδικο της ζωής.

Ο ησυχασμός του ήρωα είναι τόσο οργανωμένος που θυμίζει ασθένεια της βούλησης. Ο Γκαμπαρντέλα επιτίθεται σε όσους από αμέλεια ή κακοπιστία εμμένουν στο στοιχείο της δράσης. Έτσι, είναι κοροϊδευτικός απέναντι στη μοντέρνα καλλιτέχνιδα που οργανώνει οδυνηρά για το σώμα της χάπενινγκ (μορφή που παραπέμπει διόλου συγκαλυμμένα στη Μαρίνα Αμπράμοβιτς). Το ίδιο επιτίθεται σε φίλη του που υποκριτικά συνδυάζει καριέρα και οικογένεια, εξευτελίζοντάς την, περιγράφοντας με ωμή ακρίβεια πως όλη αυτή η ιστορία επιτυχίας δεν είναι παρά βόλεμα και ψέμα. 

Ο Γκαμπαρντέλα είναι ο άξιος συνεχιστής του Μαρτσέλο, ήρωα της Dolce Vita του Φεντερίκο Φελίνι (1961). Ο Σορρεντίνο πηγαίνει με την ταινία του εκεί που δεν είχε προχωρήσει ο Φελλίνι όταν προτίμησε τον κινηματογραφικό αναστοχασμό του «Οκτώμιση» (1963) ως συνέχεια της Dolce Vita. Η κινηματογραφική ανθρωπολογία, όπως εξελίσσεται από τον Μαρτσέλο στον Γκαμπαρντέλα, είναι η αναγκαία απάντηση στο γενικό ευτελισμό της ζωής και ο Σορρεντίνο είναι άμεσα κριτικός της σύγχρονης κατάστασης, συντηρώντας την κριτική φλόγα του ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Ο Γκαμπαρντέλα χάνεται στους περιπάτους μέσα στην υψηλής αισθητικής Ρώμη όπως κάνει παραδειγματικά ο περιπατητής του Μπωντλαίρ και, συνάμα, ξοδεύει τον χρόνο του στις κοσμικές συναναστροφές σαν ήρωας του Προυστ. Ξέρει και αποδέχεται πάντα ότι κοντά στον αισθητισμό του συνυπάρχουν δραστήρια τα ευτελή και απωθητικά μυστικά των ανθρώπων. Το γεγονός ότι η ταινία διαδραματίζεται στη Ρώμη, την αιώνια πόλη και έδρα του καθολικισμού, δεν είναι ζήτημα μόνο εκλογής ντεκόρ.

Κατά κάποιο τρόπο, η ταινία φέρνει στο νου το περίφημο «τέλος της τέχνης» του γερμανού φιλοσόφου Χέγκελ. Το τέλος της τέχνης οδηγεί στη διπλή αναγκαιότητα είτε μιας απόλυτα αντικειμενικής τέχνης είτε ενός πνευματώδους υποκειμενισμού. Με αυτόν τον τελευταίο φαίνεται να συντάσσεται ο Γκαμπαρντέλα, τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Η διπλή αυτή αναγκαιότητα είναι συγγενής σε μια απόλυτη εμμονή, αυτήν της μελαγχολίας. Η μελαγχολία όπως την υιοθετεί και την ασκεί ο Γκαμπαρντέλα δεν είναι ποτέ θανάσιμη. Πρόκειται για ένα είδος σκοτεινής παρτίδας σκακιού όπου ο χαμένος μπορεί να αποβεί νικητής. Το μόνο αιτούμενο της παρτίδας είναι ο παίκτης να μετατρέψει τη ζωή του σε έργο τέχνης εν τω γίγνεσθαι. Το περιεχόμενο του εκδιπλούμενου αυτού έργου τέχνης μπροστά στο κινηματογραφικό φακό – δηλαδή μπροστά σε ένα «αντικειμενικό» μέσο – δεν είναι τίποτε άλλο από την εικόνα του μελάγχολου περιπατητή στο μέσο του υψηλού ύφους της αιώνιας πόλης. Η ζωή του Γκαμπαρντέλα είναι, ταυτόχρονα, καθαρή φαινομενικότητα και κατάδειξη ενός ύφους ζωής. Η επαναληπτικότητα του περιπάτου απομακρύνει τον ήρωα από κάθε καθησυχαστική και διδακτική για τον θεατή αφήγηση.

Γιώργος Αραμπατζής

Ο Γιώργος Αραμπατζής είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ΣΕΠ (ΕΑΠ). Ασχολείται με την εικονολογία και έχει δημοσιεύσει βιβλία και άρθρα για τον κινηματογράφο.



ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

BOX OFFICE

Ταινία
4ημέρο
Tanweer
9427
Tanweer
6786
Feelgood
3008
breathe, από την Spentzos breathe, από την Spentzos